Выбрать главу

«Τότε άσε απ’ έξω και την Εγκουέν», είπε η Νυνάβε. «Μόλις που είναι αρκετά μεγάλη για να θεωρείται γυναίκα. Αν θέλεις κυνήγι, το αναλαμβάνω εγώ». Η Εγκουέν έκανε να διαμαρτυρηθεί -αφού είμαι γυναίκα! αλλά η Άμερλιν την πρόλαβε.

«Δεν σε βάζω για δόλωμα, τέκνο μου. Αν είχα εκατό σαν και σένα και πάλι δεν θα ήμουν ευχαριστημένη, αλλά μόνο εσάς τις δύο έχω, οπότε μόνο εσάς τις δύο θα χρησιμοποιήσω».

«Νυνάβε», είπε η Εγκουέν, «δεν σε καταλαβαίνω. Εννοείς ότι θέλεις να το κάνεις αυτό;»

«Δεν είναι ότι θέλω», είπε η Νυνάβε με κουρασμένο ύφος, «αλλά προτιμώ να τις κυνηγήσω, παρά να κάθομαι και να σκέφτομαι μήπως η Άες Σεντάι που με διδάσκει είναι στην πραγματικότητα Σκοτεινόφιλη. Και ό,τι κι αν σκαρώνουν, δεν θέλω να περιμένω πότε θα είναι έτοιμες να το κάνουν για να μάθω τι είναι».

Η απόφαση στην οποία κατέληξε η Εγκουέν έκανε το στομάχι της να σφιχτεί. «Τότε κι εγώ είμαι μέσα. Ούτε κι εγώ θέλω να κάτσω και να περιμένω». Η Νυνάβε άνοιξε το στόμα και η Εγκουέν ένιωσε μια αναλαμπή θυμού· ήταν μεγάλη ανακούφιση, ύστερα από το φόβο. «Και μην τολμήσεις να μου ξαναπείς ότι είμαι πολύ μικρή. Τουλάχιστον, εγώ μπορώ και διαβιβάζω όποτε θέλω. Συνήθως. Δεν είμαι πια κοριτσόπουλο, Νυνάβε».

Η Νυνάβε στεκόταν εκεί, τραβώντας την πλεξούδα της αμίλητη. Στο τέλος, η αλύγιστη στάση της χαλάρωσε. «Δεν είσαι, ε; Σκεφτόμουν ότι είσαι γυναίκα, αλλά μου φαίνεται ότι δεν το πίστευα μέσα μου. Κορίτσι, εγώ... Όχι, γυναίκα. Γυναίκα, ελπίζω να συνειδητοποιείς ότι μπήκες σε ένα τσουκάλι μαζί μου και μπορεί να έχουν ήδη ανάψει τη φωτιά».

«Το ξέρω». Η Εγκουέν ένιωσε περηφάνια που η φωνή της δεν έτρεμε σχεδόν καθόλου.

Η Αμερλιν χαμογέλασε σαν να ήταν ευχαριστημένη, αλλά κάτι στα γαλάζια μάτια της έκανε την Εγκουέν να υποψιαστεί ότι ήξερε εξαρχής ποια απόφαση θα έπαιρναν. Για μια στιγμή, ένιωσε πάλι τους σπάγκους της μαριονέτας στα χέρια και τα πόδια της.

«Η Βέριν...» Η Άμερλιν κοντοστάθηκε και ύστερα συνέχισε, μουρμουρίζοντας σαν να μονολογούσε. «Αν πρέπει να εμπιστευτώ κάποια, ας είναι αυτή. Ήδη ξέρει όσα εγώ, ίσως και περισσότερα». Η φωνή της δυνάμωσε. «Η Βέριν θα σας πει όσα είναι γνωστά για τη Λίαντριν και τις υπόλοιπες, καθώς επίσης θα σας δώσει κι έναν κατάλογο με τα τερ’ανγκριάλ που εκλάπησαν και το τι κάνουν. Γι’ αυτά που ξέρουμε, τουλάχιστον. Όσο για άλλες του Μαύρου Άτζα, που ίσως είναι ακόμα στον Πύργο... Ακούτε, παρατηρείτε και προσέχετε τι ερωτήσεις κάνετε. Να φέρεστε σαν ποντίκια. Αν έχετε την παραμικρή υποψία, να την αναφέρετε σε μένα. Θα έχω το νου μου σε εσάς. Κανένας δεν θα παραξενευτεί, με δεδομένο το λόγο για τον οποίο τιμωρείστε. Θα μπορείτε να μου δίνετε αναφορά όταν βρισκόμαστε. Μην ξεχνάτε ότι έχουν σκοτώσει στο παρελθόν. Εύκολα θα μπορούσαν να το ξανακάνουν».

«Ωραία και καλά όλα αυτά», είπε η Νυνάβε, «αλλά και πάλι θα είμαστε Αποδεχθείσες, κυνηγώντας Άες Σεντάι. Κάθε κανονική αδελφή μπορεί να μας διώξει από κάπου, να μας βάλει να κάνουμε την μπουγάδα της και εμείς δεν θα έχουμε άλλη επιλογή παρά να υπακούσουμε. Υπάρχουν μέρη που οι Αποδεχθείσες δεν μπορούν να πάνε, πράγματα που δεν πρέπει να ξέρουν. Φως μου, αν μια αδελφή είναι του Μαύρου Άτζα, θα μπορούσε να πει στους φρουρούς να μας κλειδώσουν στα δωμάτιά μας και να μας κρατήσουν εκεί ― κι αυτοί θα υπάκουγαν. Δεν θα δέχονταν το λόγο μιας Αποδεχθείσας εναντίον μιας Άες Σεντάι».

«Κατά κύριο λόγο», είπε η Άμερλιν, «θα πρέπει να εργαστείτε εντός των περιορισμών που έχουν οι Αποδεχθείσες. Η γενική ιδέα είναι να μη σας υποψιαστεί κανείς. Αλλά...» Άνοιξε το μαύρο κουτί στο τραπέζι, δίστασε, κοίταξε τις άλλες δύο γυναίκες σαν να μην ήταν ακόμη βέβαια αν ήθελε να το κάνει αυτό και μετά έβγαλε μερικά σκληρά, διπλωμένα χαρτιά. Τα ξεδιάλεξε προσεκτικά, δίστασε πάλι και μετά διάλεξε δύο. Τα υπόλοιπα τα έχωσε ξανά στο κουτί και έδωσε τα δύο στην Εγκουέν και τη Νυνάβε. «Κρατήστε τα καλά κρυμμένα. Είναι μόνο για στιγμές επείγουσας ανάγκης».

Η Εγκουέν ξεδίπλωσε το χοντρό χαρτί της. Είχε κάτι γραμμένο πάνω του με καθαρό, στρογγυλεμένο γραφικό χαρακτήρα και στο κάτω μέρος ήταν σφραγισμένο με τη Λευκή Φλόγα της Ταρ Βάλον.

Αυτό που κάνει ο κομιστής, το κάνει κατόπιν εντολής μου και με δική μου εξουσία. Υπάκουσε και σιώπησε, κατά διαταγή μου.

Σάντσε
Φύλακας των Σφραγίδων
Φλόγα της Ταρ Βάλον
Η Έδρα της Άμερλιν

«Με αυτό θα μπορούσα να κάνω τα πάντα», είπε με έναν τόνο θαυμασμού η Νυνάβε. «Θα μπορούσα να διατάξω τους φρουρούς να εξορμήσουν. Να διοικήσω τους Προμάχους». Αφησε ένα γελάκι. «Με αυτό, θα μπορούσα να βάλω έναν Πρόμαχο να χορέψει».