Выбрать главу

Διαρκώς στη ζωή μου και στη ζωή σου, νομίζω, γίνεται αυτό το σκαμπανέβασμα. Της πίστης, ως πληρότητα, ως δυναμική, ως αίσθηση εσωτερικής αυτά ρκειας, ταπεινής αυτά ρκειας, θεϊκής αυτάρκειας, και μετά έρχεται πάλι κάτι να σε κλονίσει και να σου πει: «Μα τι γίνεται εδώ πέρα πάλι; Πάλι πρόβλημα; Τελικά, Θεέ μου, με σώζεις ή δεν με σώζεις; Τελικά, υπάρχεις ή δεν υπάρχεις; Τελικά, μ' αγαπάς ή δεν μ' αγαπάς; Θες το καλό μου ή με πονάς;». Και πάνε και λένε στον Ιάειρο: «Μην ταλαιπωρείς τον διδάσκαλο το παιδάκι σου πέθανε. Άδικος ο κόπος. Δεν προλάβατε». Και γυρίζει αμέσως ο Χριστός — αμέσως! Αυτή η κίνηση ήταν ακαριαία και του λέει: «Μή φοβοῦ, μόνον πίστευε». Μη φοβάσαι. Μη φοβάσαι! Μην ακούς τί σου λένε οι άλλοι.

Είδες πάλι; Οι άλλοι. Γι' αυτό σου λέω· μη στηρίζεσαι σε ανθρώπους. Οι άνθρωποι οι οποίοι πριν από λίγο βλέπουν το θαύμα και υποτίθεται θα σε οδηγήσουν στο Χριστό και θα σου πουν: «Αυτός είναι φοβερός!», μετά αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι θα σε απογοητεύσουν και θα σε κλονίσουν.

Ακούμπα τους ανθρώπους. Άγγιζέ τους, αλλά μην γαντζώνεσαι επάνω τους. Μη κολλάς επάνω τους, γιατί θα πέσουν αυτοί, θα πέσεις και εσύ.

«Μή φοβοῦ, μόνον πίστευε». «Μα, μα,». «Όχι μα. Εσύ κοίτα Εμένα. Εσύ, Ιάειρε, κοίτα Εμένα. Εμένα δε ζητάς να κάνω καλά το παιδί σου; Εμένα δεν εμπιστεύεσαι; Εμένα δεν καλείς;» «Ναι, αλλά έχει τόσο κόσμο γύρω». «Ζήσε χωρίς να κοιτάς τον κόσμο. Δες τον κόσμο με τα μάτια προσηλωμένα σε Μένα».

Και πήγαν στο σπίτι και, όπως το ξέρεις το περιστατικό, έγινε το θαύμα της ανάστασης (της κόρης) του Ιαείρου, εις πείσμα αυτής της απελπισίας που πήγε να πιάσει την ψυχή αυτού του ανθρώπου· με το δίκιο του, φυσικά. Τώρα τα λέμε φυσικά και κάνουμε εξηγήσεις και ερμηνείες αλλά άμα το ζεις και σου πει κανείς «το παιδί σου πέθανε», είναι πάρα πολύ δύσκολο να πεις «Εντάξει, δεν πειράζει που πέθανε· αφού είναι ο Χριστός δίπλα μου όλα θα αλλάξουν». Το λέμε στη θεωρία, αλλά στην πράξη είναι πολύ δύσκολη η ψυχή μας να αντέξει τις ώρες αυτές του πειρασμού. Τις ώρες που η πίστη μας περνάει μέσα από ένα φοβερό καμίνι. Τις ώρες που η αγάπη μας στον Κύριο, θα κριθεί από μεγάλες περιπέτειες και δοκιμασίες

Εκεί σε θέλω. Εκεί με θέλω. Τώρα νομίζεις είσαι έτοιμος για ένα μαρτύριο. Ακούς κάτι και λες: «Τώρα έχω δυνατή ψυχή». Μα τώρα δεν έχεις πρόβλημα. Στη δοκιμασία κλονίζεται η ψυχή. Εκεί λυγίζουν τα γόνατα. Εκεί νιώθεις σαν τα πουλάκια μες το χειμώνα που τρέμουν και δεν έχουν πού να σταθούν και σε πιάνει απίστευτη ανασφάλεια. Σε πιάνει πανικός. Νιώθεις να φεύγει το έδαφος κάτω απ' τα πόδια σου. Δεν ξέρεις πού να απευθυνθείς. Πού να πεις «βοήθεια». Στο Θεό; «Μα ποιο Θεό», λες, «αφού Αυτός μ' απογοητεύει αυτή τη στιγμή. Αυτός που πριν λίγο ήταν η ελπίδα μου, τώρα γίνεται πάλι η πίκρα μου. Γίνεται πάλι ο καημός μου. Γίνεται πάλι αυτός που, τελικά, δεν έχω καταλάβει τι θέλει. Να με σώσει ή να με ταλαιπωρήσει;».

Και έτσι η ψυχή σου μέσα από αυτά τα χτυπήματα, μέσα απ' αυτή τη δοκιμασία, ωριμάζει. Ωριμάζει. Πλουτίζει. Καλλιεργείται. Δυναμώνει. Βελτιώνεται. Αγιάζεται. Καταρτίζεται. Όλα αυτά τα πράγματα που αναφέρει η Αγία Γραφή· όλα αυτά τα πράγματα που ζειςστην ψυχή σου, όταν δέχεσαι να παραδοθείς με εμπιστοσύνη σε Αυτόν που θέλει να σε κάνει δυνατό και δυνατή.

Η άσκηση αυτή που σου βάζει ο Χριστός πολλές φορές είναι πολύ δύσκολη. Και η άσκηση που βάζει ο καθηγητής στο παιδί, είναι πολύ δύσκολη. Αλλά, αν βάλεις σε έναν μαθητή μία πολύ δύσκολη άσκηση, σημαίνει ότι ο καθηγητής εμπιστεύεται το μαθητή και τον θεωρεί άξιο να τη λύσει αυτή την άσκηση. Σε θεωρώ ικανό και γι' αυτή την άσκηση. Και αν δεν είσαι ικανός, θα γίνεις. Δεν μπορεί συνέχεια να λύνεις ένα και ένα κάνει δύο και δύο και δύο κάνει τέσσερα. Πρέπει να μάθεις να λύνεις και εξισώσεις δευτέρου και τρίτου βαθμού· πρέπει να λύνεις και πιο δύσκολα προβλήματα· και σε θεωρώ άξιο, ικανό. Δε σε υποτιμώ, όταν σε δυσκολεύω. Θέλω να σε δυναμώσω.

Αυτό είναι το μυστικό που, όταν το καταλάβουμε, θα παραδοθούμε. Παρόλο που μας πονά αυτή η διαδικασία. Παρόλο που μας κάνει και ιδρώνουμε, φέρνει ένα αποτέλεσμα πολύ λαμπρό. Όχι, ίσως αμέσως, αλλά μετά από λίγο καιρό θα το καταλάβεις αυτό και θα το βλέπουν και οι διπλανοί σου. Θα βλέπουν οι άνθρωποι πως έχεις προσωπικότητα. Πως μπορείς να βοηθήσεις πλέον. Ο λόγος σου πιάνει. Ο λόγος σου αγγίζει την ψυχή του άλλου, γιατί είναι λόγος ανθρώπου καλλιεργημένου. Δυνατής ψυχής.

Σκέψου, ας πούμε, να πει κανείς: «Έχω περάσει στη ζωή μου αρρώστιες, έχω περάσει διωγμό, έχω περάσει άδικες συκοφαντίες. Έχω περάσει ειρωνείες, έχω περάσει μεγάλες αδικίες». Ο άλλος: «Μου 'χουν κλέψει το σπίτι», «μου 'χουν κάνει διάφορα, πέρασα μια μεγάλη περιπέτεια. Μου 'χει πεθάνει ένας πολύ αγαπημένος συγγενής. Έχω αποχωριστεί αγαπημένα μου πρόσωπα».

Αυτός ο άνθρωπος μετά, έχει δυνατή ψυχή. Αυτός ο άνθρωπος μετά, δεν κολλάει εύκολα σε ανθρώπους γιατί έχει καταλάβει την σχετικότητα των ανθρώπινων πραγμάτων. Παρ' όλο που δεν κολλά στους ανθρώπους έτσι, τους αγαπά μετά πολύ περισσότερο, γιατί τους συμπονά όλους. Αποκτά αυτή τη λέξη ως βίωμα, ως ψυχική ποιότητα. Την άκουσεςτη λέξη αυτή; Συμπόνια. Οι πονεμένοι άνθρωποι είναι πιο συμπονετικοί μετά. Συμπονούν τους άλλους γιατί, επειδή έχουν πονέσει οι ίδιοι, καταλαβαίνουν τους άλλους. Ενώ, όμως τους καταλαβαίνουν και τους αγαπούν, δεν κολλούν. Δεν κολλούν επάνω τους. Δεν τους νοιάζουν οι γνώμες των ανθρώπων. Δεν τους νοιάζουν. Τα 'χουν ξεπεράσει αυτά. Μες στο καμίνι που πέρασαν της δοκιμασίας, όλα αυτά θεωρούνται δευτερεύοντα. Ασήμαντα. Ανοησίες. Χαζομάρες πες τα όπως θες.

Ήρθε μια μέρα να με βρει κάποιος ο οποίος είχε περάσει καρκίνο και έκανε χημειοθεραπείες και ξεπέρασε το πρόβλημά του και έγινε καλά. Και μου 'πε σαν παράπονο: «Δεν έχω όμως και πολύ χρόνο να διαβάζω», λέει, «τώρα πνευματικά βιβλία, έχω πολλές δουλειές». Και γυρίζω και του λέω: «Τί να διαβάσεις τώρα εσύ; Εσύ έχεις καταπιεί όλα τα άπαντα. Τα άπαντα του Αγίου Χρυσοστόμου, όλα, τα έχεις καταπιεί. Ό,τι γράφουν τα Πατερικά μέσα, τα περί πόνου, υπομονής, προσευχής, αντοχής κ.λπ., εσύ τα έζησες. Εσύ έκανες την Πατερική Θεολογία και τα βιώματα των Αγίων, τα 'κάνες πράξη. Τα 'κάνες πράξη στη ζωή σου. Γιατί δέχτηκες να συνεργαστείς με το Θεό. Δέχτηκες να συνεργαστείς με τα μαθήματα που σου έδωσε ο Θεός στη ζωή σου».

Γιατί αλλιώς, ο κάθε ένας που πονά, θα έπρεπε να πούμε ότι έχει γίνει και άγιος. Δεν γίνεσαι και άγιος, όμως. Δε γίνεται ο καθένας άγιος. Όλοι πονούν. Δεν αγιάζουν όμως όλοι όσοι πονούν. Γιατί μερικοί αντιδρούν. Μερικοί αγανακτούν. Μερικοί δεν θέλουν να πάρουν το μάθημα που τους δίνει ο Θεός μέσα απ' αυτήν τη δοκιμασία, την περιπέτεια κ.λπ. Και ζουν στον κόσμο τους. Επιμένουν στο δικό τους. Δεν θέλουν να ωριμάζουν. Αλλά, αν κανείς συνεργαστεί, γίνεται πολύ φοβερή προσωπικότητα. Καλλιεργημένος άνθρωπος.

Ξέρεις τι μου 'λεγε ένας: «Θα πρέπει, όταν σκέφτεσαι τον εαυτό σου, στο παρελθόν πώς ήσουν, να μη σου αρέσει και πολύ. Θα πρέπει να νιώθεις ότι διαρκώς αλλάζεις. Ότι διαρκώς κάτι μέσα σου παλιό πεθαίνει και κάτι καινούργιο γίνεται». Να γίνεσαι διαφορετικός άνθρωπος. Να αποκτάς καινούργια μυαλά. Καινούργια μάτια. Καινούργια αντίληψη της ζωής. Κάτι παλιό να πεθαίνει μέσα σου και κάτι νέο να ανασταίνεται.

Δηλαδή, αν έχουν περάσει μερικά χρόνια — να στο πω έτσι- που 'σαι κοντά στο Θεό και Τον αγαπάς και προσεύχεσαι και αγωνίζεσαι και προσπαθείς, λογικά θα 'πρεπε, αν σε άκουγε κανείς να μιλάς, πριν από μερικά χρόνια και σε δει και τώρα, να 'σαι αλλιώς. Να 'σαι αλλιώς. Να βλέπει καινούργια στοιχεία. Τι καινούργια; Μέσα απ' αυτόν τον πόνο, την ωριμότητα, τον αγώνα, την αλλοίωση που φέρνει ο Χριστός στη ζωή σου. Δε λέει: «Αὕτη ή άλλοίωσιε τής δεξιάς τοῦ Ύψίστου»; Αλλοιώθηκες; Άλλαξες; Αυτή η Δεξιά του Υψίστου, δηλαδή το δεξί χέρι, το καλό χέρι, το πιο βολικό, το πιο έμπειρο χέρι του Υψίστου Θεού, το άφησες να σε φτιάξει; Να σε φτιάξει ωραία προσωπικότητα!..

Ή το άλλο περιστατικό, που μ' αρέσει πολύ, που λέει εκεί μετά την Ανάσταση του Κυρίου που ήταν στην παραλία και είπε στον Απόστολο Πέτρο να Τον ακολουθήσει. Του λέει: «Άκολούθει μοι» και του λέει ο Απόστολος Πέτρος — κοιτάει τον Άγιο Ιωάννη δίπλα — και λέει: «Οὗτος δέ τί;». Ναι, να 'ρθω, αλλά αυτός; Ο άγιος Ιωάννης; Και του απαντάει ο Χριστός: «Τί σε νοιάζει; Τί σε νοιάζει γι' αυτόν; Τί πρός σε;» Ακόμα του λέει: «και αν αυτός θέλω να μείνει μέχρι να ξανάρθω. Πες, εγώ (ο Χριστός)», του λέει ότι, «θέλω τον Ιωάννη να τον αφήσω να ζει μέχρι να… τι σε ενδιαφέρει η ζωή η δική του;».