Выбрать главу

«Αν φοβάσαι», είπε η Νυνάβε, «μπορείς να τα παρατήσεις. Από τη στιγμή που θα αρχίσουμε, θα είναι πολύ αργά γι’ αυτό».

Η Ηλαίην έγειρε πίσω το κεφάλι. «Φυσικά και φοβάμαι. Δεν είμαι χαζή. Αλλά δεν φοβάμαι τόσο που να εγκαταλείψω, πριν καν αρχίσω».

«Υπάρχει επίσης και κάτι άλλο», είπε η Νυνάβε. «Φοβάμαι ότι η Άμερλιν σκοπεύει να αφήσει τον Ματ να πεθάνει».

«Μα οι Άες Σεντάι πρέπει να Θεραπεύουν όποιον τους το ζητήσει». Μέσα στην Κόρη-Διάδοχο η δυσπιστία πάλευε με την αγανάκτηση. «Γιατί να αφήσει τον Ματ να πεθάνει; Δεν το πιστεύω! Δεν μπορώ!»

«Ούτε κι εγώ», ξέσπασε η Εγκουέν. Δεν μπορεί να εννοούσε αυτό! Η Άμερλιν δεν θα τον άφηνε να πεθάνει! «Σε όλο το δρόμο που ερχόμασταν, η Βέριν έλεγε ότι η Άμερλιν θα τον Θεραπεύσει».

Η Νυνάβε κούνησε το κεφάλι. «Η Βέριν είπε ότι η Αμερλιν θα τον “φροντίσει”. Δεν είναι το ίδιο πράγμα. Και η Άμερλιν απέφυγε να πει “ναι” ή “όχι” όταν τη ρώτησα. Μπορεί να μην αποφάσισε ακόμα».

«Μα γιατί;» ρώτησε η Ηλαίην.

«Επειδή ο Λευκός Πύργος ό,τι κάνει, το κάνει για τους δικούς του λόγους». Η φωνή της Νυνάβε έκανε την Εγκουέν να ανατριχιάσει. «Δεν ξέρω γιατί. Το αν θα βοηθήσουν τον Ματ να ζήσει, ή αν θα τον αφήσουν να πεθάνει, εξαρτάται από το τι εξυπηρετεί τους σκοπούς τους. Κανένας από τους Τρεις Όρκους δεν λέει ότι πρέπει να τον Θεραπεύσουν. Για την Αμερλιν, ο Ματ είναι απλώς ένα εργαλείο. Το ίδιο κι εμείς. Θα μας χρησιμοποιήσει για να κυνηγήσουμε το Μαύρο Άτζα, αλλά αν χαλάσεις ένα εργαλείο και δεν διορθώνεται, δεν θα κλάψεις γι’ αυτό. Θα πάρεις άλλο. Πρέπει να το θυμάστε αυτό».

«Τι θα κάνουμε γι’ αυτόν;» ρώτησε η Εγκουέν. «Τι μπορούμε να κάνουμε;»

Η Νυνάβε πήγε στην ντουλάπα της και έψαξε στο βάθος. Όταν εμφανίστηκε ξανά, κρατούσε ένα ριγέ σακούλι με βότανα. «Με τα γιατρικά μου —και τη βοήθεια της τύχης― ίσως μπορέσω να τον Θεραπεύσω μόνη μου».

«Η Βέριν δεν μπόρεσε να το κάνει», είπε η Ηλαίην. «Δεν μπόρεσαν ούτε η Μουαραίν με τη Βέριν μαζί και η Μουαραίν είχε ένα ανγκριάλ. Νυνάβε, αν αντλήσεις πολύ από τη Μία Δύναμη, ίσως γίνεις παρανάλωμα του πυρός. Ή, ίσως, απλώς σιγανευτείς μόνη σου, αν είσαι πιο τυχερή. Αν θεωρείται τύχη κάτι τέτοιο».

Η Νυνάβε σήκωσε τους ώμους. «Μου λένε ότι έχω τη δυνατότητα να γίνω η πιο ισχυρή Άες Σεντάι που έζησε εδώ και χίλια χρόνια. Ίσως είναι καιρός να μάθω αν έχουν δίκιο». Τράβηξε την πλεξούδα της.

Ήταν φανερό ότι η Νυνάβε φοβόταν, παρά τα λεγόμενά της. Αλλά δεν Θα αφήσει τον Ματ να πεθάνει, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι θα διακινδυνέψει να πεθάνει και η ίδια. «Όλοι λένε ότι εμείς οι τρεις είμαστε πολύ δυνατές — ή ότι θα γίνουμε. Ίσως μπορέσουμε να μοιράσουμε μεταξύ μας τη ροή, αν προσπαθήσουμε όλες μαζί».

«Ποτέ δεν προσπαθήσαμε να δουλέψουμε μαζί», είπε αργά η Νυνάβε. «Δεν είμαι σίγουρη αν ξέρω πώς να συνδυάσουμε τις ικανότητές μας. Ίσως μια δοκιμή να είναι εξίσου επικίνδυνη με το να αντλήσουμε πολύ από τη Μία Δύναμη».

«Αν είναι να το κάνουμε», είπε η Ηλαίην, κατεβαίνοντας από το κρεβάτι, «ας το κάνουμε, επιτέλους. Όσο το συζητάμε τόσο πιο πολύ τρομάζω. Ο Ματ είναι στις αίθουσες των φιλοξενούμενων. Αυτό μου το είπε η Σέριαμ, αν και δεν ξέρω σε ποια ακριβώς».

Λες κι έβαζε τελεία στη φράση της, η πόρτα άνοιξε με πάταγο και μια Άες Σεντάι μπήκε μέσα, λες και το δωμάτιο ήταν δικό της και οι τρεις τους ήταν εισβολείς.

Η Εγκουέν έκανε μια βαθιά υπόκλιση, για να κρύψει την απόγνωση που φανέρωνε η έκφραση του προσώπου της.

17

Η Κόκκινη Αδελφή

Η Ελάιντα ήταν μια γυναίκα που θα τη χαρακτήριζε κάποιος εμφανίσιμη παρά όμορφη και η αυστηρή της έκφραση πρόσθετε ωριμότητα στην άχρονη όψη που είχαν όλες οι Άες Σεντάι. Δεν φαινόταν μεγάλη, αλλά η Εγκουέν δεν μπορούσε να φανταστεί ποτέ την Ελάιντα μικρή. Με εξαίρεση κάποιες πιο επίσημες περιστάσεις, ελάχιστες Άες Σεντάι φορούσαν το επώμιο, που ήταν στολισμένο με εικόνες από κλήματα και είχε στην πλάτη τη Φλόγα της Ταρ Βάλον ― μα η Ελάιντα φορούσε το δικό της και τα μακριά, κόκκινα κρόσσια δήλωναν το Άτζα της. Κόκκινες ρίγες κοσμούσαν το κρεμ, μεταξωτό φόρεμά της και κόκκινα ήταν και τα σανδάλια που ξεμύτιζαν από τον ποδόγυρό της, καθώς έμπαινε στο δωμάτιο. Τα μαύρα μάτια της τις παρακολουθούσαν, σαν το βλέμμα πουλιού που κοιτάζει σκουλήκια.

«Είστε, λοιπόν, όλες μαζί. Για κάποιο λόγο, αυτό δεν με ξαφνιάζει». Δεν υπήρχε καμία προσποίηση στη φωνή της, όπως και στη στάση του σώματός της· ήταν μια γυναίκα με εξουσία και ήταν έτοιμη να την ασκήσει, αν το έκρινε αναγκαίο, μια γυναίκα που ήξερε περισσότερα από αυτούς με τους οποίους μιλούσε. Την ίδια συμπεριφορά είχε απέναντι σε μια βασίλισσα και απέναντι σε μαθητευόμενες.