Выбрать главу

«Μα, Ηλαίην —» άρχισε να λέει ο Γκάγουιν, ενώ την ίδια στιγμή ο Γκάλαντ έλεγε: «Απλώς θέλουμε να —»

Η Νυνάβε μίλησε τόσο δυνατά που έπνιξε τις φωνές τους.

«Αμφιβάλλω αν ζητήσατε άδεια για να μπείτε στα καταλύματα των Αποδεχθεισών». Την κοίταξαν έκπληκτοι. «Καλά το σκέφτηκα. Θα φύγετε από το δωμάτιό μου και θα εξαφανιστείτε από μπρος μου μέχρι να μετρήσω ως το τρία, αλλιώς θα γράψω ένα σημείωμα στον Αρχιεκπαιδευτή γι’ αυτό το περιστατικό. Ο Κούλιν Γκαϊντίν έχει πολύ πιο δυνατό χέρι από τη Σέριαμ Σεντάι και σας διαβεβαιώνω ότι θα είμαι εκεί, για να φροντίσω να κάνει καλή δουλειά».

«Νυνάβε, δεν θα έκανες τέτοιο ―» άρχισε να λέει ανήσυχος ο Γκάγουιν, αλλά ο Γκάλαντ του έκανε νόημα να σταματήσει και πλησίασε τη Νυνάβε.

Το πρόσωπό του δεν έχασε την αυστηρή έκφρασή του, αλλά εκείνη έσιαξε ασυναίσθητα το μπροστά μέρος του φορέματός της καθώς της χαμογελούσε. Η Εγκουέν δεν ξαφνιάστηκε απ’ αυτό. Της φαινόταν πως καμία γυναίκα, εκτός αν ήταν του Κόκκινου Άτζα, δεν θα έμενε ανεπηρέαστη από το χαμόγελο του Γκάλαντ.

«Ζητώ συγγνώμη, Νυνάβε, που σου επιβάλαμε απρόσκλητοι την παρουσία μας», είπε γλυκά. «Θα φύγουμε, φυσικά. Αλλά μην ξεχνάς ότι είμαστε εδώ, αν μας χρειαστείς. Και ό,τι κι αν ήταν αυτό που σας ανάγκασε να το σκάσετε, μπορούμε να σας βοηθήσουμε και με αυτό επίσης».

Η Νυνάβε του ανταπέδωσε το χαμόγελο. «Ένα», είπε.

Ο Γκάλαντ ανοιγόκλεισε τα μάτια και το χαμόγελό του χάθηκε. Στράφηκε γαλήνια προς την Εγκουέν. Ο Γκάγουιν σηκώθηκε και ξεκίνησε προς την πόρτα. «Εγκουέν», είπε ο Γκάλαντ, «ξέρεις ότι, ειδικά εσύ, μπορείς να με φωνάξεις όποια ώρα και στιγμή θέλεις, για οτιδήποτε. Ελπίζω να το ξέρεις αυτό».

«Δύο», είπε η Νυνάβε.

Ο Γκάλαντ την κοίταξε ενοχλημένος. «Θα ξαναμιλήσουμε», είπε στην Εγκουέν, κάνοντας μια υπόκλιση πάνω από το κεφάλι της. Με ένα τελευταίο χαμόγελο, έκανε ένα ήρεμο βήμα προς την πόρτα.

«Τρρρρρρρ» —ο Γκάγουιν πέρασε την πόρτα με έναν πήδο, ενώ ακόμα και το κομψό δρασκέλισμα του Γκάλαντ επιταχύνθηκε― «ρία», ολοκλήρωσε η Νυνάβε, καθώς η πόρτα έκλεινε με πάταγο πίσω τους.

Η Ηλαίην χειροκρότησε καταχαρούμενη. «Α, πολύ ωραίο», είπε. «Πάρα πολύ ωραίο. Δεν ήξερα ότι ούτε στα καταλύματα των Αποδεχθεισών δεν επιτρέπεται να μπαίνουν άντρες».

«Επιτρέπεται», είπε ξερά η Νυνάβε, «αλλά δεν το ήξεραν ούτε κι αυτά τα παλιόπαιδα». Η Ηλαίην χειροκρότησε ξανά και γέλασε. «Θα τους άφηνα να φύγουν με την ησυχία τους, αν δεν χασομερούσε επίτηδες ο Γκάλαντ. Αυτός ο νεαρός έχει τόσο ωραίο πρόσωπο που δεν θα του βγει σε καλό». Η Εγκουέν παραλίγο να γελάσει ακούγοντάς το· ο Γκάλαντ ήταν το πολύ ένα χρόνο μικρότερος της Νυνάβε, αν ήταν τόσο, και η Νυνάβε έσιαζε πάλι το φόρεμά της.

«Αυτός ο Γκάλαντ!» ξεφύσησε η Ηλαίην. «Θα μας ξαναενοχλήσει και δεν ξέρω αν το κόλπο σου θα πετύχει και δεύτερη φορά. Κάνει αυτό που πιστεύει πως είναι σωστό, άσχετα με το ποιος θα πληγωθεί, ακόμα κι αν είναι ο ίδιος αυτός».

«Τότε θα σκεφτώ κάτι άλλο», είπε η Νυνάβε. «Δεν μπορούμε να τους έχουμε όλη την ώρα πάνω από το κεφάλι μας. Ηλαίην, αν θέλεις, μπορώ να ετοιμάσω ένα βάλσαμο, που θα απαλύνει τον πόνο».

Η Ηλαίην κούνησε το κεφάλι και μετά ξάπλωσε στο κρεβάτι, στηρίζοντας το σαγόνι στα χέρια της. «Αν το μάθαινε η Σέριαμ, σίγουρα θα επισκεπτόμασταν άλλη μια φορά το μελετητήριό της. Δεν πολυμιλάς, Εγκουέν. Κατάπιες τη γλώσσα σου;» Η έκφρασή της συννέφιασε. «Ή μήπως έχει να κάνει με τον Γκάλαντ;»

Άθελά της, η Εγκουέν κοκκίνισε. «Απλώς προτίμησα να μην καυγαδίσω μαζί τους», είπε με όσο περισσότερη αξιοπρέπεια μπορούσε.

«Φυσικά», είπε μουτρωμένη η Ηλαίην. «Παραδέχομαι ότι ο Γκάλαντ είναι εμφανίσιμος. Αλλά, επίσης, είναι φρικτός. Πάντα κάνει το σωστό, όπως το βλέπει ο ίδιος. Ξέρω ότι δεν φαίνεται φρικτός, αλλά είναι. Ποτέ δεν παρέβη τις εντολές της μητέρας, ούτε στο παραμικρό, απ’ όσο ξέρω. Δεν λέει ψέμα, έστω και ασήμαντο, ούτε παραβαίνει τους κανόνες. Αν σε καταδώσει, επειδή έκανες κάποιο παράπτωμα, θα το κάνει δίχως την παραμικρή κακία ― αντίθετα, παίρνει μια λυπημένη έκφραση που δεν μπορούσες να αντεπεξέλθεις στις υψηλές απαιτήσεις του― αλλά αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι θα σε καταδώσει».

«Αυτό φαίνεται... ενοχλητικό», είπε με προσοχή η Εγκουέν, «αλλά όχι φρικτό. Δεν μπορώ να φανταστώ τον Γκάλαντ να κάνει κάτι φρικτό».

Η Ηλαίην κούνησε το κεφάλι, λες και δεν μπορούσε να πιστέψει ότι η Εγκουέν δυσκολευόταν να δει κάτι που για την ίδια ήταν ολοφάνερο. «Αν θέλεις να δώσεις ιδιαίτερη προσοχή σε κάποιον, δοκίμασε τον Γκάγουιν. Είναι αρκετά ευχάριστος —συνήθως― και έχει ξετρελαθεί μαζί σου».