Выбрать главу

Προς μεγάλη έκπληξη και φόβο και παντοτινή χαρά του, ο Σαμ είδε μια θεόρατη μορφή να τσακίζει τα δέντρα και να κατεβαίνει ορμητικά την πλαγιά. Μεγάλη σαν σπίτι του φάνηκε, πολύ μεγαλύτερη από σπίτι, ένας γκριζοντυμένος κινούμενος λόφος. Ο φόβος κι ο θαυμασμός μπορεί να τον μεγάλωσαν στα μάτια του χόμπιτ, αλλά ο Mûmak του Χάραντ ήταν στ’ αλήθεια ζώο τεραστίων διαστάσεων και όμοιό του δεν υπάρχει τώρα στη Μέση-γη· οι απόγονοι του, που ακόμα ζουν τις επόμενες μέρες, δεν είναι παρά αναμνήσεις του μεγέθους και της μεγαλοπρέπειάς του. Ερχόταν καταπάνω τους ακάθεκτος κι ύστερα άλλαξε πορεία την τελευταία στιγμή, περνώντας λίγες μόνο γιάρδες μακρύτερα, κάνοντας τη γη να τρέμει κάτω από τα πόδια του — τα τεράστια σαν δέντρα πόδια του, απλωμένα σαν παντιέρες θεόρατα αυτιά του τη μακριά προβοσκίδα του ανασηκωμένη σαν πελώριο φίδι έτοιμο να χτυπήσει, τα μικρά κόκκινα μάτια του όλο θυμό. Οι γυριστοί προς τα πάνω χαυλιόδοντές του, που έμοιαζαν με κέρατα, ήταν ντυμένοι με χρυσά βραχιόλια κι έσταζαν αίμα. Τα χρυσοκόκκινα στολίδια του ανέμιζαν άγρια, κουρελιασμένα. Κάτι συντρίμμια, που έμοιαζαν να προέρχονται από έναν αληθινό πολεμικό πυργίσκο, ήταν σωριασμένα στη λαχανιασμένη ράχη του, κομματιασμένα απ’ το έξαλλο πέρασμά του μέσα από το δάσος· και ψηλά πάνω στο σβέρκο του εξακολουθούσε να ’ναι απελπισμένα κολλημένη μια μικροσκοπική μορφή — το κορμί ενός πανίσχυρου πολεμιστή, ενός γίγαντα ανάμεσα στους Αραπάδες.

Το τεράστιο θηρίο εξακολουθούσε να χτυπιέται τυφλωμένο από το θυμό του, περνώντας λιμνούλες και σύδεντρα. Βέλη αναπηδούσαν κι έσπαζαν δίχως να προξενούν βλάβη πάνω στο τριπλό πετσί στα καπούλια του. Άντρες και των δύο παρατάξεων έτρεχαν να φύγουν απ’ το πέρασμά του, αλλά πρόλαβε πολλούς και τους ποδοπάτησε. Γρήγορα χάθηκε από τα μάτια τους εξακολουθώντας να σαλπίζει και να ποδοπατάει μακριά. Ο Σαμ ποτέ δεν έμαθε τι απόγινε: αν ξέφυγε και τριγύριζε ελεύθερος για καιρό, ώσπου χάθηκε μακριά απ’ την πατρίδα του, ή αν παγιδεύτηκε σε κάποιο βαθύ χαντάκι· ή αν συνέχισε τη λυσσασμένη πορεία του, ώσπου έπεσε στο Μεγάλο Ποταμό που τον κατάπιε.

Ο Σαμ πήρε μια βαθιά ανάσα.

— Ήταν Ολίφαντας! είπε. Άρα υπάρχουν Ολίφαντες κι εγώ είδα έναν. Τι σου είναι η ζωή! Αλλά κανείς δεν πρόκειται να με πιστέψει στην πατρίδα. Λοιπόν, αν ξεμπερδέψαμε, θα κοιμηθώ λιγάκι.

— Κοιμήσου τώρα που μπορείς, είπε ο Μάμπλουνγκ. Αλλά ο Καπετάνιος θα γυρίσει, αν δεν έχει χτυπηθεί· και όταν έρθει θα φύγουμε γρήγορα. Θα μας κυνηγήσουν αμέσως μόλις οι πληροφορίες για το κατόρθωμά μας φτάσουν στον Εχθρό, κι αυτό δε θ’ αργήσει να γίνει.

— Αν χρειαστεί να φύγετε, μην κάνετε θόρυβο! είπε ο Σαμ. Δε χρειάζεται να μου χαλάσετε τον ύπνο. Όλη τη νύχτα περπάταγα.

Ο Μάμπλουνγκ γέλασε.

— Δε νομίζω πως ο Καπετάνιος θα σ’ αφήσει εδώ, κυρ Σάμγουάιζ, είπε. Θα δεις όμως.

Κεφάλαιο V

ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΣΤΗ ΔΥΣΗ

Του Σαμ του φάνηκε πως μόλις κι είχε ξεκλέψει έναν υπνάκο για λίγα λεπτά σαν ξύπνησε και είδε πως ήταν απόγευμα κι ο Φαραμίρ είχε γυρίσει. Είχε φέρει πολλούς άντρες μαζί του· δηλαδή, όλοι όσοι είχαν επιζήσει από την επίθεση ήταν τώρα συγκεντρωμένοι στην πλαγιά παραπέρα, κάπου διακόσιοι ή τριακόσιοι. Κάθονταν σχηματίζοντας ένα μεγάλο ημικύκλιο και στη μέση καθόταν καταγής ο Φαραμίρ, ενώ ο Φρόντο στεκόταν μπροστά του. Η σκηνή είχε παράξενη όψη, λες και γινόταν δίκη αιχμαλώτου.

Ο Σαμ σύρθηκε και βγήκε από τις φτέρες, αλλά κανείς δεν του έδωσε την παραμικρή σημασία, και πήγε και κάθισε άκρη άκρη εκεί που τελείωναν οι σειρές των αντρών, απ’ όπου μπορούσε να δει και ν’ ακούσει όλα όσα συνέβαιναν. Παρακολουθούσε και άκουγε με μεγάλη προσοχή, έτοιμος να τρέξει να Βοηθήσει τον κύριό του, αν χρειαζόταν. Μπορούσε να δει το πρόσωπο του Φαραμίρ, που ήταν τώρα ακάλυπτο: ήταν αυστηρό κι επιβλητικό, και πίσω από την ερευνητική του ματιά κρυβόταν νους κοφτερός. Αμφιβολία καθρεφτιζόταν στα γκρίζα του μάτια, που κοίταζαν σταθερά το Φρόντο.

Ο Σαμ γρήγορα κατάλαβε πως ο Καπετάνιος δεν ήταν ικανοποιημένος με τη διήγηση του Φρόντο σε πολλά σημεία — τι ρόλο είχε να παίξει στην Ομάδα που ξεκίνησε απ’ το Σκιστό Λαγκάδι· γιατί είχε αφήσει τον Μπορομίρ· και πού πήγαινε τώρα. Ιδιαίτερα όλο και ξαναγύριζε στο Χαμό του Ισίλντουρ. Ήταν φανερό πως έβλεπε ότι ο Φρόντο του κρατούσε κρυφή κάποια πολύ σπουδαία υπόθεση.

— Μα ήταν με τον ερχομό του Ανθρωπάκου που θα ξυπνούσε ο Χαμός του Ισίλντουρ, ή τουλάχιστον έτσι πρέπει να εξηγηθούν τα λόγια, επέμεινε. Αν, λοιπόν, εσύ είσαι το Ανθρωπάκι που λέει, σίγουρα εσύ το έφερες αυτό το πράγμα, ό,τι κι αν είναι, στο Συμβούλιο που λες, κι εκεί το είδε ο Μπορομίρ. Το αρνείσαι;