Выбрать главу

— Σου είναι γνωστά τα λόγια του αινίγματος που έφερε στο Σκιστό Λαγκάδι ο Μπορομίρ; απάντησε ο Φρόντο.

Γύρεψε το Σπαθί που ήταν σπασμένο. Στο Ίμλαντρις μακριά.

— Και βέβαια είναι γνωστά, είπε ο Φαραμίρ κατάπληκτος. Κι αυτό είναι κάποιο σημάδι πως λέτε αλήθεια, αν τα ξέρετε κι εσείς.

— Ο Άραγκορν, που κατονόμασα, έχει το Σπαθί που ήταν Σπασμένο, είπε ο Φρόντο. Κι εμείς είμαστε τ’ Ανθρωπάκια που λέει ο στίχος.

— Αυτό το βλέπω, είπε ο Φαραμίρ σκεπτικά. Ή μάλλον βλέπω πως μπορεί να ’ναι κι έτσι. Και τι είναι ο Χαμός του Ισίλντουρ;

— Αυτό είναι κρυμμένο, απάντησε ο Φρόντο. Δίχως αμφιβολία θά ’ρθει η ώρα που θα ξεκαθαριστεί.

— Πρέπει να μάθουμε περισσότερα γι’ αυτή την υπόθεση, είπε ο Φαραμίρ, και να μάθουμε τι σας φέρνει τόσο μακριά ανατολικά κάτω απ’ τη σκιά αυτού εκεί πέρα — έδειξε με το χέρι του δίχως να ονομάσει. Όχι τώρα όμως. Έχουμε δουλειά τώρα. Βρισκόσαστε σε μεγάλο κίνδυνο και δε θα είχατε πάει μακριά σήμερα ούτε απ’ τα χωράφια ούτε απ’ το δρόμο. Θα πέσει λεπίδι σε λίγο, πριν μεσημεριάσει. Κι ύστερα θάνατος ή γρήγορη φυγή πίσω στον Άντουιν. Θ’ αφήσω δύο να σας φυλάνε και για το δικό σας και για το δικό μου καλό. Ο συνετός άνθρωπος δεν εμπιστεύεται τυχαία συναπαντήματα στο δρόμο σ’ αυτόν εδώ τον τόπο. Αν επιστρέψω, θα κουβεντιάσουμε περισσότερο.

— Έχε γεια! είπε ο Φρόντο, κάνοντας βαθιά υπόκλιση. Ό,τι κι αν σκέπτεσαι, εγώ είμαι φίλος όλων των εχθρών του Ενός Εχθρού. Θα ερχόμασταν μαζί σας, αν εμείς τ’ ανθρωπάκια είχαμε κάποια ελπίδα να σας βοηθήσουμε, μόλο που είσαστε τόσο γεροδεμένοι και δυνατοί, αν μου το επέτρεπε η αποστολή μου. Είθε το φως να λάμψει στα σπαθιά σας!

— Τα Ανθρωπάκια είναι ευγενικός λαός, ό,τι άλλο κι αν είναι, είπε ο Φαραμίρ. Έχετε γεια!

Οι χόμπιτ κάθισαν χάμω πάλι, αλλά δεν είπαν τίποτα ο ένας στον άλλο από τις σκέψεις και τις αμφιβολίες τους. Εκεί κοντά, κάτω απ’ τη δαντελωτή σκιά των σκούρων δαφνόδεντρων, δυο άντρες έμειναν φρουροί. Έβγαζαν τις μάσκες τους πότε πότε για να δροσιστούν, καθώς δυνάμωνε η ζέστη της μέρας, κι ο Φρόντο είδε πως ήταν ομορφοφτιαγμένοι άντρες, με λευκή επιδερμίδα, σκούρα μαλλιά, γκρίζα μάτια και πρόσωπα λυπημένα και περήφανα. Μιλούσαν αναμεταξύ τους χαμηλόφωνα, χρησιμοποιώντας στην αρχή την Κοινή Γλώσσα, αλλά με τρόπο αρχαϊκό, κι ύστερα γύρισαν σ’ άλλη γλώσσα δική τους. Μ’ έκπληξη, καθώς άκουγε ο Φρόντο, κατάλαβε πως μιλούσαν την Ξωτικογλώσσα ή κάποια παραλλαγή της· και τους κοίταξε με θαυμασμό, γιατί κατάλαβε τότε πως αυτοί θα ’πρεπε να ήταν Ντούνεντεν του Νότου, άντρες της γενιάς των Αρχόντων της Μακρινής Δύσης.

Ύστερα από λίγη ώρα τους μίλησε· αλλά ήταν αργοί και προσεχτικοί στις απαντήσεις. Είπαν πως τους έλεγαν Μπάμπλουνγκ και Ντάμροντ, στρατιώτες της Γκόντορ, και πως ήταν Περιφερόμενοι Φύλακες του Ιθίλιεν γιατί κατάγονταν από οικογένειες που κατοικούσαν στο Ιθίλιεν κάποτε, πριν να κατακλυσθεί από τους εχθρούς. Από τέτοιους άντρες ο Άρχοντας Ντένεθορ διάλεγε τα σώματα των επιδρομέων του, που περνούσαν τον Άντουιν μυστικά (πώς ή από πού δεν έλεγαν) για να παρενοχλούν τους Ορκ κι άλλους εχθρούς που κυκλοφορούσαν ανάμεσα στα Έφελ Ντούαθ και στον Ποταμό.

— Είναι σχεδόν δέκα λεύγες από δω ως την ανατολική όχθη του Άντουιν, είπε ο Μάμπλουνγκ, και σπάνια ερχόμαστε τόσο βαθιά. Αλλά έχουμε καινούρια αποστολή σ’ αυτό το ταξίδι, έχουμε έρθει να στήσουμε ενέδρα στους Ανθρώπους του Χάραντ. Καταραμένοι να ’ναι!

— Ναι, κατάρα στους Νότιους! είπε ο Ντάμροντ. Λέγεται πως παλιά η Γκόντορ είχε δοσοληψίες με τα βασίλεια του Χάραντ στο Μακρινό Νοτιά· αν και ποτέ δεν υπήρξε φιλία. Εκείνες τις μέρες τα σύνορά μας έφταναν μακριά στο νοτιά, πέρα απ’ τις εκβολές του Άντουιν, και το Ούμπαρ, το πλησιέστερο απ’ τα βασίλειά τους, αναγνώριζε την εξουσία μας. Αλλά αυτά γίνονταν πολύ παλιά. Έχουν περάσει πολλές γενιές Ανθρώπων ,από τότε που είχαμε τις τελευταίες μας δοσοληψίες. Τώρα τελευταία μάθαμε πως ο Εχθρός πήγε ανάμεσά τους κι έχουν προσχωρήσει σ’ Αυτόν — γιατί ήταν πάντα πρόθυμοι στο θέλημά Του -όπως και πολλοί άλλοι στην Ανατολή. Δεν αμφιβάλλω πως οι μέρες της Γκόντορ είναι μετρημένες και τα τείχη της Μίνας Τίριθ καταδικασμένα στην καταστροφή, τόσο μεγάλη είναι η δύναμη και η κακία Του.

— Αλλ’ όμως δε θα καθίσουμε με τα χέρια σταυρωμένα να Τον αφήσουμε να κάνει ό,τι θέλει Αυτός, είπε ο Μάμπλουνγκ. Αυτοί οι καταραμένοι οι Νότιοι έρχονται τώρα απ’ τους αρχαίους δρόμους για να προστεθούν στις στρατιές του Σκοτεινού Πύργου. Ναι, απ’ αυτούς τους ίδιους δρόμους που έφτιαξε η τέχνη της Γκόντορ. Και περνούν με όλο και λιγότερες προφυλάξεις, μαθαίνουμε, νομίζοντας πως η δύναμη του καινούριου τους αφέντη είναι αρκετά μεγάλη, ώστε και η σκιά μονάχα των λόφων Του να τους προστατεύει. Ήρθαμε να τους δώσουμε κι άλλο ένα μάθημα. Μάθαμε πριν λίγες μέρες πως μεγάλες δυνάμεις τους βαδίζουν προς Βορρά. Ένα από τα τάγματά τους υπολογίζουμε πως θα περάσει από δω, πριν το μεσημέρι — απ’ το δρόμο ψηλότερα, εκεί που διασχίζει το όρυγμα. Ο δρόμος μπορεί να περάσει, όχι όμως κι αυτοί! Όχι, όσο ο Φαραμίρ είναι αρχηγός. Αυτός βρίσκεται επικεφαλής τώρα όλων των επικίνδυνων επιχειρήσεων. Αλλά έχει το κοκαλάκι της νυχτερίδας ή η μοίρα τον φυλάει για κάποιον άλλο σκοπό.