“Για πραματευτής έχει πολύ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του”, είπε ο Αγκελμαρ στον Λαν πάνω από τον ώμο του. “Νομίζω ότι ο Ίνγκταρ έχει δίκιο. Είναι τρελός”.
Τα μάτια του Φάιν στένεψαν με θυμό, αλλά η φωνή του ήταν πάλι μελιστάλαχτη. “Μέγα Άρχοντα, ξέρω ότι τα λόγια μου ίσως σου φαίνονται μεγαλόστομα, αλλά, αν μόνο―” Σταμάτησε ξαφνικά και οπισθοχώρησε, καθώς η Μουαραίν σηκωνόταν κι έκανε το γύρο του τραπεζιού. Μονάχα οι χαμηλωμένοι λογχοπέλεκεις των φυλάκων εμπόδισαν τον Φάιν να βγει οπισθοχωρώντας από το δωμάτιο.
Η Μουαραίν σταμάτησε πίσω από την καρέκλα του Ματ, ακούμπησε τον ώμο του και έσκυψε για να του ψιθυρίσει στο αυτί. Ό,τι κι αν ήταν αυτό που του είπε, η ένταση χάθηκε από το πρόσωπό του και το χέρι του βγήκε από το παλτό. Η Άες Σεντάι προχώρησε, ώσπου στάθηκε δίπλα στον Άγκελμαρ, πρόσωπο με πρόσωπο με τον Φάιν. Όταν σταμάτησε μπροστά του, ο πραματευτής καμπούριασε πάλι.
“Τον μισώ”, κλαψούρισε. “Θέλω να γλιτώσω απ’ αυτόν. Θέλω να περπατήσω πάλι στο Φως”. Οι ώμοι του άρχισαν να τρέμουν και δάκρια κύλησαν στο πρόσωπό του, ακόμα πιο χοντρά από πριν. “Αυτός με ανάγκασε να το κάνω”.
“Φοβάμαι πως είναι κάτι παραπάνω από πραματευτής, Άρχοντα Άγκελμαρ”, είπε η Μουαραίν. “Λιγότερο από άνθρωπος, μιαρός, ή κάτι χειρότερο, πιο επικίνδυνος απ’ όσο μπορείς να φανταστείς. Ας κάνει μπάνιο αφού του μιλήσω πρώτα. Δεν τολμώ να χάσω ούτε λεπτό. Έλα, Λαν”.
47
Κι Άλλες Ιστορίες του Τροχού
Η αδημονία που τον έτρωγε έκανε τον Ραντ να βηματίζει πλάι στο τραπέζι που είχαν δειπνήσει. Δώδεκα βήματα. Το τραπέζι είχε μάκρος ακριβώς δώδεκα βήματα, όσες φορές κι αν το μετρούσε. Συγχυσμένος, βίασε τον εαυτό του να σταματήσει να κρατά λογαριασμό. Τι χαζομάρες κάνω. Δεν με νοιάζει πόσο μακρύ είναι το παλιοτράπεζο. Λίγα λεπτά μετά ανακάλυψε ότι μετρούσε πόσες βόλτες έκανε μπρος-πίσω στο τραπέζι. Τι λέει στη Μουαραίν και τον Λαν; Ξέρει γιατί μας κυνηγά ο Σκοτεινός; Ξέρει ποιον από μας θέλει β Σκοτεινός;
Κοίταξε τους φίλους του. Ο Πέριν έκανε ψίχουλα μια μπουκιά ψωμί και τα έσπρωχνε με το δάχτυλο στο τραπέζι. Τα κίτρινα μάτια του ατένιζαν τα ψίχουλα χωρίς να βλεφαρίζουν, αλλά έμοιαζαν να βλέπουν κάτι πολύ μακρινό. Ο Ματ είχε σωριαστεί στην καρέκλα του, με τα μάτια μισόκλειστα και μια υποψία χαμόγελου στο πρόσωπό του. Το χαμόγελο ήταν από νευρικότητα, όχι επειδή έβρισκε κάτι αστείο: Εξωτερικά έμοιαζε με τον παλιό Ματ, αλλά πού και πού άγγιζε ασυναίσθητα το εγχειρίδιο της Σαντάρ Λογκόθ πάνω από το παλτό του. Τι της λέει ο Φάιν; Τι ξέρει;
Τουλάχιστον ο Λόιαλ δεν φαινόταν να στενοχωριέται. Ο Ογκιρανός μελετούσε τους τοίχους. Στην αρχή είχε σταθεί στο κέντρο του δωματίου και κοίταζε, γυρνώντας αργά κυκλικά. Τώρα είχε σχεδόν κολλημένο το πλατύ του πρόσωπο στην πέτρα και ακολουθούσε τη γραμμή μιας συγκεκριμένης ένωσης με τα χοντρά του δάχτυλα. Μερικές φορές έκλεινε τα μάτια, σαν να ήταν πιο σημαντικό να νιώσει κάτι παρά να το δει. Τα αυτιά του καμιά φορά τινάζονταν μουρμούριζε μονολογώντας στα Ογκιρανά κι έμοιαζε να έχει ξεχάσει ότι υπήρχαν άλλοι στο δωμάτιο.
Ο Άρχοντας Άγκελμαρ στεκόταν μιλώντας χαμηλόφωνα με τη Νυνάβε και την Εγκουέν μπροστά στο μακρύ τζάκι στην άκρη του δωματίου. Ήταν καλός οικοδεσπότης και είχε την ικανότητα να κάνει τους άλλους να ξεχνούν τα βάσανά τους· αρκετές ιστορίες του έκαναν την Εγκουέν να γελάσει. Κάποια στιγμή ακόμα και η Νυνάβε έγειρε πίσω το κεφάλι και γέλασε τρανταχτά. Ο Ραντ τινάχτηκε με τον αναπάντεχο ήχο και ξαναπήδησε, όταν η καρέκλα του Ματ έπεσε με πάταγο στο πάτωμα
“Μα το αίμα και τις στάχτες!” μούγκρισε ο Ματ, αγνοώντας τη Νυνάβε, που έσφιγγε το στόμα για το λεξιλόγιό του. Ξανασήκωσε την καρέκλα και ξανακάθισε χωρίς να κοιτάξει κανέναν. Το χέρι του ταξίδεψε στο παλτό του.
Ο Άρχοντας του Φαλ Ντάρα κοίταξε τον Ματ αποδοκιμαστικά ―το βλέμμα του πέρασε και από τον Ραντ και τον Πέριν, δίχως να δείξει ότι είχε καλύτερη γνώμη γι’ αυτούς— και στράφηκε πάλι στις γυναίκες. Η διαδρομή που ακολουθούσε ο Ραντ τον είχε φέρει κοντά τους.
“Άρχοντά μου”, έλεγε η Εγκουέν, άνετα, λες και μιλούσε με τίτλους όλη της τη ζωή,’ νόμιζα ότι ήταν Πρόμαχος, αλλά τον είπες Ντάι Σαν και μιλάς για τα λάβαρο του Χρυσού Γερανού και το ίδιο είπαν και άλλοι. Μερικές φορές κάνεις σχεδόν σαν να είναι βασιλιάς. Θυμάμαι που κάποτε η Μουαραίν τον είχε αποκαλέσει τελευταίο Άρχοντα των Επτά Πύργων. Ποιος είναι;”
Η Νυνάβε κάρφωσε το βλέμμα στο κύπελλό της, αλλά για τον Ραντ ήταν ολοφάνερο ότι άκουγε με περισσότερη προσοχή απ’ όσο η Εγκουέν. Ο Ραντ σταμάτησε και προσπάθησε ν’ ακούσει κι αυτός, χωρίς να φανεί ότι κρυφάκουγε.