Выбрать главу

Το λευκό φως ξεθώριασε, το μόνο που απέμεινε ήταν το μετείκασμα στην όραση του. Ο Ραντ σωριάστηκε στον κοντινότερο κορμό, ένιωσε το φλοιό τραχύ στο πρόσωπό του. Το σώμα του σείστηκε από ανακούφιση και από ένα άηχο γέλιο. Πέτυχε. Που να με σώσει το Φως, αυτή τη φορά πέτυχε. Δεν πετύχαινε πάντα. Την ίδια βραδιά είχαν έρθει κι άλλα σκυλιά.

Η Μία Δύναμη παλλόταν μέσα του και το στομάχι του ξίνιζε από το μίασμα του Σκοτεινού στο σαϊντίν, ήθελε να αδειάσει ό,τι είχε. Κόμποι ιδρώτα γέμισαν το πρόσωπο του παρά τον παγωμένο, νυχτερινό αέρα και το στόμα του είχε μια αηδιαστική γεύση. Ο Ραντ ήθελε να ξαπλώσει κάτω και να πεθάνει. Ήθελε να έρθει η Νυνάβε και να του δώσει τα γιατρικά της, ή η Μουαραίν να τον θεραπεύσει, ή... κάτι, οτιδήποτε, για να σταματήσει αυτή η άρρωστη αίσθηση, που τον έπνιγε.

Ταυτόχρονα, όμως, το σαϊντίν τον γέμιζε ζωή ― ζωή και ενέργεια και επίγνωση μέσα σ’ αυτή την αρρώστια. Η ζωή δίχως το σαϊντίν ήταν ένα χλωμό αντίγραφο. Όλα τα άλλα ήταν μια κακή απομίμηση.

Αλλά θα μπορέσουν να με βρουν, αν την κρατήσω. Θα ψάξουν τα ίχνη μου, θα με βρουν. Πρέπει να φτάσω στο Δάκρυ. Θα το βρω εκεί έξω. Αν είμαι ο Δράκοντας, θα δοθεί ένα τέλος. Κι άμα δεν είμαι... Αν όλα αυτά είναι ένα ψέμα, τότε θα δοθεί ένα τέλος και σ’ αυτό, επίσης. Ένα τέλος.

Απρόθυμα, με άπειρη βραδύτητα, έκοψε την επαφή με το σαϊντίν, άφησε την αγκαλιά του, σαν να παρατούσε την πνοή της ζωής. Η νύχτα, πια, φάνηκε μουντή. Οι σκιές έχασαν τις άπειρες, έντονες αποχρώσεις τους και έμοιασαν όλες ξεθωριασμένες.

Κάπου στο βάθος, προς τα δυτικά, ακούστηκε ένα σκυλίσιο αλύχτημα, μια διαπεραστική κραυγή στη σιωπηλή νυχτιά.

Ο Ραντ σήκωσε το κεφάλι. Κοίταξε κατά κει, λες και θα έβλεπε το σκυλί αν έβαζε τα δυνατά του.

Ένα δεύτερο σκυλί απάντησε στο πρώτο κι έπειτα άλλο ένα και μετά ακόμα δύο, όλα κάπου στα δυτικά του.

«Κυνηγήστε με», γρύλισε ο Ραντ. «Κυνηγήστε με, αν θέλετε. Δεν είμαι εύκολο θήραμα. Όχι πια!»

Ξεκόλλησε από το δέντρο, προχώρησε πλατσουρίζοντας σε ένα ρηχό, κρύο ποταμάκι και μετά άρχισε να προχωρά προς τα ανατολικά με ένα άνετο, σταθερό τροχάδην. Το παγωμένο νερό γέμιζε τις μπότες του και το πλευρό του πονούσε, αλλά αυτός δεν έδινε σημασία. Η νύχτα ήταν πάλι ήσυχη πίσω του, αλλά δεν έδωσε ούτε σε αυτό σημασία. Κυνηγήστε με. Κι εγώ μπορώ να κυνηγήσω. Δεν είμαι εύκολο θήραμα.

10

Μυστικά

Η Εγκουέν αλ’Βερ αγνόησε για μια στιγμή τις συντρόφισσές της και σηκώθηκε στους αναβολείς ελπίζοντας να δει για μια στιγμή την Ταρ Βάλον στο βάθος, αλλά το μόνο που είδε ήταν κάτι ασαφές, που λαμπύριζε λευκό στο πρωινό ηλιόφως. Όμως, αυτή πρέπει να ήταν η πόλη στο νησί. Το μοναχικό βουνό με τη σπασμένη κορφή, που λεγόταν Όρος του Δράκοντα και υψωνόταν από την κυματιστή πεδιάδα, είχε πρωτοφανεί στον ορίζοντα αργά το προηγούμενο απόγευμα και βρισκόταν στην από δω πλευρά του ποταμού Ερινίν, που ήταν ανάμεσα στο βουνό και στην πόλη. Ήταν ένα χαρακτηριστικό σημάδι αυτό το όρος —ένα σπασμένο, μυτερό δόντι, που ξεπρόβαλλε από τους κάμπους και τους χαμηλούς λόφους― που εύκολα το έβλεπες από μεγάλη απόσταση κι εύκολα το απέφευγες, επίσης, όπως έκαναν όλοι, ακόμα κι εκείνοι που όδευαν για την Ταρ Βάλον.

Το Όρος του Δράκοντα ήταν το μέρος όπου είχε πεθάνει ο Λουζ Θέριν ο Φονιάς, έτσι έλεγαν είχαν ειπωθεί και άλλα πράγματα γι’ αυτό το βουνό, προφητείες και προειδοποιήσεις. Πλήθος λόγοι για να αποφύγεις τις μαύρες πλαγιές του.

Η Εγκουέν είχε λόγο που δεν το απέφευγε ― κι όχι μόνο έναν. Μονάχα στην Ταρ Βάλον θα έβρισκε την εκπαίδευση που χρειαζόταν, την εκπαίδευση που έπρεπε να περάσει. Ποτέ δεν θα ξαναφορέσω κολάρο! Έδιωξε τη σκέψη, αλλά εκείνη ξαναγύρισε αμέσως. Ποτέ δεν θα χάσω ξανά την ελευθερία μου! Στην Ταρ Βάλον, η Ανάγια θα ξανάρχιζε να δοκιμάζει τα όνειρά της· η Άες Σεντάι θα ήταν υποχρεωμένη να το κάνει, επειδή υποπτευόταν ότι η Εγκουέν ήταν Ονειρεύτρια, αν και δεν είχε βρει καμία πραγματική ένδειξη γι’ αυτό. Τα όνειρα της Εγκουέν την τυραννούσαν από τότε που είχε φύγει από την Πεδιάδα Άλμοθ. Πέρα από τα όνειρα με τους Σωντσάν —τα οποία ακόμα την έκαναν να ξυπνά κάθιδρη― ονειρευόταν ολοένα και περισσότερο τον Ραντ. Τον Ραντ να τρέχει. Να τρέχει προς κάτι, αλλά κι επίσης να τρέχει για να ξεφύγει από κάτι.

Κοίταξε ακόμα πιο έντονα προς την Ταρ Βάλον. Εκεί θα ήταν η Ανάγια. Ίσως επίσης και ο Γκάλαντ. Άθελά της κοκκίνισε και τον έδιωξε τελείως από το νου της. Σκέψου τον καιρό. Σκέψου ό,τι άλλο θέλεις. Φως μου, μα τι ζέστη που κάνει.