Выбрать главу

“Είναι αλήθεια, μπορεί να μην τη συμπαθώ”, έλεγε η Νυνάβε στον Πρόμαχο, καθώς ο Ραντ ερχόταν πίσω από τον Θομ σέρνοντας τη Μπέλα και τον Κλάουντ, “αλλά βοηθώ όσους χρειάζονται τη βοήθεια μου, είτε τους συμπαθώ είτε όχι”.

“Δεν σε κατηγόρησα, Σοφία. Το μόνο που είπα ήταν, πρόσεχε με τα βότανα σου”.

Εκείνη τον λοξοκοίταξε. “Το θέμα είναι ότι χρειάζεται τα βότανά μου, το ίδιο κι εσύ”. Το ύφος της ήταν δηκτικό στην αρχή και έγινε πιο σαρκαστικό στη συνέχεια. “Το θέμα είναι πως υπάρχει όριο σ’ αυτά που μπορεί να κάνει, ακόμα και με τη Μία Δύναμή της, έκανε ό,τι μπόρεσε και είναι έτοιμη να λιποθυμήσει. Το θέμα είναι πως σπαθί σου τώρα δεν μπορεί να τη βοηθήσει, Άρχοντα των Επτά Πύργων, αλλά τα βότανά μου μπορούν”.

Η Μουαραίν άγγιξε το μπράτσο του Λαν. “Ησύχασε, Λαν. Δεν έχει κακό σκοπό. Απλώς δεν ξέρει”. Ο Πρόμαχος ξεφύσηξε περιφρονητικά.

Η Νυνάβε σταμάτησε να ψάχνει στην τσάντα της και τον κοίταξε, σμίγοντας τα φρύδια, αλλά μίλησε στη Μουαραίν. “Υπάρχουν πολλά που δεν ξέρω. Τι είναι αυτό;”

“Κατ’ αρχάς”, απάντησε η Μουαραίν, “το μόνο που χρειάζομαι είναι λίγη ξεκούραση. Έπειτα συμφωνώ μαζί σου. Οι ικανότητές σου και οι γνώσεις σου θα είναι πιο χρήσιμες απ’ όσο νόμιζα. Τώρα, αν έχεις κάτι να με βοηθήσει να κοιμηθώ για καμιά ώρα χωρίς να ξυπνήσω ζαλισμένη-;”

“Αραιό τσάι από φοξτέιλ, μάρισιν, και—”

Ο Ραντ δεν άκουσε τη συνέχεια, επειδή μπήκαν με τον Θομ σε μια αίθουσα δίπλα στην άλλη, σε ένα θάλαμο που ήταν εξίσου μεγάλος και ακόμα πιο άδειος. Εδώ υπήρχε μόνο η σκόνη, που ήταν πυκνή και ανέγγιχτη, μέχρι τη στιγμή που μπήκαν. Στο πάτωμα δεν υπήρχαν ούτε καν ίχνη από πουλιά ή μικρά ζώα.

Ο Ραντ ξεσέλωσε τη Μπέλα και τον Κλάουντ, ο Θομ την Αλντίμπ και το μουνούχι του και ο Πέριν το άλογό του και τον Μαντάρμπ. Όλοι δούλευαν, εκτός από τον Ματ. Αυτός άφησε τα χαλινάρια να πέσουν στο κέντρο της αίθουσας. Εκτός από την πόρτα απ’ όπου είχαν μπει, υπήρχαν δύο ακόμα.

“Δρομάκι”, ανακοίνωσε ο Ματ, χώνοντας το κεφάλι του στην πρώτη. Αυτό το έβλεπαν κι από κει που βρίσκονταν. Η δεύτερη πόρτα ήταν μονάχα ένα μαύρο παραλληλόγραμμο στον πίσω τοίχο. Ο Ματ βγήκε αργά και ξαναμπήκε πολύ πιο γρήγορα, τινάζοντας με πυρετώδεις κινήσεις ιστούς αράχνης από τα μαλλιά του. “Εκεί δεν έχει τίποτα”, είπε, κοιτάζοντας άλλη μια φορά το δρομάκι.

“Θα φροντίσεις το άλογό σου;” είπε ο Πέριν. Είχε ήδη τελειώσει το δικό του και κατέβαζε τη σέλα από τον Μαντάρμπ. Κατά παράξενο τρόπο, ο επιβήτορας με τα φλογισμένα μάτια δεν τον δυσκόλευε, παρ’ όλο που παρακολουθούσε τον Πέριν με το βλέμμα. “Δεν θα κάνει άλλος τη δική σου δουλειά”.

Ο Ματ έριξε μια τελευταία ματιά στο δρομάκι και πλησίασε το άλογό του αναστενάζοντας.

Ο Ραντ, όπως άφηνε τη σέλα της Μπέλας στο πάτωμα, πρόσεξε ότι το πρόσωπο του Ματ ήταν συννεφιασμένο. Οι σκέψεις του έμοιαζαν να περιπλανιούνται αλλού και οι κινήσεις του ήταν ασυναίσθητες.

“Είσαι καλά, Ματ;” είπε ο Ραντ. Ο Ματ έβγαλε τη σέλα από το άλογό του και στάθηκε κρατώντας την. “Ματ; Ματ!”

Ο Ματ ξαφνιάστηκε και παραλίγο θα του έπεφτε η σέλα. “Τι; Α. Να... σκεφτόμουν”.

“Σκεφτόσουν;” τον κορόιδεψε ο Πέριν, καθώς άλλαζε τα χαλινάρια του Μαντάρμπ. “Κοιμόσουν”.

Ο Ματ κατσούφιασε. “Σκεφτόμουν για... για εκείνο που έγινε πριν. Για κείνες τις λέξεις. Που...” Τότε όλοι στράφηκαν να τον κοιτάξουν, όχι μόνο ο Ραντ, κι εκείνος έκανε μια ταραγμένη κίνηση. “Να, ακούσατε τι είπε η Μουαραίν. Σαν να μιλούσε κάποιος πεθαμένος με τα στόμα μου. Δεν μου αρέσει αυτό”. Μούτρωσε κι άλλο, όταν ο Πέριν χαχάνισε.

“Είπε ότι ήταν η πολεμική ιαχή του Ήμον — σωστά; Μπορεί να είσαι ο Ήμον που ξαναγύρισε. Έτσι που λες και ξαναλές πόσο βαρετό είναι το Πεδίο του Έμοντ, εμένα μου φαίνεται ότι θα σου άρεσε — να είσαι βασιλιάς, ήρωας ξαναγεννημένος”.

“Μην το λες!” Ο Θομ πήρε μια βαθιά ανάσα· όλοι τώρα κοίταξαν αυτόν. “Είναι επικίνδυνες κουβέντες, χαζολογήματα. Οι νεκροί μπορούν να ξαναγεννηθούν, ή να καταλάβουν ένα ζωντανό κορμί και δεν είναι κάτι που λέγεται στα αστεία”. Ανάσανε πάλι για να ηρεμήσει και συνέχισε. “Το αρχαίο αίμα, είπε εκείνη. Το αίμα, όχι ένας νεκρός. Άκουσα ότι μπορεί να συμβεί, κάποιες φορές. Το άκουσα, αν και στ’ αλήθεια δεν θα το φανταζόμουν... Ήταν οι ρίζες σου, αγόρι μου. Η γραμμή που περνά από σένα στον πατέρα σου, στον παππού σου, ως παλιά στη Μανέθερεν, μπορεί και πιο πέρα. Ε, τώρα ξέρεις ότι είσαι από παλιά οικογένεια. Μην το σκαλίζεις και κοίτα να χαρείς. Οι πιο πολλοί το μόνο που ξέρουν είναι ότι έχουν πατέρα”.

Μερικοί από μας δεν ξέρουμε ούτε αυτό, σκέφτηκε με πίκρα ο Ραντ. Ίσως η Σοφία να είχε δίκιο. Φως μου, μακάρι να είχε δίκιο.