«Παράδοξο, παιδί μου. Ο Σκοτεινός είναι η προσωποποίηση του παραδόξου και του χάους, ο καταστροφέας της κρίσης και της λογικής, ο ανατροπέας της ισορροπίας, ο ολετήρας της τάξης».
Η κουκουβάγια, ξαφνικά, πέταξε με σιωπηλά φτερά και πάτησε σε ένα μεγάλο, άσπρο κρανίο, σε ένα ράφι πίσω από την Άες Σεντάι. Περιεργάστηκε τις δύο γυναίκες, βλεφαρίζοντας. Η Εγκουέν είχε προσέξει το κρανίο μπαίνοντας μέσα, με τα στριφογυριστά κερατά του και τη μουσούδα του και αναρωτήθηκε αόριστα τι είδους κριάρι είχε τόσο μεγάλο κεφάλι. Τώρα είδε όλη την καμπύλη του, το πλατύ μέτωπο. Δεν ήταν κρανίο κριαριού. Ανήκε σε Τρόλοκ.
Ρούφηξε μια τρεμουλιαστή ανάσα. «Βέριν Σεντάι, τι σχέση έχουν αυτά με το αν είμαι Ονειρεύτρια; Ο Σκοτεινός είναι παγιδευμένος στο Σάγιολ Γκουλ και δεν θέλω ούτε να σκεφτώ ότι θα δραπετεύσει». Αλλά οι σφραγίδες της φυλακής του εξασθενούν. Τώρα το ξέρουν ακόμα και οι μαθητευόμενες.
«Τι σχέση έχουν με το αν είσαι Ονειρεύτρια; Μα, καμία, παιδί μου. Μόνο που όλοι πρέπει να αντιμετωπίσουμε τον Σκοτεινό, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Τώρα είναι αιχμαλωτισμένος, αλλά το Σχήμα δεν έφερε χωρίς λόγο τον Ραντ αλ’Θορ στον κόσμο. Ο Αναγεννημένος Δράκοντας θα αντιμετωπίσει τον Άρχοντα του Ψεύδους· αυτό, αν μη τι άλλο, είναι βέβαιο. Αν, φυσικά, ο Ραντ επιζήσει ως τότε. Ο Σκοτεινός θα επιχειρήσει να διαστρεβλώσει το Σχήμα, αν μπορεί. Τέλος πάντων, νομίζω ότι πολύ το τραβήξαμε, έτσι δεν είναι;»
«Συγχώρεσέ με, Βέριν Σεντάι, αλλά αν αυτό» —η Εγκουέν έδειξε τις γραμμές που ήταν σχεδιασμένες στη σκόνη― «δεν έχει σχέση με τις Ονειρεύτριες, τότε γιατί μου τα λες όλα τούτα;»
Η Βέριν την κοίταξε ― έμοιαζε να κάνει επίτηδες την αργόστροφη. «Δεν έχει σχέση; Φυσικά κι έχει σχέση, παιδί μου. Το θέμα είναι ότι υπάρχει και τρίτη σταθερά, εκτός του Δημιουργού και του Σκοτεινού. Υπάρχει ένας κόσμος που βρίσκεται μέσα σε κάθε έναν από αυτούς τους άλλους, εντός όλων τους την ίδια στιγμή. Ή, ίσως, που τους περικυκλώνει. Οι συγγραφείς της Εποχής των Θρύλων τον αποκαλούσαν Τελ’αράν’ριοντ, “Αθέατο Κόσμο”. Ίσως “Κόσμος των Ονείρων” να είναι καλύτερη μετάφραση. Πολύς κόσμος —συνηθισμένοι άνθρωποι, που δεν σκέφτονται καν για τη διαβίβαση― μερικές φορές βλέπουν κλεφτά τον Τελ’αράν’ριοντ στα όνειρά τους, ακόμα και φευγαλέες εικόνες των άλλων εκείνων κόσμων ανάμεσα. Σκέψου μερικά από τα αλλόκοτα πράγματα που έχεις δει στα όνειρά σου. Αλλά μια Ονειρεύτρια, παιδί μου —μια αληθινή Ονειρεύτρια― μπορεί να εισέλθει στον Τελ’αράν’ριοντ».
Η Εγκουέν προσπάθησε να καταπιεί, αλλά την εμπόδισε ένας κόμπος στο λαιμό της. Να εισέλθει; «Δεν... δεν νομίζω να είμαι Ονειρεύτρια, Βέριν Σεντάι. Οι δοκιμασίες της Ανάγια Σεντάι —»
Η Βέριν την έκοψε. «-δεν αποδεικνύουν ούτε ότι είσαι, ούτε ότι δεν είσαι. Και η Ανάγια ακόμα πιστεύει ότι μπορεί να είσαι».
«Φαντάζομαι ότι τελικά θα μάθω αν είμαι ή όχι», μουρμούρισε η Εγκουέν. Φως μου, θέλω να είμαι, σωστά; Θέλω να μάθω. Τα θέλω όλα.
«Δεν έχεις χρόνο να περιμένεις, παιδί μου. Η Άμερλιν εμπιστεύτηκε ένα σπουδαίο καθήκον σε σένα και τη Νυνάβε. Πρέπει να ψάξεις να βρεις ό,τι εργαλείο μπορείς να χρησιμοποιήσεις». Η Βέριν ξέθαψε ένα κόκκινο, ξύλινο κουτί από το χάος του τραπεζιού. Το κουτί ήταν αρκετά μεγάλο ώστε να χωρά φύλλα χαρτιού, αλλά όταν η Άες Σεντάι μισάνοιξε το καπάκι, το μόνο που έβγαλε ήταν ένα δαχτυλίδι σκαλισμένο σε πέτρα, με πιτσιλάδες και ρίγες γαλάζιες, καφέ και κόκκινες, που παραήταν μεγάλο για να φοριέται στο δάχτυλο. «Να, παιδί μου».
Η Εγκουέν μετακίνησε τα χαρτιά για να το πάρει και τα μάτια της γούρλωσαν από έκπληξη. Το δαχτυλίδι έμοιαζε να είναι πέτρινο, αλλά το ένιωθε σκληρότερο από ατσάλι και βαρύτερο από μολύβι. Και ο κύκλος ήταν στρεβλωμένος. Αν ακολουθούσε με το δάχτυλό της μια πλευρά του, θα έκανε δύο γύρους, από μέσα και επίσης απ’ έξω· είχε μόνο μία πλευρά. Ακολούθησε την πλευρά δύο φορές, έτσι για να πειστεί.
«Η Κοριάνιν Νεντέαλ», είπε η Βέριν, «είχε στην κατοχή της αυτό το τερ’ανγκριάλ σχεδόν ολόκληρη τη ζωή της. Τώρα θα το κρατήσεις εσύ».
Η Εγκουέν παραλίγο να ρίξει το δαχτυλίδι. Ένα τερ’ανγκριάλ; Θα κρατήσω ένα τερ’ανγκριάλ;
Η Βέριν δεν έδειξε να αντιλαμβάνεται το ξάφνιασμά της. «Κατά τα λεγόμενά της, διευκολύνει το πέρασμα στον Τελ’αράν’ριοντ. Ισχυριζόταν ότι θα λειτουργούσε και για εκείνους που δεν έχουν Ταλέντο, όπως και για τις Άες Σεντάι, αρκεί να το άγγιζες όταν κοιμόσουν. Υπάρχουν κίνδυνοι, φυσικά. Ο Τελ’αράν’ριοντ δεν είναι σαν τα άλλα όνειρα. Αυτό που συμβαίνει εκεί είναι πραγματικό· είσαι όντως εκεί, αντί να το βλέπεις». Τράβηξε το μανίκι της, αποκαλύπτοντας μια ξεθωριασμένη ουλή, που διέτρεχε όλο τον πήχη της. «Το δοκίμασα κι εγώ, μια φορά, πριν από πολλά χρόνια. Η Θεραπεία της Ανάγια δεν πέτυχε, όπως θα έπρεπε. Θυμήσου το αυτό». Η Άες Σεντάι άφησε το μανίκι να σκεπάσει ξανά την ουλή.