17 Και καθώς ο Ιησούς ανέβαινε στα Ιεροσόλυμα, πήρε τούς δώδεκα μαθητές ιδιαιτέρως στον δρόμο, και τους είπε: 18 Δέστε, ανεβαίνουμε στα Ιεροσόλυμα, και ο Υιός τού ανθρώπου θα παραδοθεί στους αρχιερείς και τους γραμματείς, και θα τον καταδικάσουν σε θάνατο· 19 και θα τον παραδώσουν στα έθνη για να τον εμπαίξουν και να τον μαστιγώσουν και να τον σταυρώσουν· και κατά την τρίτη ημέρα θα αναστηθεί.
20 Τότε, ήρθε κοντά του η μητέρα των γιων τού Ζεβεδαίου μαζί με τους γιους της, προσκυνώντας, και ζητώντας απ' αυτόν κάτι. 21 Και εκείνος τής είπε: Τι θέλεις; Του λέει: Πες να καθήσουν αυτοί οι δύο γιοι μου, ένας από τα δεξιά σου, και ένας από τα αριστερά σου, στη βασιλεία σου. 22 Και απαντώντας ο Ιησούς, είπε: Δεν ξέρετε τι ζητάτε· μπορείτε να πιείτε το ποτήρι, που εγώ πρόκειται να πιω, και να βαπτιστείτε το βάπτισμα, που εγώ βαπτίζομαι; Του λένε: Μπορούμε. 23 Και τους λέει: Το μεν ποτήρι μου θα πιείτε, και το βάπτισμα, που εγώ βαπτίζομαι, θα βαπτιστείτε· το να καθήσετε, όμως, από τα δεξιά μου και από τα αριστερά μου, δεν είναι δικό μου να δώσω, παρά σε όσους είναι ετοιμασμένο από τον Πατέρα μου. 24 Και όταν το άκουσαν οι δέκα, αγανάκτησαν ενάντια στους δύο αδελφούς. 25 Και ο Ιησούς, αφού τους κάλεσε κοντά του, είπε: Ξέρετε ότι οι άρχοντες των εθνών τα κατακυριεύουν, και οι μεγάλοι τα κατεξουσιάζουν· 26 όμως, δεν θα είναι έτσι ανάμεσά σας· αλλά, όποιος θέλει να γίνει μεγάλος ανάμεσά σας, ας είναι υπηρέτης σας· 27 και όποιος θέλει να είναι πρώτος ανάμεσά σας, ας είναι δούλος σας· 28 όπως ο Υιός τού ανθρώπου δεν ήρθε για να υπηρετηθεί, αλλά για να υπηρετήσει, και να δώσει τη ζωή του λύτρο για χάρη πολλών.
29 Και ενώ έβγαιναν από την Ιεριχώ, τον ακολούθησε ένα μεγάλο πλήθος. 30 Και ξάφνου, δύο τυφλοί καθισμένοι κοντά στον δρόμο, όταν άκουσαν ότι περνάει ο Ιησούς, έκραξαν, λέγοντας: Ελέησέ μας, Κύριε, γιε τού Δαβίδ. 31 Και το πλήθος τούς επέπληξε για να σωπάσουν· αλλά, εκείνοι έκραζαν πιο δυνατά, λέγοντας: Ελέησέ μας, Κύριε, γιε τού Δαβίδ. 32 Και καθώς ο Ιησούς στάθηκε, τους φώναξε, και είπε: Τι θέλετε να σας κάνω; 33 Του λένε: Κύριε, να ανοιχτούν τα μάτια μας. 34 Και ο Ιησούς, επειδή τους σπλαχνίστηκε, άγγιξε τα μάτια τους· κι αμέσως τα μάτια τους ξαναείδαν, και τον ακολούθησαν.
Κεφάλαιον 21
1 ΚΑΙ όταν πλησίασαν στα Ιεροσόλυμα, και ήρθαν στη Βηθφαγή, προς το όρος των ελαιών, ο Ιησούς έστειλε τότε δύο μαθητές, λέγοντάς τους: 2 Πηγαίνετε στην κωμόπολη, που είναι απέναντί σας· κι αμέσως θα βρείτε ένα θηλυκό γαϊδούρι δεμένο, και μαζί του ένα πουλαράκι· λύστε τα, και φέρτε τα σε μένα. 3 Και αν κάποιος σας πει κάτι, θα πείτε, ότι ο Κύριος τα έχει ανάγκη· και θα τα στείλει αμέσως. 4 Και όλο τούτο έγινε, για να εκπληρωθεί αυτό που ειπώθηκε διαμέσου τού προφήτη, που είπε: 5 «Πείτε στη θυγατέρα Σιών»: «Δες, ο βασιλιάς σου έρχεται σε σένα πράος, και καθισμένος επάνω σε γαϊδούρι, και πουλάρι, αρσενικό γέννημα υποζυγίου». 6 Και αφού οι μαθητές πορεύτηκαν και έκαναν όπως τους πρόσταξε ο Ιησούς, 7 έφεραν το γαϊδούρι και το πουλαράκι, και έβαλαν επάνω τους τα ιμάτιά τους και τον έβαλαν και κάθησε επάνω σ' αυτά. 8 Και οι περισσότεροι από το πλήθος έστρωσαν στον δρόμο τα δικά τους ιμάτια· και άλλοι έκοβαν κλαδιά από τα δέντρα, και τα έστρωναν στον δρόμο. 9 Τα δε πλήθη που προπορεύονταν και εκείνα που ακολουθούσαν έκραζαν, λέγοντας: Ωσαννά στον γιο τού Δαβίδ· ευλογημένος ο ερχόμενος στο όνομα του Κυρίου· ωσαννά εν τοις υψίστοις. 10 Και όταν μπήκε μέσα στα Ιεροσόλυμα σείστηκε ολόκληρη η πόλη, λέγοντας: Ποιος είν' αυτός; 11 Και τα πλήθη έλεγαν: Αυτός είναι ο Ιησούς, ο προφήτης, αυτός από τη Ναζαρέτ τής Γαλιλαίας.