Выбрать главу

— Να μη βιαστείς να το ξαναφυσήξεις, Μπορομίρ, είπε ο Έλροντ, παρά μόνο σαν ξαναβρεθείς για άλλη μια φορά στα σύνορα της χώρας σου και βρίσκεσαι σε μεγάλο κίνδυνο.

— Μπορεί, είπε ο Μπορομίρ. Αλλά πάντα πριν ξεκινήσω φυσώ το βούκινό μου κι αν από δω και πέρα θα διαβαίνουμε στις σκιές, εγώ δεν ξεκινώ σαν κλέφτης τη νύχτα.

Ο Γκίμλι ο νάνος φορούσε φανερά ένα κοντό χιτώνιο από ατσαλένιους κρίκους, γιατί τους νάνους δεν τους φοβίζει το βάρος· και στο ζωνάρι του κρεμόταν ένα φαρδύ δίστομο πελέκι. Ο Λέγκολας είχε το τόξο και τη φαρέτρα του και στη ζώνη του ένα μακρύ μαχαίρι. Οι νεότεροι χόμπιτ φορούσαν τα σπαθιά που είχαν πάρει απ’ το θολωτό τάφο· ο Φρόντο όμως πήρε μονάχα το Κεντρί· και ο αλυσιδωτός του θώρακας, όπως το ήθελε ο Μπίλμπο, έμεινε κρυμμένος. Ο Γκάνταλφ κρατούσε το ραβδί του, αλλά περασμένο στο πλευρό του είχε το Ξωτικο-σπαθί τον Γκλάμντρινγκ, το ταίρι του Όρκριστ, που βρισκόταν στο στήθος του Θόριν, κάτω απ’ το Βουνό της Μοναξιάς.

Ο Έλροντ τους είχε εφοδιάσει όλους με χοντρά ζεστά ρούχα κι είχαν σακάκια και μανδύες ντυμένους με γούνα. Τα παραπανίσια τρόφιμα, ρούχα, κουβέρτες και άλλα απαραίτητα τα είχαν φορτώσει σ’ ένα πόνυ, και μάλιστα στο ίδιο το κακόμοιρο το ζωντανό που είχαν φέρει απ’ το Μπρι.

Η διαμονή του στο Σκιστό Λαγκάδι είχε θαυματουργά αποτελέσματα: το τρίχωμά του ήταν όλο γυαλάδα κι έδειχνε πως είχε ξανανιώσει. Ο Σαμ είχε επιμείνει να το διαλέξουν, γιατί έλεγε πως ο Μπιλ (όπως το φώναζε) θα μαράζωνε, αν δεν ερχόταν μαζί τους.

— Αυτό το ζωντανό σχεδόν μιλάει, είπε, και θα μιλούσε, αν έμενε εδώ παραπάνω. Μου ’ριξε μια τέτοια ματιά που μιλούσε το ίδιο ξεκάθαρα όπως κι ο κύριος Πίπιν: αν δε με πάρεις μαζί σου, Σαμ, θα σ’ ακολουθήσω μόνος μου. Έτσι ο Μπιλ θα πήγαινε μαζί για να τους κουβαλάει τα πράγματα και, μ’ όλα αυτά, ήταν το μοναδικό μέλος της Ομάδας που δεν έδειχνε άκεφο.

Οι αποχαιρετισμοί είχαν γίνει στη μεγάλη αίθουσα κοντά στη φωτιά και τώρα περίμεναν μονάχα τον Γκάνταλφ, που δεν είχε βγει ακόμα απ’ το σπίτι. Η λάμψη της φωτιάς έβγαινε απ’ τις ανοιχτές πόρτες κι απαλά φώτα έφεγγαν σε πολλά παράθυρα. Ο Μπίλμπο κουκουλωμένος με μια κάπα στεκόταν σιωπηλός στο κατώφλι πλάι στο Φρόντο. Ο Άραγκορν ήταν καθισμένος με το κεφάλι γερμένο στα γόνατα· μόνο ο Έλροντ ήξερε καλά τι σήμαινε τούτη εδώ η ώρα γι’ αυτόν. Οι υπόλοιποι φαίνονταν σαν γκρίζες σκιές στο σκοτάδι.

Ο Σαμ στεκόταν δίπλα στο πόνυ, ρουφώντας αέρα μέσ’ απ’ τα δόντια” του και κοιτάζοντας άκεφα τη σκοτεινιά κατά το μέρος που το ποτάμι βούιζε κυλώντας ανάμεσα στα βράχια· η διάθεση του για περιπέτειες βρισκόταν στο μηδέν.

— Μπιλ, φιλαράκο μου, είπε, δε θα ’πρεπε να ’χες μπλεχτεί μαζί μας. Θα πρεπε να καθόσουνα εδώ και να μασουλούσες τον καλύτερο σανό μέχρι που να ξαναβγεί το φρέσκο χορτάρι.

— Ο Μπιλ κούνησε την ουρά του και δεν είπε τίποτα.

Ο Σαμ βόλεψε καλύτερα το σακίδιο στους ώμους του και ξαναπέρασε απ’ το μυαλό του ανήσυχα όλα τα πράγματα που είχε βάλει μέσα, μην τυχόν κι είχε ξεχάσει τίποτα: ο κυριότερος θησαυρός του ήταν τα κατσαρόλικά του και το μικρό κουτάκι με τα αλάτι που το ’παιρνε πάντα μαζί του και το ξαναγέμιζε όπου μπορούσε· μια καλή προμήθεια πιπόχορτο (όχι αρκετό. βάζω στοίχημα)· ίσκα και τσακμακόπετρες, μάλλινες κάλτσες, εσώρουχο και διάφορα πράγματα του αφεντικού του, που ο Φρόντο τα είχε ξεχάρει κι ο Σαμ τα είχε φυλάξει για να τα παρουσιάσει θριαμβευτικά σα θα χρειάζονταν. Τα ξαναείπε ένα ένα όλα τώρα.

— Σκοινί! μουρμούρισε. Λεν πήρα σκοινί! Και χτες το βράδυ το ’λεγα: “Σαμ, τι θα ’λεγες για λίγο σκοινί; Θα σου χρειαστεί σίγουρα, αν δεν το ’χεις». Λοιπόν, σίγουρα θα μου χρειαστεί. Και τώρα πάει πια.

Εκείνη τη στιγμή φάνηκε ο Έλροντ με τον Γκάνταλφ και φώναξε την Ομάδα κοντά του.

— Αυτά είναι τα τελευταία μου λόγια, είπε χαμηλόφωνα. Ο Δαχτυλιδο-κουβαλητής ξεκινά για την Αναζήτηση του Βουνού του Χαμού. Μόνο σ’ αυτόν έχει δοθεί κάποια παραγγελία: ούτε να πετάξει το Δαχτυλίδι, ούτε να το παραδώσει στον οποιονδήποτε υπηρέτη του Εχθρού, ούτε ακόμα ν’ αφήσει κανένα να το πιάσει στα χέρια του, εκτός αν είναι κάποιος από τα μέλη της Ομάδας ή του Συμβουλίου και μόνο σε περίπτωση μεγάλης ανάγκης. Οι υπόλοιποι πάνε μαζί του σαν ελεύθεροι σύντροφοι για να τον βοηθήσουν στο δρόμο του. Μπορείτε να καθυστερήσετε, ή να γύρισετε πίσω, ή ν’ αλλάξετε δρόμο, ανάλογα με το τι θα σας τύχει. Όσο πιο πολύ απομακρυνθείτε, τόσο πιο δύσκολο θα γίνεται ν’ αποτραβηχτείτε· αλλά κανένας όρκος ή δέσμευση δε σας υποχρεώνει να πάτε πιο πέρα απ’ όσο θέλετε. Γιατί δεν ξέρετε ακόμα πόση δύναμη έχει η απόφασή σας ούτε και μπορείτε να προβλέψετε τι μπορεί να συναντήσει ο καθένας σας στο δρόμο.