– Φαντάζομαι πως έχεις δίκιο, κύριε Φρόντο, είπε ο Σαμ. Άκουσα μι;ρικά όμορφα ονόματα στα ταξίδια μου, φαντάζομαι όμως πως είναι πολύ μεγαλόπρεπα για καθημερινή χρήση, όπως θα ’λεγες. Ο Γέρος λέει: «Πες το σύντομο, για να μη χρειαστεί να το συντομέψεις όταν το χρησιμοποιείς». Αλλά αν είναι λουλουδένιο όνομα, τότε δε με νοιάζει αν θα ’ναι μεγάλο: πρέπει να είναι όμορφο λουλούδι, βλέπεις, γιατί νομίζω πως είναι πολύ όμορφη και θα γίνει ακόμα ομορφότερη.
Ο Φρόντο συλλογίστηκε μια στιγμή.
– Λοιπόν, Σαμ, τι θα ’λεγες για elanor, το ηλιολούλουδο, θυμάσαι το μικρό χρυσαφένιο λουλουδάκι στο γρασίδι του Λοθλόριεν;
– Το πέτυχες πάλι, κύριε Φρόντο! είπε ο Σαμ κατενθουσιασμένος. Αυτό ήθελα.
Η μικρή Έλανορ ήταν σχεδόν έξι μηνών και το 1421 είχε μπει στο φθινόπωρο, όταν ο Φρόντο κάλεσε το Σαμ στο γραφείο του.
– Την Πέμπτη θα ’ναι τα Γενέθλια του Γέρο Μπίλμπο, Σαμ, είπε, Και θα ξεπεράσει το Γέρο Τουκ. Θα κλείσει τα εκατόν τριάντα ένα!
– Βέβαια! είπε ο Σαμ. Είναι καταπληκτικός!
– Λοιπόν, Σαμ, είπε ο Φρόντο. Θέλω να δεις τη Ρόζι και να μάθεις αν μπορεί να σε αφήσει, για να πάμε κάπου μαζί. Δεν μπορείς τώρα να πας μακριά ή να λείψεις για καιρό, φυσικά, είπε λίγο μελαγχολικά.
– Λοιπόν, όχι και πολύ εύκολα, κύριε Φρόντο.
– Και βέβαια όχι. Δεν πειράζει όμως. Θα μου κάνεις παρέα. Πες στη Ρόζι πως δε θα λείψεις πολύ, όχι πάνω από δεκαπέντε μέρες· και θα γυρίσεις σώος και αβλαβής.
– Μακάρι να ερχόμουν μαζί σου όλο το δρόμο ως το Σκιστό Λαγκάδι, κύριε Φρόντο, και να ’βλεπα τον κύριο Μπίλμπο, είπε ο Σαμ. Κι όμως, το μόνο μέρος που θέλω στ’ αλήθεια να ’μαι, είναι εδώ. Νιώθω έτσι σαν κομμένος στα δύο.
Τις επόμενες μια δυο μέρες ο Φρόντο ξαναπέρασε μια ματιά τα χαρτιά του και τα χειρόγραφά του μαζί με το Σαμ και παρέδωσε τα κλειδιά του. Υπήρχε ένα μεγάλο βιβλίο με σκέτο κόκκινο δερμάτινο εξώφυλλο· οι μεγάλες σελίδες του ήταν τώρα σχεδόν γεμάτες. Στην αρχή είχε πολλά φύλλα γεμάτα με το ψιλό και καθόλου στρωτό γραφικό χαρακτήρα του Μπίλμπο αλλά το περισσότερο ήταν γραμμένο απ’ το σταθερό κι αβίαστο χέρι του Φρόντο. Ήταν χωρισμένο σε κεφάλαια, αλλά το Κεφάλαιο 80 ήταν ατελείωτο και ύστερα υπήρχαν μερικές άδειες σελίδες. Η σελίδα με τον τίτλο είχε πολλούς τίτλους, που τους είχαν διαγράψει τον ένα μετά τον άλλο, έτσι:
Το Ημερολόγιό μου. Το Απρόσμενο Ταξίδι μου. Εκεί και Πίσω Πάλι. Και Τι Έγινε Μετά.
Οι Περιπέτειες Πέντε Χόμπιτ. Π Ιστορία του Μεγάλου Δαχτυλιδιού, που έχει συνταχθεί από τον Μπίλμπο Μπάγκινς σύμφωνα με τις προσωπικές του παρατηρήσεις και τις διηγήσεις των φίλων του. Τι κάναμε στον Πόλεμο του Δαχτυλιδιού.
Εδώ τελείωνε ο γραφικός χαρακτήρας του Μπίλμπο και ο Φρόντο είχε γράψει:
(όπως το είδαν τα Ανθρωπάκια· αποτελεί τα απομνημονεύματα του Μπίλμπο και του Φρόντο από το Σάιρ και συμπεριλαμβάνει τις διηγήσεις των φίλων τους και το συμπληρώνουν οι γνώσεις των Σοφών).
Μαζί με αποσπάσματα από τα Βιβλία των Παραδόσεων, μεταφρασμένα από τον Μπίλμπο στο Σκιστό Λαγκάδι.
– Μπράβο, κοντεύεις να το τελειώσεις, κύριε Φρόντο! αναφώνησε ο Σαμ. Πάντως, το δούλεψες πολύ, πρέπει να πω.
– Έχω εντελώς τελειώσει, Σαμ, είπε ο Φρόντο. Οι τελευταίες σελίδες είναι για σένα.
Στις 21 Σεπτεμβρίου ξεκίνησαν μαζί. Ο Φρόντο πάνω στο πόνυ που τον είχε φέρει όλο το δρόμο από τη Μίνας Τίριθ, και το έλεγαν τώρα Γοργοπόδαρο, και ο Σαμ στον αγαπημένο του Μπιλ. Ήταν ένα όμορφα χρυσαφένιο πρωινό και ο Σαμ δε ρώτησε πού πήγαιναν – πίστευε πως μπορούσε να μαντέψει.
Πήραν το δρόμο του Στοκ περνώντας τους λόφους με κατεύθυνση προς το Γούντι Εντ κι άφησαν τα πόνυ τους να πηγαίνουν χωρίς να βιάζονται. Διανυκτέρευσαν στους Πράσινους Λόφους και στις 22 Σεπτεμβρίου κατηφόρισαν μαλακά στα πρώτα δέντρα καθώς έφευγε τ’ απομεσήμερο.
– Μη μου πεις πως δεν είναι αυτό το δέντρο που κρύφτηκες, όταν ο Μαύρος Καβαλάρης πρωτοπαρουσιάστηκε, κύριε Φρόντο! είπε ο Σαμ, δείχνοντας αριστερά. Μοιάζει όνειρο τώρα.
Ήταν βράδυ και τ’ αστέρια λαμπύριζαν στον ουρανό ανατολικά καθώς πέρασαν την κούφια βελανιδιά κι έστριψαν και κατηφόρισαν το λόφο ανάμεσα στις συστάδες από φουντουκιές. Ο Σαμ ήταν σιωπηλός, βυθισμένος στις αναμνήσεις. Σε λίγο πήρε είδηση ότι ο Φρόντο σιγοτραγουδούσε το παλιό τραγούδι περιπάτου, αλλά τα λόγια δεν ήταν εντελώς τα ίδια.