Выбрать главу

— Τουλάχιστο, για καλή μας τύχη, ήρθαμε την κατάλληλη ώρα για να σας ανταμείψουμε για την υπομονή σας, είπε ο Φαραμίρ. Αυτό είναι το Παράθυρο του Ηλιοβασιλέματος, το Χένεθ Ανούν, ο ωραιότερος καταρράκτης σ’ όλο το Ιθίλιεν, που είναι η γη με τις πολλές πηγές. Ελάχιστοι ξένοι το έχουν ποτέ δει. Αλλά πίσω του δεν υπάρχει Βασιλική αίθουσα που να του ταιριάζει. Μπείτε τώρα να δείτε!

Όσο μιλούσε ο ήλιος έδυσε και η φωτιά ξεθώριασε στο νερό που κυλούσε. Στράφηκαν και πέρασαν κάτω απ’ τη χαμηλή απειλητική καμάρα. Αμέσως βρέθηκαν σε μια πέτρινη αίθουσα, ανώμαλη κι ευρύχωρη με ανισόπεδη κυρτή οροφή. Μερικές δάδες ήταν αναμμένες κι έριχναν ένα αδύνατο φως στους γυαλιστερούς τοίχους. Πολλοί άντρες ήταν κιόλας εκεί. Άλλοι έρχονταν ακόμα δυο δυο ή τρεις μαζί από μια στενή πόρτα στη μια πλευρά. Καθώς τα μάτια τους συνήθιζαν στο μισοσκόταδο οι χόμπιτ είδαν πως η σπηλιά ήταν πολύ πιο ευρύχωρη απ’ όσο είχαν υποθέσει και ήταν γεμάτη με μεγάλα αποθέματα όπλων και τροφίμων.

— Λοιπόν, να το καταφύγιό μας, είπε ο Φαραμίρ. Δεν είναι τόπος με μεγάλες ανέσεις, αλλά εδώ μπορείτε να περάσετε τη νύχτα σας ήσυχοι. Είναι τουλάχιστο στεγνό και υπάρχει φαγητό, όχι όμως και φωτιά. Κάποτε το νερό περνούσε μέσα από αυτή τη σπηλιά κι έβγαινε απ’ την καμάρα, αλλά εργάτες τον παλιό καιρό άλλαξαν την πορεία του ψηλότερα στη στενοποριά κι έστειλαν το νερό να πέφτει από έναν καταρράκτη σε διπλάσιο ύψος πάνω από βράχους ψηλά πάνωθέ μας. Όλα τα περάσματα σ’ αυτή τη σπηλιά τότε σφραγίστηκαν, ώστε να μην μπαίνει νερό ή οτιδήποτε άλλο, όλα εκτός από ένα. Τώρα υπάρχουν μόνο δύο διέξοδοι: εκείνο το πέρασμα εκεί πέρα, απ’ όπου μπήκατε με δεμένα τα μάτια, και μέσα απ’ την κουρτίνα του Παράθυρου που βγάζει σ’ ένα βαθύ κοίλωμα γεμάτο κοφτερές πέτρες. Τώρα ξεκουραστείτε λιγάκι, ώσπου να στρωθεί το βραδινό τραπέζι.

Πήγαν τους δύο χόμπιτ σε μια γωνιά και τους έδωσαν ένα χαμηλό κρεβάτι να ξαπλώσουν, αν ήθελαν. Στο μεταξύ οι άντρες ασχολήθηκαν ο καθένας με τη δουλειά του στη σπηλιά, ήσυχα, τακτικά και γρήγορα. Πήραν ελαφριά τραπέζια απ’ τον τοίχο και τα έβαλαν σε τρίποδα και τα γέμισαν με τα απαραίτητα πιατικά. Αυτά ήταν απλά και κατά το μεγαλύτερο μέρος αστόλιστα, αλλά όλα ήταν καλά κι ομορφοφτιαγμένα — στρογγυλά πιάτα, γαβάθες και πιατέλες από βερνικωμένο καφετί πηλό ή πύξινα τορνεμένα, λεία και καθαρά. Πέρα δώθε είχε και καμιά κούπα ή λεκάνη από γυαλισμένο μπρούντζο· κι ένα κύπελλο από απλό ασήμι στεκόταν στη θέση του Καπετάνιου καταμεσής στο πιο μέσα τραπέζι.

Ο Φαραμίρ κυκλοφορούσε ανάμεσα στους άντρες, ρωτώντας με σιγανή φωνή τον καθένα καθώς έμπαινε. Μερικοί γύριζαν από την καταδίωξη των Νότιων άλλοι, που τους είχαν αφήσει πίσω ν’ ανιχνεύσουν, γύρισαν πιο τελευταίοι. Για όλους τους Νότιους δόθηκε αναφορά, εκτός απ’ το μεγάλο mûmak: κανείς δεν ήξερε τι απέγινε. Καμιά κίνηση δε φαινόταν από μέρους του εχθρού· δεν κυκλοφορούσε έξω ούτε ένας κατάσκοπος Ορκ.

— Δεν είδες ούτε άκουσες τίποτα, Άνμπορν; ρώτησε ο Φαραμίρ τον τελευταίο που ήρθε.

— Να, όχι, άρχοντα, είπε ο άντρας. Τουλάχιστον, όχι Ορκ. Αλλά είδα, ή νόμισα πως είδα, κάτι λίγο παράξενο. Είχε σκοτεινιάσει για καλά, τότε που τα μάτια κάνουν τα πράγματα πιο μεγάλα απ’ ό,τι πρέπει. Γι’ αυτό μπορεί και να μην ήταν τίποτα παραπάνω από σκίουρος.

Ο Σαμ τέντωσε τ’ αυτιά του.

— Πάντως, αν ήταν, ήταν μαύρος σκίουρος, και δεν είδα ουρά. Ήταν σαν σκιά στο χώμα κι εξαφανίστηκε πίσω από έναν κορμό δέντρου όταν πλησίασα και σκαρφάλωσε ψηλά τόσο γρήγορα, όσο κι ένας σκίουρος. Μας έχεις πει να μη σκοτώνουμε αγρίμια δίχως λόγο, και δε φάνηκε πια, γι’ αυτό δε δοκίμασα να ρίξω βέλος. Κι οπωσδήποτε ήταν πολύ σκοτεινά για να ρίξω στα σίγουρα και το πλάσμα κρύφτηκε μες στης φυλλωσιάς τη σκοτεινιά, ώσπου ν’ ανοιγοκλείσεις τα μάτια σου. Αλλά έμεινα για λίγο, γιατί φαινόταν παράξενο, κι ύστερα βιάστηκα να γυρίσω πίσω. Νομίζω πως το άκουσα να σφυρίζει εναντίον μου από ψηλά, καθώς έφευγα. Μπορεί να ήταν ένας μεγάλος σκίουρος. Μπορεί κάτω απ’ τη σκιά του Ακατονόμαστου μερικά απ’ τ’ αγρίμια του Δάσους της Σκοτεινιάς να πλανιούνται στα δάση μας. Έχουν, λέει, μαύρους σκίουρους εκεί.

— Μπορεί, είπε ο Φαραμίρ. Θα ήταν όμως κακός οιωνός αν πραγματικά συμβαίνει. Δε θέλουμε τους δραπέτες του Δάσους της Σκοτεινιάς στο Ιθίλιεν.

Στο Σαμ φάνηκε πως έριξε μια γρήγορη ματιά κατά τους χόμπιτ καθώς μιλούσε· αλλά ο Σαμ δεν είπε τίποτα. Για λίγη ώρα αυτός και ο Φρόντο έμειναν ξαπλωμένοι και κοίταζαν το φως των δαυλών και τους άντρες που πηγαινοέρχονταν κουβεντιάζοντας χαμηλόφωνα. Ύστερα απότομα ο Φρόντο αποικοιμήθηκε.