Выбрать главу

Ο Ματ ξεφύσηξε. “Που να σου λέω για τα Τέκνα του Φωτός”, είπε, με ένα ειρωνικό βλέμμα, στον Ραντ.

Ο Θομ δεν του έδωσε σημασία. “Αν έβλεπε μόνο ο ένας αυτό το όνειρο...” Τράβηξε με δύναμη το μουστάκι του. “Πείτε μου ό,τι μπορείτε να θυμηθείτε. Την παραμικρή λεπτομέρεια”. Ενώ άκουγε, συνέχιζε να ρίχνει επιφυλακτικές ματιές.

“...ονόμασε τους άνδρες που είπε ότι είχαν χρησιμοποιηθεί”, είπε στο τέλος ο Ραντ. Του φαινόταν πως όλα τα άλλα τα είχε πει. “Γκουαίρ Αμαλάσαν. Ραολίν Ντάρκσμπεην”.

“Ντάβιαν”, πρόσθεσε ο Ματ προλαβαίνοντας τον. “Και ο Γιούριαν Στόουνμποου”.

“Και ο Λογκαίν”, ολοκλήρωσε ο Ραντ.

“Επικίνδυνα ονόματα”, μουρμούρισε ο Θομ. Τα μάτια του έμοιαζαν να τους τρυπούν ακόμα πιο βαθιά. “Επικίνδυνα, σχεδόν όσο και το άλλο, με άλλο τρόπο. Όλοι νεκροί τώρα, εκτός από τον Λογκαίν. Μερικοί πεθαμένοι από καιρό. Ο Ραολίν Ντάρκσμπεην εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια. Αλλά επικίνδυνα, δεν χωρά κουβέντα. Οι περισσότεροι δεν θα τα αναγνώριζαν, αν όμως τα ακούσει ο λάθος άνθρωπος...”

“Μα ποιοι είναι;” είπε ο Ραντ.

“Ανθρωποι”, μουρμούρισε ο Θομ. “Ανθρωποι που έσεισαν τους στύλους του ουρανού και τράνταξαν τον κόσμο συθέμελα”. Κούνησε το κεφάλι. “Δεν έχει σημασία. Ξεχάστε τους. Τώρα είναι χώμα”.

“Τότε ο... τους χρησιμοποίησε, όπως είπε;” ρώτησε ο Ματ. “Και σκοτώθηκαν;”

“Θα μπορούσατε να πείτε ότι τους σκότωσε ο Λευκός Πύργος. Θα μπορούσατε να πείτε”. Ο Θομ έσφιξε για μια στιγμή τα χείλη κι έπειτα σήκωσε πάλι τους ώμους. “Αλλά να τους χρησιμοποίησε...; Όχι, δεν βλέπω κάτι τέτοιο. Το Φως ξέρει ότι η Έδρα της Αμερλιν μηχανορραφεί συνεχώς, αλλά αυτό δεν το βλέπω”.

Ο Ματ ανατρίχιασε. “Είπε τόσα πράγματα. Τρελά πράγματα. Όλα εκείνα για τον Λουζ Θέριν, τον Φονιά, και τον Αρτουρ τον Γερακόφτερο. Και τον Οφθαλμό του Κόσμου. Τι στο Φως είναι τούτο;”

“Ένας θρύλος”, είπε αργά ο Βάρδος. “Ίσως. Θρύλος πασίγνωστος, σαν το Κέρας του Βαλίρ, τουλάχιστον στις Μεθόριους.

Εκεί πάνω οι νεαροί πηγαίνουν να κυνηγήσουν τον Οφθαλμό του Κόσμου, όπως οι νεαροί του Ίλιαν κυνηγούν το Κέρας. Ίσως θρύλος”.

“Τι κάνουμε, Θομ;” είπε ο Ραντ. “Της το λέμε; Δεν θέλω άλλα τέτοια όνειρα. Ίσως εκείνη μπορέσει να κάνει κάτι”.

“Ίσως δεν θα μας άρεσε αυτό που θα κάνει”, γρύλισε ο Ματ.

Ο Θομ τους κοίταξε εξεταστικά, ενώ συλλογιζόταν και χάιδευε το μουστάκι με την άρθρωση του δαχτύλου του. “Εγώ λέω να καθίσετε ήσυχοι”, είπε τελικά. “Μην το πείτε σε κανέναν, τουλάχιστον προς το παρόν. Αργότερα μπορείτε να αλλάξετε γνώμη, αν χρειαστεί, αλλά από την στιγμή που θα το πείτε, πάει, έγινε, και θα μπλέξετε ακόμα πιο βαθιά... μαζί της”. Ξαφνικά όρθωσε το κορμί του, η καμπουριασμένη στάση σχεδόν χάθηκε. “Το άλλο παλικάρι! Είπατε ότι είδε το ίδιο όνειρο; Έχει μυαλό, θα καταλάβει ότι δεν πρέπει να μιλήσει;”

“Έτσι νομίζω”, είπε ο Ραντ, ενώ ταυτόχρονα ο Ματ έλεγε, “Πηγαίναμε στο πανδοχείο να τον προειδοποιήσουμε”.

“Το Φως να δεήσει να μην φτάσουμε αργά!” Με τον μανδύα να πεταρίζει στους αστραγάλους του και τα μπαλώματα του μανδύα να φτερουγίζουν στον άνεμο, ο Θομ βγήκε με μεγάλες δρασκελιές από το στενό και κοίταξε πάνω από τον ώμο του, δίχως να σταματήσει. “Λοιπόν; Τα πόδια σας ρίζωσαν στο χώμα;”

Ο Ραντ και ο Ματ έτρεξαν ξοπίσω του, αλλά εκείνος δεν στάθηκε να τους περιμένει. Αυτή τη φορά δεν σταματούσε, ούτε για τους ανθρώπους που κοίταζαν το μανδύα του, ούτε ακόμα και για κείνους που τον χαιρετούσαν ως Βάρδο. Χιμούσε στους πολυπληθείς δρόμους σαν να ήταν άδειοι και ο Ραντ με τον Ματ έτρεχαν, σχεδόν, για να τον προφτάσουν. Πολύ πιο γρήγορα απ’ όσο περίμεναν, βρέθηκαν στο Ελάφι και το Λιοντάρι.

Εκεί που έκαναν να μπουν, ο Πέριν βγήκε φουριόζος, προσπαθώντας να ρίξει το μανδύα στους ώμους του καθώς έτρεχε. Παραλίγο θα γλιστρούσε στην προσπάθειά του να μην τους τσαλαπατήσει. “Βγήκα να ψάξω για σας τους δύο”, είπε λαχανιασμένος, όταν ξαναβρήκε την ισορροπία του.

Ο Ραντ τον άρπαξε από το μπράτσο. “Είπες σε κανέναν για το όνειρο;”

“Πες ότι δεν το είπες”, είπε ο Ματ απαιτητικά.

“Έχει μεγάλη σημασία”, είπε ο Θομ.

Ο Πέριν τους κοίταξε μπερδεμένος. “Όχι, δεν το είπα. Σηκώθηκα από το κρεβάτι μόλις πριν από μια ώρα”. Οι ώμοι του καμπούριασαν. “Μ’ έπιασε πονοκέφαλος προσπαθώντας να μην το σκέφτομαι, πόσο μάλλον αν το έλεγα. Γιατί του το είπατε;” Έδειξε τον Βάρδο.

“Έπρεπε να μιλήσουμε με κάποιον, αλλιώς θα μας έστριβε”, είπε ο Ραντ.

“Θα εξηγήσω αργότερα”, είπε ο Θομ, ρίχνοντας μια ματιά όλο νόημα στους ανθρώπους που μπαινόβγαιναν στο Ελάφι και το Λιοντάρι.

“Εντάξει”, απάντησε ο Πέριν αργά, δείχνοντας ακόμα μπερδεμένος. “Παραλίγο θα ξεχνούσα γιατί σας έψαχνα, όχι ότι δεν θα το ήθελα. Μέσα είναι η Νυνάβε”.