Выбрать главу

“Μπορεί να είναι κάποιος άλλος ταξιδιώτης”, είπε με ελπίδα η Εγκουέν. “Ίσως κάποιος Ογκιρανός”.

“Οι Ογκιρανοί είναι μυαλωμένοι και δεν πατάνε το πόδι τους στις Οδούς”, μούγκρισε ο Λόιαλ. “Όλοι εκτός από τον Λόιαλ, που δεν έχει στάλα μυαλό. Ο Πρεσβύτερος Χάμαν το έλεγε και το ξανάλεγε και είχε δίκιο”.

“Τι νιώθεις, Λαν;” ρώτησε η Μουαραίν. “Είναι κάτι που υπηρετεί τον Σκοτεινό;”

Ο Πρόμαχος κούνησε το κεφάλι αργά. “Δεν ξέρω”, είπε, σαν να τον ξάφνιαζε αυτό. “Δεν μπορώ να πω. Ίσως να είναι οι Οδοί και το μίασμα. Όλα μοιάζουν αλλόκοτα. Όμως όποιος είναι, ό,τι είναι, δεν προσπαθεί να μας προφτάσει. Παραλίγο θα μας πετύχαινε στο τελευταίο Νησί κι έτρεξε πίσω στη Γέφυρα για να μας αποφύγει. Αν μείνω πίσω, ίσως τον ξαφνιάσω και δω ποιος, ή τι είναι”.

“Αν μείνεις πίσω, Πρόμαχε”, είπε σταθερά ο Λόιαλ, “θα μείνεις όλη σου τη ζωή στις Οδούς. Ακόμα κι αν ξέρεις να διαβάζεις Ογκιρανά, ποτέ δεν άκουσα και δεν διάβασα για άνθρωπο που να μπορεί να βρει το δρόμο του από το πρώτο Νησί δίχως Ογκιρανό να τον οδηγεί. Ξέρεις να διαβάζεις Ογκιρανά;”

Ο Λαν κούνησε πάλι το κεφάλι του και η Μουαραίν είπε, “Όσο δεν μας ενοχλεί, δεν θα τον ενοχλήσουμε. Δεν έχουμε χρόνο. Δεν υπάρχει χρόνος”.

Καθώς κατέβαιναν από τη γέφυρα στο επόμενο νησί, ο Λόιαλ είπε, “Αν θυμάμαι σωστά τον τελευταίο Οδηγό, υπάρχει δρόμος από δω που βγάζει προς την Ταρ Βάλον. Το πολύ μισής μέρας ταξίδι. Δεν είναι τόσο πολύ, όσο θα μας έπαιρνε για να φτάσουμε στο Μάφαλ Ντανταράνελ. Είμαι βέβαιος ότι―”

Τα λόγια του κόπηκαν απότομα, όταν το φως από τις λάμπες τους έφτασε στον Οδηγό. Κοντά στην κορυφή της στήλης, βαθιές χαρακιές, κοφτές και γεμάτες γωνίες, γέμιζαν την πέτρα πληγές. Ξαφνικά, η άγρυπνη στάση του Λαν δεν ήταν πια κρυμμένη. Έμεινε με το κορμί ίσιο στη σέλα, αλλά ο Ραντ είχε την ξαφνική εντύπωση πως ο Πρόμαχος ένιωθε τα πάντα γύρω του, ένιωθε ακόμα και τους υπόλοιπους της ομάδας να ανασαίνουν. Ο Λαν άρχισε να κάνει κύκλους με το άλογό του γύρω από τον Οδηγό, κύκλους που μεγάλωναν. Προχωρούσε σαν να ήταν έτοιμος να δεχθεί επίθεση, ή να επιτεθεί ο ίδιος.

“Αυτό εξηγεί πολλά”, είπε απαλά η Μουαραίν, “και με φοβίζει. Τόσα πολλά. Έπρεπε να το μαντέψω. Το μίασμα, η φθορά. Έπρεπε να το μαντέψω”.

“Τι να μαντέψεις;” ζήτησε να μάθει η Νυνάβε, τη στιγμή που ο Λόιαλ ρωτούσε, “Τι είναι; Ποιος το έκανε; Ούτε είδα, ούτε διάβασα ποτέ για κάτι τέτοιο”.

Η Άες Σεντάι τους κοίταξε γαλήνια. “Τρόλοκ”. Αγνόησε τις τρομαγμένες φωνές τους. “Ή Ξέθωροι. Αυτά είναι ρούνοι των Τρόλοκ. Οι Τρόλοκ έμαθαν πώς να μπαίνουν στις Οδούς. Έτσι πρέπει να έφτασαν στους Δύο Ποταμούς απαρατήρητοι, μέσω της Πύλης στη Μανέθερεν. Υπάρχει το λιγότερο μια πύλη στη Μάστιγα”. Κοίταξε τον Λαν πριν συνεχίσει· ο Πρόμαχος ήταν αρκετά μακριά και φαινόταν μονάχα το φως της λάμπας του. “Η Μανέθερεν καταστράφηκε, αλλά σχεδόν τίποτα δεν μπορεί να καταστρέψει μια Πύλη. Έτσι κατόρθωσαν οι Ξέθωροι να συγκεντρώσουν ένα μικρό στρατό γύρω από το Κάεμλυν, χωρίς να ξεσηκωθούν όλα τα έθνη ανάμεσα στη Μάστιγα και το Άντορ”. Κοντοστάθηκε και άγγιξε τα χείλη της σκεπτικά. “Αλλά δεν μπορεί να ξέρουν ακόμα όλους τους δρόμους, αλλιώς θα ξεχύνονταν στο Κάεμλυν από την είσοδο που χρησιμοποιήσαμε. Ναι”.

Ο Ραντ ανατρίχιασε. Μπορεί να είχαν περάσει την Πύλη για να βρουν Τρόλοκ να περιμένουν στο σκοτάδι, εκατοντάδες Τρόλοκ, χιλιάδες ίσως, παραμορφωμένοι γίγαντες με πρόσωπα σχεδόν ζώων, που γρύλιζαν, καθώς χυμούσαν στα σκοτεινά για να σκοτώσουν. Ή κάτι χειρότερο.

“Δεν χρησιμοποιούν τόσο εύκολα τις Οδούς”, φώναξε ο Λαν. Η λάμπα του απείχε, το πολύ, είκοσι απλωσιές, αλλά το φως ήταν μονάχα μια αμυδρή, θαμπή μπάλα, που φάνταζε μακρινή σ’ αυτούς που στέκονταν γύρω από τον Οδηγό. Η Μουαραίν τους οδήγησε και τον πλησίασαν. Όταν ο Ραντ είδε τι είχε βρει ο Λαν, ευχήθηκε να ήταν το στομάχι του άδειο.

Στην αρχή μιας γέφυρας ορθώνονταν οι παγωμένες μορφές των Τρόλοκ, που είχαν ακινητοποιηθεί, καθώς χτυπούσαν ολόγυρά τους με κυρτά τσεκούρια και σπαθιά όμοια με δρεπάνια. Γκρίζα και φαγωμένα σαν την πέτρα, τα πελώρια σώματα ήταν μισοβυθισμένα στην πρησμένη, γεμάτη φυσαλίδες επιφάνεια. Κάποιες φυσαλίδες είχαν σκάσει, αποκαλύπτοντας κι άλλα πρόσωπα με μουσούδες, που θα γύμνωναν φοβισμένα τα δόντια τους για πάντα. Ο Ραντ άκουσε κάποιον πίσω του να κάνει εμετό και ξεροκατάπιε για να μην κάνει κι αυτός το ίδιο. Ακόμα και για τους Τρόλοκ ήταν άσχημος θάνατος.

Λίγα μέτρα πίσω από τους Τρόλοκ η γέφυρα σταματούσε. Η στήλη κειτόταν σπασμένη σε χίλια κομμάτια.

Ο Λόιαλ κατέβηκε με άκρα προσοχή από το άλογό του, κοιτάζοντας τους Τρόλοκ, σαν να πίστευε πως ίσως ξαναζωντάνευαν. Εξέτασε βιαστικά τα απομεινάρια της στήλης, ψάχνοντας ανάμεσα στη μεταλλική γραφή που ήταν ένθετη στην πέτρα και μετά ξανανέβηκε βιαστικά στη σέλα. “Αυτή ήταν η πρώτη γέφυρα του δρόμου από εδώ προς την Ταρ Βάλον”, είπε.