Выбрать главу

— Είναι ωραίο να μπορεί να βλέπει ξανά κανείς, είπε ο Φρόντο, ανασαίνοντας βαθιά. Ξέρεις, για λίγο νόμισα πως είχα χάσει το φως μου απ’ την αστραπή ή από τίποτα άλλο χειρότερο. Δεν μπορούσα να δω τίποτα, απολύτως τίποτα, ώσπου κατέβηκε το γκρίζο σκοινί. Φαινόταν σαν να φεγγίζει κάπως.

— Ναι, δείχνει σαν ασημί στο σκοτάδι, είπε ο Σαμ. Ούτε που το ’χα προσέξει πριν, αν και δε θυμάμαι να το ’βγαλα κι έξω από τότε που το πρωτοφύλαξα. Αλλά αν το θέλεις τόσο πολύ να κατεβούμε, κύριε Φρόντο, πώς θα το χρησιμοποιήσεις; Τριάντα εφτά γιάρδες δεν είναι περισσότερο απ’ ό,τι υπολογίζεις το βάθος του γκρεμού. Ο Φρόντο σκέφτηκε για λίγο.

— Δέσ’ το σ’ εκείνο τον κουτσουρεμένο κορμό, Σαμ! είπε. Ύστερα νομίζω πως θα γίνει η επιθυμία σου αυτή τη φορά και θα κατεβείς πρώτος. Θα σε κατεβάζω εγώ κι εσύ δε χρειάζεται να κάνεις τίποτα παραπάνω απ’ το να βάζεις τα χέρια σου και τα πόδια σου για να μη χτυπάς στο βράχο. Βέβαια, αν ρίχνεις το βάρος σου σε καμιά προεξοχή και με ξεκουράζεις, θα βοηθάει κι αυτό. Όταν κατεβείς, θα σ’ ακολουθήσω. Έχω συνέλθει εντελώς τώρα.

— Πολύ καλά, είπε ο Σαμ βαριά. Αφού έτσι πρέπει, έλα να τελειώνουμε.

Σήκωσε το σκοινί και το ’δεσε στον κορμό που ήταν πιο κοντά στον γκρεμό· ύστερα την άλλη άκρη την έδεσε γύρω από τη μέση του. Απρόθυμα έστριψε κι ετοιμάστηκε να κατεβεί στον γκρεμό για δεύτερη φορά.

Όμως, δεν ήταν και τόσο φοβερό όσο το περίμενε. Το σκοινί λες και του ’δινε αυτοπεποίθηση, αν κι έκλεισε αρκετές φορές τα μάτια του όταν κοίταζε κάτω ανάμεσα απ’ τα πόδια του. Είχε ένα δύσκολο σημείο, που δεν είχε προεξοχές κι ο βράχος ήταν κάθετος και τραβιόταν προς τα μέσα μάλιστα για λίγο· εκεί γλίστρησε και κρεμάστηκε απ’ τ’ ασημένιο σκοινί. Αλλά ο Φρόντο τον κατέβαζε αργά και σταθερά και έφτασε τέλος. Ο κυριότερος φόβος του ήταν πως το σκοινί θα τελείωνε, όσο που αυτός βρισκόταν ψηλά ακόμα, αλλά είχε ακόμα αρκετό στα χέρια του ο Φρόντο, όταν ο Σαμ έφτασε κάτω και φώναξε: «Είμαι κάτω!» Η φωνή του ανέβηκε καθαρά από κάτω, αλλά ο Φρόντο δεν μπορούσε να τον δει· ο γκρίζος ξωτικομανδύας του είχε σβήσει στο σούρουπο.

Ο Φρόντο χρειάστηκε περισσότερη ώρα για να τον ακολουθήσει. Είχε το σκοινί γύρω απ’ τη μέση του και ήταν δεμένο από ψηλά και το είχε κοντύνει έτσι, ώστε να τον κρατήσει ψηλότερα προτού φτάσει εντελώς κάτω· όμως, δεν ήθελε να διακινδυνεύσει να πέσει και δεν εμπιστευόταν απόλυτα, όπως ο Σαμ αυτό το λεπτό γκρίζο σκοινί. Μ’ όλα αυτά, όμως, βρήκε δύο σημεία που χρειάστηκε να εμπιστευτεί μονάχα σ’ αυτό: λείες επιφάνειες που δεν είχε να πιάσουν ούτε τα δυνατά του χομπιτοδάχτυλα και οι προεξοχές ήταν μακριά η μία από την άλλη. Αλλά, τέλος, βρέθηκε κι αυτός κάτω.

— Εντάξει! φώναξε. Τα καταφέραμε! Ξεφύγαμε από το Έμιν Μιούιλ! Και τώρα τι να κάνουμε; αναρωτιέμαι. Δεν αποκλείεται γρήγορα ν’ αναστενάζουμε, γυρεύοντας ξανά καλό σκληρό βράχο κάτω από τα πόδια μας. Αλλά ο Σαμ δεν απάντησε: κοίταξε πίσω στον γκρεμό ψηλά.

— Βλάκες! είπε. Χαζοί! Το ωραίο μου το σκοινί! Να το δεμένο σ’ ένα κούτσουρο κι εμείς κάτω. Δε θα μπορούσαμε ν’ αφήσουμε ωραιότερη σκάλα για κείνο το λαθρόβιο τον Γκόλουμ. Καλά θα κάνουμε να βάλουμε και μια πινακίδα να δείχνει κατά πού θα πάμε! Καλά μου φάνηκε εμένα πως παραήταν εύκολο!

— Αν μπορείς να σκεφτείς κάποιον τρόπο που να μπορούσαμε και να χρησιμοποιούσαμε το σκοινί και να το φέρναμε κάτω μαζί μας, τότε μπορείς να κολλήσεις σ’ εμένα το «βλάκας» ή ό,τι άλλο σου ’λεγε ο Γέρος σου, είπε ο Φρόντο. Ανέβα και λύσε το και ξανακατέβα, αν θέλεις!

Ο Σαμ έξυσε το κεφάλι του.

— Όχι, δεν μπορώ, να με συμπαθάς, είπε. Αλλά δε μ’ αρέσει να τ’ αφήσω, αυτό το λέω — χάιδεψε την άκρη του σκοινιού και το τίναξε ελαφρά. Μου είναι σκληρό να χωριστώ με ό,τι κι αν έφερα απ’ την Ξωτικοχώρα. Μπορεί να το ’φτιαξε και η ίδια η Γκαλάντριελ, μουρμούρισε κουνώντας το κεφάλι του λυπητερά.

Κοίταξε ψηλά και τράβηξε μια τελευταία φορά το σκοινί σαν αποχαιρετισμό.

Για μεγάλη έκπληξη και των δύο χόμπιτ λύθηκε. Ο Σαμ έπεσε κάτω και οι μακριές γκρίζες κουλούρες γλίστρησαν σιωπηλά πέφτοντας από πάνω του. Ο Φρόντο γέλασε.

— Ποιος έδεσε το σκοινί; είπε. Πάλι καλά που κράτησε όσο κράτησε! Και να σκεφτείς πως εμπιστεύτηκα όλο μου το βάρος στον κόμπο σου!