Выбрать главу

— Πού είναι ο Σαμ; ρώτησε τέλος ο Φρόντο. Οι άλλοι είναι καλά;

— Ναι, είναι όλοι τους σώοι και αβλαβείς, απάντησε ο Γκάνταλφ. Ο Σαμ ήταν εδώ μέχρι που τον έστειλα να πάει να ξεκουραστεί λιγάκι κάπου μισή ώρα πριν.

— Τι έγινε στο Πέρασμα; είπε ο Φρόντο. Κάπως όλα μου φαίνονταν θαμπά· κι ακόμα μου φαίνονται.

— Φυσικό ήταν. Είχες αρχίσει να ξεθωριάζεις, απάντησε ο Γκάνταλφ. Η πληγή είχε αρχίσει να σε νικάει στο τέλος. Λίγες ώρες ακόμα και δε θα μπορούσαμε να σε βοηθήσουμε. Αλλά έχεις δύναμη μέσα σου κι ας μη σου φαίνεται, καλέ μου χόμπιτ! Όπως το ’δειξες στο Θολωτό Τάφο. Εκεί τη γλίτωσες παρά τρίχα: ήταν ίσως η πιο επικίνδυνη στιγμή απ’ όλες. Μακάρι να μην είχες υποχωρήσει στην Κορυφή των Καιρών.

— Εσύ φαίνεται πως ξέρεις κιόλας πολλά, είπε ο Φρόντο. Μα εγώ δεν είπα τίποτα στους άλλους για το Θολωτό Τάφο. Στην αρχή μου ήταν πολύ εφιαλτικό κι αργότερα είχαμε άλλα πράγματα για να σκεφτούμε. Εσύ πώς το ξέρεις;

— Παραμιλούσες πολύ στον ύπνο σου, Φρόντο, είπε μαλακά ο Γκάνταλφ, και δεν ήταν δύσκολο σ’ εμένα να διαβάσω το νου και τις αναμνήσεις σου. Αλλά μη στενοχωριέσαι! Και, αν και μίλησα γι’ «ανοησίες» πριν από λίγο, δεν το έλεγα στ’ αλήθεια. Δεν είναι και μικρό κατόρθωμα δα να έχεις κάνει όλο αυτό το δρόμο μέχρι εδώ, να περάσεις τόσους κινδύνους και να ’χεις ακόμα το Δαχτυλίδι.

— Ποτέ δε θα τα καταφέρναμε δίχως το Γοργοπόδαρο, είπε ο Φρόντο. Αλλά σε χρειαζόμασταν. Δεν ήξερα τι να κάνω χωρίς εσένα.

— Με καθυστέρησαν, είπε ο Γκάνταλφ, κι αυτό παραλίγο να μας βγει σε κακό. Δεν είμαι όμως και τελείως σίγουρος· μπορεί και να ’ταν καλύτερα έτσι.

— Γιατί δε μου λες τι έγινε;

— Όλα με τη σειρά τους. Σήμερα δεν πρέπει να μιλάς ή να στενοχωριέσαι για τίποτα, έτσι παράγγειλε ο Έλροντ.

— Μα κι αν δε μιλάω αυτό δε θα με σταματήσει απ’ το να σκέφτομαι και ν’ αναρωτιέμαι, που κι αυτά είναι το ίδιο κουραστικά, είπε ο Φρόντο, Είμαι εντιλώς ξύπνιος τώρα και θυμάμαι ένα σωρό που χρειάζονται εξήγηση. Γιατί σε καθυστέρησαν; Αυτό τουλάχιστον πρέπει να μου το πεις.

— Πολύ γρήγορα θ’ ακούσεις όλα όσα θέλεις να μάθεις, είπε ο Γκάνταλφ. Θα κάνουμε Συμβούλιο μόλις γίνεις αρκετά καλά. Τώρα θα σου πω μονάχα πως ήμουν αιχμάλωτος.

— Εσύ; φώναξε ο Φρόντο.

— Ναι. Εγώ, ο Γκάνταλφ ο Γκρίζος, είπε ο μάγος επίσημα. Υπάρχουν πολλές δυνάμεις στον κόσμο, καλές ή κακές. Μερικές είναι μεγαλύτερες από μένα. Με μερικές άλλες δεν έχω ακόμα αναμετρηθεί. Ο άρχοντας Μόργκουλ κι οι Μαύροι του Καβαλάρηδες έχουν βγει έξω. Ο πόλεμος ετοιμάζεται!

— Δηλαδή ήξερες κιόλας για τους Καβαλάρηδες — πριν να τους συναντήσω;

— Ναι, ήξερα. Σου μίλησα μάλιστα κι εσένα μια φορά γι’ αυτούς· γιατί οι Μαύροι Καβαλάρηδες είναι τα Δαχτυλιδοφαντάσματα, οι Εννιά Υπηρέτες του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, Αλλά δεν ήξερα πως είχαν σηκωθεί ξανά, αλλιώς θα είχα φύγει μαζί σου αμέσως. Έμαθα νέα γι’ αυτούς μόνο αφού σε είχα αφήσει κι ύστερα πάλι τον Ιούνιο· αλλά αυτή η ιστορία πρέπει να περιμένει. Προς το παρόν γλιτώσαμε την καταστροφή χάρη στον Άραγκορν.

— Ναι, είπε ο Φρόντο, ο Γοργοπόδαρος ήταν που μας έσωσε. Κι όμως τον φοβόμουν στην αρχή. Ο Σαμ ποτέ δεν τον εμπιστεύτηκε τελείως, νομίζω, τουλάχιστον όχι μέχρι που συναντήσαμε τον Γκλορφίντελ.

Ο Γκάνταλφ χαμογέλασε.

— Τα ’μαθα όλα για τον Σαμ, είπε. Τώρα δεν έχει αμφιβολίες πια.

— Χαίρομαι, είπε ο Φρόντο. Γιατί ο Γοργοπόδαρους μου έχει γίνει πολύ συμπαθητικός. Δηλαδή, συμπαθητικός δεν είναι η σωστή έκφραση. Θέλω να πω πως τον αγαπώ· αν και είναι παράξενος και βλοσυρός μερικές φορές. Κι εδώ που τα λέμε, συχνά μου θυμίζει εσένα. Δεν ήξερα πως οι Μεγάλοι Άνθρωποι ήταν έτσι. Νόμιζα, να, πως ήταν μεγάλοι μονάχα, και μάλλον ανόητοι: καλόβολοι κι ανόητοι σαν το Βουτυράτο· ή ανόητοι και κακοί σαν τον Μπιλ Φτεριά. Αλλά δεν ξέρουμε και πολλά για τους Ανθρώπους στο Σάιρ, εκτός ίσως γι’ αυτούς που μένουν στο Μπρι.

— Δεν ξέρεις πολλά ούτε και γι’ αυτούς, αν νομίζεις πως ο γερο-Μπιρόχορτος είναι ανόητος, είπε ο Γκάνταλφ. Είναι αρκετά σοφός με το δικό του τρόπο. Σκέφτεται λιγότερο απ’ ό,τι μιλάει και πιο αργά· θα μπορέσει όμως να δει και μέσα από έναν τούβλινο τοίχο αργά ή γρήγορα (όπως λένε στο Μπρι). Αλλά λίγοι έχουν μείνει στη Μέση-Γη σαν τον Άραγκορν το γιο του Άραθορν. Η γενιά των Βασιλιάδων που ήρθαν πέρα από τη Θάλασσα είναι σχεδόν στο τέλος της. Ίσως αυτός ο Πόλεμος του Δαχτυλιδιού να είναι η τελευταία τους περιπέτεια.