Выбрать главу

«Η δημοσιοποίηση της τιμωρίας είναι, φυσικά, μέρος του συνετισμού σας», συνέχισε η Άμερλιν, σαν να είχε διαβάσει το μυαλό της Εγκουέν. «Επίσης, φρόντισα να ανακοινωθεί ότι τοποθετείστε στα μαγειρεία, για να εργαστείτε μαζί με τις λαντζιέρες μέχρι περαιτέρω ειδοποίησης. Και άφησα να ψιθυρίζουν ότι η “περαιτέρω ειδοποίηση” ίσως να σημαίνει την υπόλοιπη ζωή σας. Άκουσα καμιά αντίρρηση γι’ αυτά;»

«Όχι, Μητέρα», βιάστηκε να πει η Εγκουέν. Η Νυνάβε θα μισούσε περισσότερο από τις άλλες το να τρίβει κατσαρόλες. Υπάρχουν και χειρότερα, Νυνάβε. Φως μου, θα μπορούσε να είναι πολύ χειρότερα. Η Νυνάβε είχε μια θυμωμένη έκφραση, αλλά κούνησε ελαφρά το κεφάλι.

«Κι εσύ, Ηλαίην;» είπε η Άμερλιν. «Η Κόρη-Διάδοχος του Άντορ είναι μαθημένη σε καλύτερη αντιμετώπιση».

«Θέλω να γίνω Άες Σεντάι, Μητέρα», είπε με αταλάντευτη φωνή η Ηλαίην.

Η Άμερλιν άγγιξε με το δάχτυλο ένα χαρτί στο τραπέζι μπροστά της και φάνηκε να το μελετά για μια στιγμή. Όταν σήκωσε το κεφάλι, το χαμόγελό της δεν ήταν καθόλου ευχάριστο. «Αν κάποια από εσάς ήταν τόσο χαζή ώστε να πει οτιδήποτε άλλο, είχα έτοιμο και κάτι άλλο, που θα σας έκανε να βλαστημήσετε τη στιγμή που η μητέρα σας άφησε τον πατέρα σας να κλέψει εκείνο το πρώτο φιλί. Αφήσατε να σας παρασύρουν από τον Πύργο σαν απερίσκεπτα παιδιά. Ακόμα κι ένα μωρό δεν θα είχε πέσει σε αυτή την παγίδα. Θα σας μάθω να σκέφτεστε πριν ενεργήσετε, αλλιώς σας περιμένουν πολύ χειρότερα!»

Η Εγκουέν μέσα της είπε ένα βουβό «ευχαριστώ». Ένα ρίγος διέτρεξε τη ραχοκοκαλιά της, καθώς η Άμερλιν συνέχιζε να μιλά.

«Τώρα, σχετικά με το τι άλλο σκοπεύω να σας κάνω. Φαίνεται ότι από τότε που αφήσατε τον Πύργο, η ικανότητά σας να διαβιβάζετε έχει αυξηθεί σε εκπληκτικό βαθμό. Μάθατε πολλά. Συμπεριλαμβανομένων μερικών πραγμάτων», πρόσθεσε αυστηρά, «που σκοπεύω να ξεμάθετε!»

Η Νυνάβε ξάφνιασε την Εγκουέν λέγοντας «ξέρω ότι κάναμε... πράγματα... που δεν έπρεπε, Μητέρα. Σε διαβεβαιώνω ότι θα βάλουμε τα δυνατά μας να ζήσουμε σαν να είχαμε δώσει τους Τρεις Όρκους».

Η Άμερλιν μούγκρισε. «Έτσι πρέπει»» είπε ξερά. «Αν μπορούσα, θα σας έβαζα στα χέρια τη Ράβδο του Όρκου απόψε, αλλά αφού αυτή την κρατάμε για εκείνες που εισέρχονται στις Άες Σεντάι, πρέπει να εμπιστευτώ τη σωφροσύνη σας —αν έχετε τέτοιο πράγμα — για να μην πάθετε κακό. Τώρα όμως εσύ, Εγκουέν, κι εσύ, Ηλαίην, γίνεστε Αποδεχθείσες».

Η Ηλαίην άφησε μια κοφτή κραυγή και η Εγκουέν τραύλισε έκπληκτη: «Σε ευχαριστούμε, Μητέρα». Η Ληάνε κουνήθηκε ελαφρά από τη θέση της. Η Εγκουέν δεν έβλεπε την Τηρήτρια ευχαριστημένη. Δεν ήταν ξαφνιασμένη —προφανώς γνώριζε τι θα γινόταν― αλλά ούτε και ευχαριστημένη.

«Μη με ευχαριστείτε. Οι ικανότητές σας έχουν αυξηθεί τόσο που δεν μπορεί να παραμείνετε μαθητευόμενες. Κάποιες θα θεωρήσουν ότι δεν θα έπρεπε να φορέσετε το δαχτυλίδι έπειτα από αυτό που κάνατε, αλλά όταν σας δουν χωμένες στις λιγδερές κατσαρόλες, οι επικρίσεις θα σβήσουν. Και πριν αρχίσετε να σκέφτεστε ότι είναι κάτι σαν ανταμοιβή, θυμηθείτε ότι τις πρώτες βδομάδες ως Αποδεχθείσες θα ξεδιαλέγετε τα σάπια ψάρια από τα τελάρα με τα καλά. Η χειρότερη μέρα σας, ως μαθητευόμενες, θα είναι ένα γλυκό όνειρο σε σύγκριση με την πιο ανώδυνη μέρα μελέτης των ερχόμενων βδομάδων. Υποπτεύομαι ότι κάποιες από τις αδελφές, που θα σας διδάξουν, θα κάνουν τις δοκιμασίες σας ακόμα χειρότερες απ’ όσο θα μπορούσαν να είναι, αλλά κάτι μου λέει ότι δεν πρόκειται να παραπονεθείτε. Έτσι δεν είναι;»

Μπορώ να μάθω, σκέφτηκε η Εγκουέν. Να διαλέξω τι θα μελετήσω. Μπορώ να μάθω για τα όνειρα, να μάθω πώς να...

Το χαμόγελο της Άμερλιν διέκοψε τον ειρμό της. Αυτό το χαμόγελο έλεγε ότι τίποτα απ’ όσα θα έκαναν οι αδελφές δεν θα ήταν χειρότερο απ’ όσο χρειαζόταν, αν κατάφερναν να επιζήσουν έπειτα απ’ αυτό. Το πρόσωπο της Νυνάβε φανέρωνε βαθιά συμπόνια, ανάμικτη με τη φρίκη της ανάμνησης των πρώτων βδομάδων που είχε περάσει η ίδια ως Αποδεχθείσα. Ο συνδυασμός ήταν τέτοιος που έκανε την Εγκουέν να ξεροκαταπιεί. «Όχι, Μητέρα», είπε αχνά. Η απάντηση της Ηλαίην ήταν ένας βραχνός ψίθυρος.

«Τελειώσαμε, λοιπόν. Η μητέρα σου δεν χάρηκε καθόλου για την εξαφάνισή σου, Ηλαίην».

«Το ξέρει;» έσκουξε η Ηλαίην.

Η Ληάνε ξεφύσησε και η Αμερλιν ύψωσε το ένα της φρύδι, λέγοντας: «Μα δεν θα μπορούσα να της το κρατήσω κρυφό. Δεν την πρόλαβες —είχε έρθει λιγότερο από μήνα πριν― κι αυτό ίσως να είναι καλύτερο για σένα. Μπορεί να μην επιζούσες από τέτοιο αντάμωμα. Ήταν τόσο θυμωμένη που θα μας τα έψαλλε για τα καλά, σε εσένα, σε εμένα, σε ολόκληρο το Λευκό Πύργο».