Выбрать главу

Ο Άγκελμαρ ένευσε βλοσυρά, αλλά δεν το έβαλε κάτω. “Λιγότερους, τότε. Έστω και δέκα μόνο καλοί στρατιώτες θα σε βοηθήσουν περισσότερο από αυτούς τους νεαρούς, για να συνοδεύσεις τη Μουαραίν και τις άλλες γυναίκες στον Θαλερό”.

Ο Ραντ ξαφνικά συνειδητοποίησε ότι ο Άρχοντας του Φαλ Ντάρα υπέθετε ότι τον Σκοτεινό θα τον πολεμούσαν η Νυνάβε και η Εγκουέν μαζί με τη Μουαραίν. Ήταν φυσικό. Αυτού του είδους ο αγώνας σήμαινε τη χρήση της Μίας Δύναμης κι αυτό σήμαινε γυναίκες. Αυτού του είδους ο αγώνας σήμαινε τη χρήση της Δύναμης. Έχωσε τους αντίχειρες του πίσω από τη ζώνη του σπαθιού του και έσφιξε δυνατά την αγκράφα για να μην τρέμουν τα χέρια του.

“Κανέναν άνδρα”, είπε η Μουαραίν. Ο Άγκελμαρ ξανάνοιξε το στόμα του κι αυτή συνέχισε, πριν αυτός προλάβει να μιλήσει. “Είναι η φύση του Οφθαλμού και η φύση του Θαλερού. Πόσοι του Φαλ Ντάρα έχουν βρει ποτέ τον Θαλερό και τον Οφθαλμό;”

“Από παλιά;” Ο Άγκελμαρ σήκωσε τους ώμους. “Μετά τον Εκατονταετή Πόλεμο μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Το πολύ ένας κάθε πέντε χρόνια, απ’ όλες τις Μεθόριες μαζί”.

“Κανένας δεν βρίσκει τον Οφθαλμό του Κόσμου”, είπε η Μουαραίν, “εκτός αν το θέλει ο Θαλερός. Το κλειδί είναι η ανάγκη και ο σκοπός. Ξέρω πού να πάω — έχω ξαναπάει εκεί”. Ο Ραντ γύρισε αμέσως και την κοίταξε έκπληκτος· και οι άλλοι από το Πεδίο του Έμοντ έκαναν το ίδιο, αλλά η Άες Σεντάι δεν έδειξε να το προσέχει. “Αλλά, αν είναι ένας ανάμεσά μας που ζητά τη δόξα, που ζητά να μπει το όνομά του ανάμεσα σε κείνα τα τέσσερα, ίσως δεν τον βρούμε, ακόμα κι αν πάω κατευθείαν στο σημείο που θυμάμαι”.

“Έχεις δει τον Θαλερό, Μουαραίν Σεντάι;” Ο Άρχοντας του Φαλ Ντάρα φαινόταν εντυπωσιασμένος, αλλά αμέσως κατσούφιασε. “Μα, αν ήδη τον βρήκες μια φορά...”

“Το κλειδί είναι η ανάγκη”, είπε απαλά η Μουαραίν, “και δεν μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερη ανάγκη από τη δικιά μου. Από τη δικιά μας. Κι έχω κάτι που δεν έχουν οι άλλοι αναζητητές”.

Το βλέμμα της ήταν σχεδόν συνεχώς στο πρόσωπο του Αγκελμαρ, αλλά ο Ραντ ήταν σίγουρος πως είχε στραφεί προς τον Λόιαλ, για μια απειροελάχιστη στιγμή. Ο Ραντ κοίταξε τον Ογκιρανό κατάματα και ο Λόιαλ σήκωσε τους ώμους.

“Τα’βίρεν”, είπε απαλά ο Ογκιρανός.

Ο Άγκελμαρ σήκωσε τα χέρια ψηλά. “Θα γίνει όπως το λες, Άες Σεντάι. Μα την Ειρήνη, αν η πραγματική μάχη δοθεί στον Οφθαλμό του Κόσμου, λέω να φέρω το λάβαρο του Μαύρου Γερακιού μαζί σου, αντί να πάω στο Πέρασμα. Θα μπορούσα να σου ανοίξω το δρόμο—”

“Αυτό θα σήμαινε καταστροφή, Άρχοντα Αγκελμαρ. Και στο Πέρασμα του Τάργουιν και στον Οφθαλμό. Εσύ έχεις τη μάχη σου κι εμείς τη δική μας”.

“Ειρήνη! Όπως θες, Άες Σεντάι”.

Ο Άρχοντας του Φαλ Ντάρα με το ξυρισμένο κεφάλι, αφού είχε καταλήξει σε μια απόφαση, όσο δυσάρεστη και να ήταν, φάνηκε να τη βγάζει από το νου του. Τους προσκάλεσε στο τραπέζι μαζί του, ενώ ταυτόχρονα μιλούσε για γεράκια και άλογα και σκυλιά, αλλά χωρίς να αναφέρει καθόλου τους Τρόλοκ, ή το Πέρασμα του Τάργουιν, ή τον Οφθαλμό του Κόσμου.

Η αίθουσα στην οποία έφαγαν ήταν λιτή και απλή, σαν το γραφείο του Άγκελμαρ· υπήρχαν ελάχιστα έπιπλα εκτός από το τραπέζι και τις καρέκλες κι αυτά ήταν αυστηρά σε γραμμές και μορφή. Όμορφα, μα αυστηρά. Ένα μεγάλο τζάκι ζέσταινε το δωμάτιο, μα όχι τόσο ώστε να ζαλιστεί κάποιος που θα τον καλούσαν βιαστικά στο κρύο έξω. Υπηρέτες με λιβρέες έφεραν σούπες και ψωμί και τυρί και η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από βιβλία και μουσική, ώσπου ο Άγκελμαρ αντιλήφθηκε ότι οι νέοι από το Πεδίο του Έμοντ δεν μιλούσαν. Ως καλός οικοδεσπότης, τους έκανε με ευγένεια ερωτήσεις, που στόχευαν να τους βγάλουν από τη σιωπή τους.

Ο Ραντ σε λίγο βρέθηκε να συναγωνίζεται με τους άλλους για να μιλήσουν για το Πεδίο του Έμοντ και τους Δύο Ποταμούς. Δυσκολεύτηκε να βάλει χαλινάρι στη γλώσσα του. Ήλπισε ότι οι άλλοι μέτραγαν τα λόγια τους, ειδικά ο Ματ. Μόνο η Νυνάβε ήταν απόμακρη και τρωγότανε σιωπηλά.

“Έχουμε ένα τραγούδι στους Δύο Ποταμούς”, είπε ο Ματ. “Ο Γυρισμός από το Πέρασμα του Τάργουιν”. Τα λόγια του στο τέλος βγήκαν διστακτικά, σαν να είχε καταλάβει ξαφνικά ότι έθιγε το θέμα που απέφευγαν, αλλά ο Άγκελμαρ το αντιμετώπισε με διακριτικότητα.

“Δεν είναι παράξενο. Μετά από τόσα χρόνια είναι λίγες είναι οι χώρες που δεν έστειλαν άνδρες για να συγκρατήσουν τη Μάστιγα”.

Ο Ραντ κοίταξε τον Ματ και τον Πέριν. Ο Ματ σχημάτισε με το στόμα τη λέξη Μανέθερεν.

Ο Άγκελμαρ ψιθύρισε κάτι σε έναν υπηρέτη κι αυτός εξαφανίστηκε, ενώ οι άλλοι καθάριζαν το τραπέζι και επέστρεψε με ένα μεταλλικό δοχείο και πήλινες πίπες για τον Λαν, τον Λόιαλ και τον Άρχοντα Άγκελμαρ. “Ταμπάκ από τους Δύο Ποταμούς”, είπε ο Άρχοντας του Φαλ Ντάρα, καθώς γέμιζαν τις πίπες τους. “Δύσκολα το βρίσκεις, αλλά αξίζει τα λεφτά του”.