Выбрать главу

Ο Πέριν συμφώνησε, και πρόσθεσε, “Το μόνο που έκανε ήταν που πήγε να μας σκοτώσει. Δεν αρκεί; Φούσκωσε και γέμισε τη μισή αίθουσα, φώναξε ότι ήμασταν όλοι νεκροί, ύστερα εξαφανίστηκε”. Κούνησε το χέρι για να δείξει. “Σαν καπνός”. Ο Εγκουέν άφησε μια μικρή τσιρίδα.

Ο Ματ στριφογύρισε εκνευρισμένος. “Ασφαλείς, είπες! Έλεγες και ξανάλεγες ότι οι Τρόλοκ δεν έρχονται εδώ. Τι άλλο να σκεφτούμε;”

“Προφανώς δεν σκεφτήκατε τίποτα”, είπε εκείνη, πάλι με το ψυχρό και συγκρατημένο ύφος της. “Όποιος σκέφτεται θα πρόσεχε σ’ ένα μέρος που το φοβούνται ακόμα και οι Τρόλοκ”.

“Το φταίξιμο είναι του Ματ”, είπε η Νυνάβε, με σίγουρη φωνή. “Πάντα καταπιάνεται με ζαβολιές και οι άλλοι, όταν είναι κοντά του, χάνουν και το λιγοστό μυαλό που έχουν”.

Η Μουαραίν ένευσε, αλλά το βλέμμα της έμεινε στον Ραντ και τους δύο φίλους του. “Προς το τέλος των Πολέμων των Τρόλοκ, ένας στρατός στρατοπέδευσε σ’ αυτά τα ερείπια — Τρόλοκ, Σκοτεινόφιλοι, Μυρντράαλ, Άρχοντες του Δέους, χιλιάδες μαζί. Δεν ξαναβγήκαν και στάλθηκαν ανιχνευτές να μπουν στα τείχη. Οι ανιχνευτές βρήκαν όπλα, απομεινάρια από πανοπλίες και αίμα χυμένο παντού. Και μηνύματα γραμμένα στους τοίχους στη γλώσσα των Τρόλοκ, που καλούσαν τον Σκοτεινό να τους βοηθήσει στα τελευταία τους. Οι άνθρωποι που ήρθαν αργότερα δεν βρήκαν ίχνος από το αίμα και τα μηνύματα. Κάτι τα είχε ξύσει. Οι Ημιάνθρωποι και οι Τρόλοκ ακόμα το θυμούνται. Γι’ αυτό το λόγο δεν μπαίνουν”.

“Και αυτό το μέρος διάλεξες για να κρυφτούμε;” είπε ο Ραντ, μην πιστεύοντας αυτά που άκουγε. “Θα ήμασταν πιο ασφαλείς εκεί έξω, προσπαθώντας να τους ξεφύγουμε”.

“Αν δεν το είχατε σκάσει”, είπε η Μουαραίν υπομονετικά, “θα ξέρατε ότι έβαλα φυλαχτά γύρω απ’ αυτό το κτίριο. Ένας Μυρντράαλ ούτε που θα καταλάβαινε την ύπαρξη αυτών των φυλακτών, διότι σκοπός τους είναι να σταματήσουν ένα διαφορετικό είδος κακού, αλλά αυτό που κατοικεί στη Σαντάρ Λογκόθ δεν τα περνά, δεν τα πλησιάζει καν. Το πρωί θα μπορέσουμε να φύγουμε με ασφάλεια· αυτά τα πράγματα δεν αντέχουν το φως του ήλιου. Θα κρύβονται βαθιά στη γη”.

“Σαντάρ Λογκόθ;” είπε η Εγκουέν αβέβαια. “Νόμιζα είπες ότι η πόλη λέγεται Αριντόλ”.

“Κάποτε λεγόταν Αριντόλ”, απάντησε η Μουαραίν, “και ήταν ένα από τα Δέκα Έθνη, τις χώρες που αποτελούσαν το Δεύτερο Σύμφωνο, τις χώρες που αντιτάχθηκαν στον Σκοτεινό από τις πρώτες μέρες μετά το Τσάκισμα του Κόσμου. Τις μέρες που ο Θόριν αλ Τόρεν αλ Μπαν ήταν βασιλιάς της Μανέθερεν, βασιλιάς της Αριντόλ ήταν ο Μπάλγουεν Μάγιελ, ο Μπάλγουεν ο Σιδεροχέρης. Κάποιες μέρες απελπισμένες, ενώ κρατούσαν οι Πόλεμοι των Τρόλοκ, όταν φαινόταν πως ο Πατέρας του Ψεύδους οπωσδήποτε θα τους κατακτούσε, ο άνδρας που λεγόταν Μόρντεθ ήρθε στην αυλή του Μπάλγουεν”.

“Ο ίδιος;” αναφώνησε ο Ραντ, και ο Ματ είπε, “Δεν μπορεί!” Μια ματιά της Μουαραίν τους έκανε να σωπάσουν. Στο δωμάτιο επικράτησε σιωπή και μόνο η φωνή της Άες Σεντάι ακουγόταν.

“Δεν πέρασε καιρός από τον ερχομό του στην πόλη και ο Μόρντεθ είχε γίνει έμπιστος του Μπάλγουεν και σύντομα ήταν πρώτος απ’ όλους ύστερα από τον βασιλιά. Ο Μόρντεθ ψιθύριζε φαρμακερά λόγια στο αυτί του Μπάλγουεν και η Αριντόλ άρχισε να αλλάζει. Η Αριντόλ κλείστηκε στον εαυτό της, στέγνωσε. Λεγόταν ότι κάποιοι θα προτιμούσαν να δουν Τρόλοκ να πλησιάζουν, παρά άνδρες της Αριντόλ. Η νίκη του Φωτός είναι το παν. Αυτή ήταν η πολεμική ιαχή που τους πέρασε ο Μόρντεθ και οι άνθρωποι της Αριντόλ τη φώναζαν, ενώ οι πράξεις τους εγκατέλειπαν το Φως.

“Η ιστορία είναι πολύ μεγάλη για να ειπωθεί ολόκληρη και πολύ ζοφερή και μόνο αποσπάσματα της είναι γνωστά, ακόμα και στην Ταρ Βάλον. Πως ο γιος του Θόριν, ο Κάαρ, ήρθε για να ξαναφέρει την Αριντόλ στο Δεύτερο Σύμφωνο και ο Μπάλγουεν καθόταν στο θρόνο του, ένα μαραμένο κουφάρι, με το φως της τρέλας στα μάτια του, γελώντας, ενώ ο Μόρντεθ χαμογελούσε στο πλευρό του, διέταζε να θανατωθούν ο Κάαρ και η διπλωματική αποστολή σαν Φίλοι του Σκότους. Πως ο πρίγκιπας Κάαρ κατέληξε να ονομαστεί Κάαρ ο Μονόχειρας. Πως δραπέτευσε από τα μπουντρούμια της Αριντόλ και κατέφυγε μόνος του στις Μεθόριους, με τους αφύσικους ασασίνους του Μόρντεθ στο κατόπι του. Πως συνάντησε εκεί τη Ρία, η οποία δεν ήξερε ποιος ήταν και την παντρεύτηκε και έτσι άρχισε την πλέξη του Σχήματος, που κατάληξη της ήταν να πεθάνει ο ίδιος στα χέρια της γυναίκας του, να σκοτωθεί αυτή από τα δικά της χέρια μπροστά στον τάφο του και να πέσει η Άλεθ-λόριελ. Πως οι στρατιές της Μανέθερεν ήρθαν να εκδικηθούν τον Κάαρ και βρήκαν τις πύλες της Αριντόλ γκρεμισμένες και τίποτα ζωντανό δεν υπήρχε εντός των τειχών, αλλά κάτι χειρότερο από το θάνατο. Κανένας εχθρός δεν είχε έρθει στην Αριντόλ, εκτός από την Αριντόλ. Η καχυποψία και το μίσος είχαν γεννήσει κάτι που τρεφόταν απ’ αυτό που το είχε πλάσει, κάτι αιχμαλωτισμένο στη ρίζα της πόλης. Το Μασάνταρ ακόμα περιμένει, πεινασμένο. Οι άνθρωποι δεν μιλούσαν πια για την Αριντόλ. Την ονόμασαν Σαντάρ Λογκόθ, το Μέρος όπου Καρτερεί η Σκιά, ή, πιο απλά, το Καρτέρεμα της Σκιάς.