Выбрать главу

Τα πράγματα έχουν αλλάξει από τότε που πέρασες από κει σαν ερχόσουν, Μπορομίρ, απάντησε ο Γκάνταλφ. Δεν άκουσες τι σας είπα για τον Σάρουμαν; Μαζί του μπορεί εγώ να έχω κάτι λογαριασμούς πριν τελειώσουν όλα. Το Δαχτυλίδι όμως δεν πρέπει να πλησιάσει το Ίσενγκαρντ, αν μπορούμε με οποιοδήποτε τρόπο να το αποφύγουμε. Το Άνοιγμα του Ρόαν είναι για μας κλειστό όσο πηγαίνουμε μαζί με το Δαχτυλιδοκουβαλητή.

«Όσο για τον άλλο, το μακρύτερο δρόμο: δεν μπορούμε να διαθέσουμε τον καιρό. Μπορεί να χρειαστούμε κι ένα χρόνο γι’ αυτό το ταξίδι και θα περάσουμε από μέρη ακατοίκητα και δίχως λιμάνια. Δε θα είναι όμως ασφαλισμένα. Τα ξάγρυπνα μάτια και του Σάρουμαν και του Εχθρού βρίσκονται εκεί. Τότε που ερχόσουν στο Βοριά, Μπορομίρ, στα μάτια του Εχθρού δεν ήσουν παρά ένας ξεστρατισμένος ταξιδιώτης απ’ το νοτιά και λίγο τον ενδιέφερες: ο νους του ήταν απασχολημένος στο κυνηγητό του Δαχτυλιδιού. Τώρα όμως επιστρέφεις σαν μέλος της Ομάδας του Δαχτυλιδιού και κινδυνεύεις όσο μένεις μαζί μας. Ο κίνδυνος αυξάνει με κάθε λεύγα που θα προχωρούμε κατά το Νοτιά κάτω απ’ τον ξάστερο ουρανό. » Φοβάμαι πως, έπειτα απ’ την ολοφάνερή μας προσπάθεια στο πέρασμα του βουνού, η θέση μας έχει γίνει πιο απελπιστική. Βλέπω ελάχιστες ελπίδες τώρα, αν δεν εξαφανιστούμε για λίγο κι αν δεν καλύψουμε τα ίχνη μας. Γι’ αυτό η συμβουλή μου είναι να μην πάμε ούτε πάνω απ’ τα βουνά ούτε γύρω γύρω. αλλά από μέσα. Και, σίγουρα, αυτός είναι δρόμος που ο εχθρός ελάχιστα περιμένει πως θα πάρουμε.

— Δεν ξέρουμε τι περιμένει, είπε ο Μπορομίρ. Μπορεί και να φυλάει όλους τους δρόμους, πιθανούς κι απίθανους. Σ’ αυτήν την περίπτωση το να μπούμε στη Μόρια θα είναι το να μπούμε σε μια παγίδα, που μόλις θα διαφέρει απ’ το να πάμε και να χτυπήσουμε τις πύλες του Μαύρου Πύργου για να μπούμε. Το όνομα της Μόρια είναι μαύρο.

— Μιλάς για κάτι που δεν ξέρεις, όταν παρομοιάζεις τη Μόρια με το φρούριο του Σόρον, απάντησε ο Γκάνταλφ, Απ’ όλους εσάς μόνο εγώ έχω πάει στα μπουντρούμια του Σκοτεινού Άρχοντα και τότε μόνο στην παλιότερη και μικρότερη κατοικία του στο Ντολ Γκούλντουρ. Γιατί εκείνοι που περνούν τις πύλες του Μπαράντ-ντουρ δε γυρίζουν πίσω πια. Εγώ όμως δε θα σας οδηγούσα μέσα στη Μόρια αν δεν υπήρχε ελπίδα να βγούμε ξανά έξω. Είναι αλήθεια, βέβαια, πως αν υπάρχουν Ορκ εκεί μπορεί να μας βγει σε κακό. Αλλά οι περισσότεροι Ορκ των Ομιχλιασμένων Βουνών σκόρπισαν ή χάθηκαν στη Μάχη των Πέντε Στρατιών. Οι Αετοί αναφέρουν πως οι Ορκ συγκεντρώνονται πάλι από μακριά· υπάρχουν όμως ελπίδες πως η Μόρια είναι ακόμα ελεύθερη.

» Υπάρχει ακόμα η πιθανότητα να είναι εκεί Νάνοι και πως σε κάποια βαθιά αίθουσα των προγόνων του ίσως και να βρίσκεται ο Μπάλιν ο γιος του Φούντιν. Αλλά ό,τι κι αν βρούμε πρέπει ν’ ακολουθήσουμε το δρόμο που η ανάγκη μας διαλέγει!

— Εγώ θα σ’ ακολουθήσω, Γκάνταλφ! είπε ο Γκίμλι. Θα πάω και θα δω τα παλάτια του Ντούριν, ό,τι κι αν κρύβεται εκεί — αν μπορέσεις να βρεις τις κλειστές πόρτες.

— Ωραία, Γκίμλι! είπε ο Γκάνταλφ. Μου δίνεις κουράγιο. Θα ψάξουμε και θα βρούμε τις κρυμμένες πόρτες μαζί. Και θα περάσουμε. Στα ερείπια των Νάνων, ένας νάνος θα είναι δυσκολότερο να μπερδευτεί απ’ ό,τι τα Ξωτικά, οι Άνθρωποι ή οι Χόμπιτ. Δε θα είναι όμως κι η πρώτη φορά που θα πάω στη Μόρια. Για πολύ καιρό έψαχνα εκεί για το Θράιν το γιο του Θρορ, όταν χάθηκε. Μπήκα μέσα, πέρασα και βγήκα πάλι έξω ζωντανός!

— Κι εγώ πέρασα μια φορά τη Σκιοχείμαρρη Πύλη, είπε ήσυχα ο Άραγκορν· αλλά, αν και βγήκα έξω πάλι, οι αναμνήσεις μου είναι εφιαλτικές. Δε θέλω να μπω στη Μόρια για δεύτερη φορά.

— Κι εγώ δε θέλω να μπω ούτε για πρώτη, είπε ο Πίπιν.

Ούτε κι εγώ, μουρμούρισε ο Σαμ.

— Και βέβαια όχι! είπε ο Γκάνταλφ. Ποιος θα το ’θελε; Αλλά το θέμα είναι: ποιος θα με ακολουθήσει, αν σας οδηγήσω εκεί;

— Εγώ, είπε ο Γκίμλι όλο προθυμία.

— Κι εγώ, είπε ο Άραγκορν βαριά. Εσύ ακολούθησες εμένα, σχεδόν ως την καταστροφή, στο χιόνι, και δεν είπες κουβέντα εναντίον μου. Τώρα εγώ θ’ ακολουθήσω εσένα — αν κι αυτή η τελευταία προειδοποίηση δε σε κάνει ν’ αλλάξεις γνώμη. Και δε σκέφτομαι ούτε το Δαχτυλίδι ούτε εμάς τους άλλους τώρα, παρά εσένα, Γκάνταλφ. Και σου λέω: αν περάσεις τις πόρτες της Μόρια, φυλάξου!

— Εγώ δεν πάω, είπε ο Μπορομίρ, εκτός αν όλη η Ομάδα ψηφίσει αντίθετα. Τι λέει ο Λέγκολας κι οι μικρούληδες; Δε θα πρέπει ν’ ακουστεί κι η φωνή του Δαχτυλιδο-κουβαλητή;