Выбрать главу

Ο Ογκιρανός σάλεψε τα πόδια του αμήχανος. “Τις ξέρω, Άες Σεντάι, αλλά―”

“Μπορείς να βρεις τη διαδρομή για το Φαλ Ντάρα από τις Οδούς;”

“Πρώτη φορά ακούω για το Φαλ Ντάρα”, είπε ο Λόιαλ, με φανερή ανακούφιση.

“Στον καιρό των Πολέμων των Τρόλοκ ήταν γνωστό ως Μάφαλ Ντανταράνελ. Αυτό το όνομα το ξέρεις;”

“Το ξέρω”, είπε ο Λόιαλ απρόθυμα, “αλλά—”

“Τότε μπορείς να μας δείξεις το δρόμο”, είπε η Μουαραίν. “Πραγματικά, παράξενη τροπή. Εκεί που δεν μπορούμε ούτε να μείνουμε ούτε να φύγουμε με συνηθισμένα μέσα, μαθαίνω για μια απειλή στον Οφθαλμό και στο ίδιο μέρος υπάρχει κάποιος που μπορεί να μας πάει εκεί σε λίγες μέρες. Αν είναι ο Δημιουργός, ή η μοίρα, ή ακόμα και ο Σκοτεινός, το Σχήμα μας διάλεξε το δρόμο που θα πάρουμε”.

“Όχι!” είπε ο Λόιαλ, σαν να μπουμπούνιζε κεραυνός. Όλοι στράφηκαν να τον κοιτάξουν κι εκείνος ανοιγόκλεισε τα μάτια κάτω από τα βλέμματά τους, αλλά τα λόγια του δεν έκρυβαν τον παραμικρό δισταγμό. “Αν μπούμε στις Οδούς, θα πεθάνουμε όλοι — ή θα μας καταπιεί η Σκιά”.

43

Αποφάσεις και Εμφανίσεις

Η Άες Σεντάι φάνηκε να καταλαβαίνει τι εννοούσε ο Λόιαλ, αλλά δεν είπε τίποτα. Ο Λόιαλ κοίταξε το πάτωμα κι έτριψε το χείλος του μ’ ένα χοντρό δάχτυλο, σαν να ντρεπόταν για το ξέσπασμά του. Κανένας δεν ήθελε να μιλήσει.

“Γιατί;” ρώτησε τελικά ο Ραντ. “Γιατί Θα πεθάνουμε; Τι είναι οι Οδοί;”

Ο Λόιαλ κοίταξε τη Μουαραίν. Εκείνη γύρισε και πήρε μια καρέκλα μπροστά στο τζάκι. Το γατάκι τεντώθηκε, με τα νύχια του να ξύνουν την πέτρα του τζακιού κι έπειτα προχώρησε νωχελικά για να τρίψει το κεφάλι του στους αστραγάλους της. Η Μουαραίν το έξυσε πίσω από τα αυτιά με το δάχτυλο. Το γουργούρισμα της γάτας ηχούσε σαν παράξενη αντίστιξη στην ήρεμη φωνή της Άες Σεντάι. “Εσύ έχεις τη γνώση, Λόιαλ Οι Οδοί είναι ο μόνος ασφαλής δρόμος για μας, ο μόνος τρόπος για να σταματήσουμε τον Σκοτεινό, πρόσκαιρα έστω, αλλά εσύ έχεις δικαίωμα να μιλήσεις”.

Τα λεγόμενά της δεν φάνηκαν να καθησυχάζουν τον Ογκιρανό. Ανακάθισε άβολα στην πολυθρόνα του, πριν αρχίσει να μιλά. “Τον Καιρό της Τρέλας, τη στιγμή που ο κόσμος τσακιζόταν, η γη ήταν σε αναταραχή και οι άνθρωποι σκορπίζονταν, σαν σκόνη στον άνεμο. Κι εμείς οι Ογκιρανοί σκορπίσαμε, διωχτήκαμε από τα στέντιγκ, βγήκαμε στην Εξορία και τη Μακρά Περιπλάνηση, τότε που η Λαχτάρα σφράγισε τις καρδιές μας”. ’Εριξε άλλη μια λοξή ματιά στη Μουαραίν. Τα μακριά φρύδια του κατέληγαν σε δυο μυτερές τούφες. “Θα προσπαθήσω να είμαι σύντομος, αλλά δεν είναι κάτι που μπορεί να ειπωθεί συνοπτικά. Πρέπει να μιλήσω για τους άλλους, τώρα, για εκείνους τους λίγους Ογκιρανούς που έμειναν στα στέντιγκ τους, ενώ τριγύρω τους ο κόσμος διαλυόταν. Και για τους Άες Σεντάι” ―τώρα απέφυγε να κοιτάξει τη Μουαραίν- “τους άνδρες Άες Σεντάι, που πέθαιναν, ενώ την ίδια στιγμή κατέστρεφαν τον κόσμο μέσα στην τρέλα τους. Σε κείνους τους Άες Σεντάι —εκείνους που είχαν κατορθώσει να αποφύγουν την τρέλα— τα στέντιγκ πρώτα πρόσφεραν άσυλο. Πολλοί το δέχτηκαν, επειδή στα στέντιγκ θα προστατεύονταν από το μίασμα του Σκοτεινού, που σκότωνε τους ομοίους τους. Αλλά ήταν αποκομμένοι από την Αληθινή Πηγή. Δεν ήταν μόνο το ότι δεν μπορούσαν πια να χειριστούν τη Μία Δύναμη, ή να αγγίξουν την Πηγή· δεν μπορούσαν πια να νιώσουν καν ότι η Πηγή υπήρχε. Στο τέλος, κανένας τους δεν μπόρεσε να αποδεχτεί την απομόνωση και ένας-ένας έφυγαν από τα στέντιγκ, ελπίζοντας ότι το μίασμα θα είχε πια φύγει. Δεν έφυγε ποτέ”.

“Μερικοί στην Ταρ Βάλον”, είπε χαμηλόφωνα η Μουαραίν, “ισχυρίζονται πως το άσυλο των Ογκιρανών παρέτεινε το Τσάκισμα και το επιδείνωσε. Άλλοι λένε πως, αν όλοι αυτοί οι άνδρες είχαν τρελαθεί μονομιάς, δεν θα είχε απομείνει τίποτα στον κόσμο. Εγώ ανήκω στο Γαλάζιο Άτζα. Αντίθετα από το Κόκκινο Άτζα, δεχόμαστε τη δεύτερη άποψη. Το άσυλο βοήθησε να σωθεί ό,τι μπορούσε να σωθεί. Συνέχισε, σε παρακαλώ”.

Ο Λόιαλ ένευσε με ευγνωμοσύνη. Ο Ραντ συνειδητοποίησε πως είχε ξεφορτωθεί κάτι που τον βάραινε.

“Όπως έλεγα”, συνέχισε ο Ογκιρανός, “οι Άες Σεντάι, οι άνδρες Άες Σεντάι, έφυγαν. Πριν φύγουν, όμως, έκαναν ένα δώρο στους Ογκιρανούς για να τους ευχαριστήσουν για το άσυλο. Τις Οδούς. Μπαίνεις από μια Πύλη, περπατάς για μια μέρα και μπορείς να βγεις από μια άλλη Πύλη, εκατό μίλια πιο πέρα από κει που ξεκίνησες. Ή πεντακόσια. Ο χρόνος και η απόσταση είναι παράξενα στις Οδούς. Διαφορετικές διαδρομές, διαφορετικές γέφυρες, οδηγούν σε διαφορετικά μέρη και ο χρόνος που θα κάνεις για να φτάσεις εξαρτάται από τη διαδρομή που θα ακολουθήσεις. Ήταν ένα λαμπρό δώρο και με το πέρασμα του καιρού έγινε ακόμα λαμπρότερο, επειδή οι Οδοί δεν είναι μέρος του κόσμου που βλέπουμε γύρω μας, ούτε ίσως κανενός άλλου κόσμου, πέρα από αυτές τις ίδιες. Οι Ογκιρανοί που δέχτηκαν αυτό το δώρο, όταν ήθελαν να πάνε σε άλλο στέντιγκ, δεν ήταν αναγκασμένοι να ταξιδεύουν στον κόσμο, εκεί που οι άνθρωποι πολεμούσαν σαν ζώα για να ζήσουν, αλλά, επίσης, μέσα στις Οδούς δεν υπήρχε το Τσάκισμα. Η γη ανάμεσα σε δύο στέντιγκ μπορεί να είχε ανοίξει, γεμίζοντας βαθιά φαράγγια, ή να υψωνόταν, σχηματίζοντας οροπέδια, αλλά στην Οδό ανάμεσά τους δεν υπήρχε αλλαγή.