— Κρίμα που οι φίλοι μας βρίσκονται ανάμεσα, είπε ο Γκίμλι. Αν συνόρευε το Ίσενγκαρντ με τη Μόρντορ, τότε αυτοί θα πολεμούσαν κι εμείς θα παρακολουθούσαμε και θα περιμέναμε.
— Ο νικητής θα έβγαινε δυνατότερος κι απ’ τους δύο και απαλλαγμένος από κάθε αμφιβολία, είπε ο Γκάνταλφ. Αλλά το Ίσενγκαρντ δεν μπορεί να τα βάλει με τη Μόρντορ, αν δεν αποκτήσει πρώτα το Δαχτυλίδι ο Σάρουμαν. Αυτό, όμως, ποτέ δε θα το καταφέρει τώρα. Ακόμα δεν ξέρει τον κίνδυνο που διατρέχει. Είναι πολλά που δεν ξέρει. Ήταν τόσο ανυπόμονος να βάλει χέρι στη λεία του, που δεν περίμενε στο σπίτι του, αλλά βγήκε να κατασκοπεύσει τους απεσταλμένους του. Μα έφτασε πολύ αργά, αυτή τη φορά, και η μάχη είχε τελειώσει πολύ πριν φτάσει σ’ αυτά τα μέρη και δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να βοηθήσει. Δεν έμεινε πολύ εδώ. Εγώ διαβάζω τη σκέψη του και βλέπω την αμφιβολία του. Δεν ξέρει από δάση. Πιστεύει πως οι καβαλάρηδες τους έκοψαν και τους έκαψαν όλους στο πεδίο της μάχης· αλλά δεν ξέρει αν οι Ορκ έφερναν κανέναν αιχμάλωτο ή όχι. Και δεν ξέρει για τον καβγά ανάμεσα στους υπηρέτες του και στους Ορκ της Μόρντορ· ούτε ξέρει για το Φτερωτό Αγγελιαφόρο.
— Το Φτερωτό Αγγελιαφόρο! φώναξε ο Λέγκολας. Τον σκότωσα με το τόξο της Γκαλάντριελ πάνω απ’ το Σαρν Γκεμπίρ και τον έριξα απ’ τον ουρανό. Μας πλημμύρισε όλους φόβο. Τι νέος τρόμος είναι αυτός;
— Κάποιος, που δεν μπορείς να σκοτώσεις με βέλη, είπε ο Γκάνταλφ. Σκότωσες μονάχα το άτι του. Ήταν καλή δουλειά· αλλά ο Καβαλάρης πήρε άλλο γρήγορα. Γιατί ήταν ένας Νάζγκουλ, ένας από τους Εννέα που τώρα ιππεύουν φτερωτά άτια. Πολύ γρήγορα ο τρόμος τους θα σκιάσει τα τελευταία στρατεύματα των φίλων μας, κρύβοντας τον ήλιο. Αλλά δεν έχουν ακόμα πάρει άδεια να περάσουν το Ποτάμι κι ο Σάρουμαν δεν ξέρει αυτό το καινούριο σχήμα που έχουν ντυθεί τα Δαχτυλιδοφαντάσματα. Η σκέψη του είναι πάντα στο Δαχτυλίδι. Ήταν στη μάχη; Βρέθηκε; Τι θα γίνει αν ο Θέοντεν, ο Άρχοντας του Μαρκ, το βρει και μάθει τη δύναμή του; Αυτός είναι ο κίνδυνος που βλέπει κι έχει τρέξει πίσω στο Ίσενγκαρντ να διπλασιάσει και να τριπλασιάσει την επίθεσή του στο Ρόαν. Κι όλη αυτή την ώρα υπάρχει ένας άλλος κίνδυνος, πολύ κοντά, που δεν τον βλέπει, απασχολημένος με τις πύρινες σκέψεις του. Έχει ξεχάσει το Δεντρογένη.
— Τώρα τα λες πάλι στον εαυτό σου, είπε ο Άραγκορν μ’ ένα χαμόγελο. Δεν τον ξέρω το Δεντρογένη. Κι έχω μαντέψει μέρος της διπλής προδοσίας του Σάρουμαν αλλά, όμως, δε βλέπω τι σκοπό εξυπηρέτησε ο ερχομός δύο χόμπιτ στο Φάνγκορν, εκτός από το να μας ταλαιπωρήσει μ’ ένα μεγάλο κι άκαρπο κυνηγητό.
— Για μια στιγμή! φώναξε ο Γκίμλι. Είναι και κάτι άλλο που θα ’θελα να ξέρω. Ήσουν εσύ, Γκάνταλφ, ή ο Σάρουμαν αυτός που είδαμε χθες βράδυ;
— Εμένα σίγουρα δε με είδατε, απάντησε ο Γκάνταλφ, άρα θα πρέπει να υποθέσω πως είδατε το Σάρουμαν. Είναι φανερό πως μοιάζουμε τόσο, ώστε η επιθυμία σου να μου κάνεις ανεπανόρθωτο βούλιαγμα στο καπέλο πρέπει να συγχωρεθεί.
— Ωραία, ωραία! είπε ο Γκίμλι. Χαίρομαι που δεν ήσουν εσύ. Ο Γκάνταλφ ξαναγέλασε.
— Ναι, καλέ μου Νάνε, είπε, είναι ανακούφιση να μην κάνεις σ’ όλα τα σημεία λάθος. Αυτό εγώ το ξέρω και πολύ καλά μάλιστα! Αλλά, φυσικά, ποτέ δε σε κατηγόρησα για την υποδοχή που μου έκανες. Πώς θα μπορούσα να το κάνω, εγώ που έχω τόσο συχνά συμβουλέψει τους φίλους μου να υποψιάζονται ακόμα και τα χέρια τους, όταν έχουν δοσοληψίες με τον Εχθρό. Να είσαι ευλογημένος, Γκίμλι, γιε του Γκλόιν! Ίσως μια μέρα να μας δεις και τους δύο μαζί και να κρίνεις!
— Αλλά οι χόμπιτ; έκοψε ο Λέγκολας. Έχουμε κάνει πολύ δρόμο γυρεύοντάς τους κι εσύ φαίνεται να ξέρεις πού είναι. Πού είναι τώρα;
— Με το Δεντρογένη και τους Εντ, είπε ο Γκάνταλφ.
— Τους Εντ; ξεφώνισε ο Άραγκορν. Άρα υπάρχει αλήθεια στους παλιούς θρύλους γι’ αυτούς που ζουν βαθιά στα δάση και για τους γιγάντιους βοσκούς των δέντρων; Υπάρχουν ακόμα Εντ στον κόσμο; Εγώ νόμιζα πως ήταν μόνον ανάμνηση των αρχαίων ημερών, αν βέβαια ήταν κάτι παραπάνω από απλός θρύλος του Ρόαν.
— Θρύλος του Ρόαν! φώναξε ο Λέγκολας. Όχι, κάθε Ξωτικό στην Ερημιά έχει τραγουδήσει τραγούδια για τους αρχαίους Ονόντριμ και τη μακρόχρονη λύπη τους. Πάντως, κι ανάμεσά μας είναι μονάχα ανάμνηση. Αν τύχαινε και συναντούσα ένα να περπατάει ακόμα σ’ αυτόν τον κόσμο, τότε στ’ αλήθεια θα ένιωθα νέος ξανά! Αλλά Δεντρογένης δεν είναι παρά μόνον η απόδοση του Φάνγκορν στην Κοινή Γλώσσα· όμως, εσύ φαίνεται να μιλάς για κάποιο πρόσωπο. Ποιος είναι αυτός ο Δεντρογένης;