Выбрать главу

Το κερί χαμήλωνε πλάι στο κρεβάτι της, πίσω στο Δάκρυ. Ο χρόνος της στον Τελ'αράν'ριοντ λιγόστευε.

Τάχυνε το βήμα και έφτασε μπροστά σε κάτι ψηλές, σκαλιστές πόρτες που έβγαζαν έξω, σε πλατιά, λευκά σκαλιά και σε μια τεράστια, άδεια πλατεία. Το Τάντσικο απλωνόταν προς κάθε κατεύθυνση, καβαλώντας απότομους λόφους, με λευκά κτίρια το ένα πάνω στο άλλο να γυαλίζουν στον ήλιο, με εκατοντάδες λεπτούς πύργους και εξίσου πολλούς μυτερούς θόλους, που κάποιοι ήταν επίχρυσοι. Ο Κύκλος της Πανάρχισσας, ένας ψηλός, στρογγυλός τοίχος από λευκή πέτρα, στεκόταν σε κοινή θέα μισό μίλι πιο πέρα, λίγο πιο χαμηλά από το Παλάτι. Το Παλάτι της Πανάρχισσας ήταν σε έναν από τους πιο επιβλητικούς λόφους. Στο κεφαλόσκαλο, η Εγκουέν ήταν αρκετά ψηλά ώστε να βλέπει νερό να αστράφτει στα δυτικά, στενόμακρους κολπίσκους που τη χώριζαν από τα λοφώδη δάχτυλα όπου απλωνόταν η υπόλοιπη πόλη. Το Τάντσικο ήταν μεγαλύτερο από το Δάκρυ, ίσως μεγαλύτερο κι από το Κάεμλυν.

Είχε πολλά μέρη να ψάξει και δεν ήξερε καν τι ήθελε να βρει. Κάτι που σήμαινε την παρουσία του Μαύρου Άτζα, ή κάτι που δήλωνε κάποιον κίνδυνο για τον Ραντ ― ό,τι απ' αυτά κι αν υπήρχε εδώ. Αν ήταν πραγματική Ονειρεύτρια, εκπαιδευμένη στη χρήση του ταλέντου της, σίγουρα θα ήξερε τι να ψάξει, θα ήξερε πώς να ερμηνεύσει αυτά που έβλεπε. Μα δεν είχε απομείνει καμία που να τη διδάξει. Οι Σοφές των Αελιτών υποτίθεται ότι ήξεραν να αποκρυπτογραφούν τα όνειρα. Η Αβιέντα ήταν τόσο απρόθυμη να μιλήσει για τις Σοφές, που η Εγκουέν δεν είχε ρωτήσει τις άλλες Αελίτισσες. Ίσως μια Σοφή να μπορούσε να τη διδάξει. Αν έβρισκε καμία.

Έκανε ένα βήμα προς την πλατεία και ξαφνικά βρέθηκε κάπου αλλού.

Μεγάλοι, μυτεροί βράχοι υψώνονταν ολόγυρά της, μέσα σε μια κάψα που ρουφούσε την υγρασία από την ανάσα της. Ο ήλιος την έψηνε πάνω από το φόρεμά της και το αεράκι που τη φυσούσε στο πρόσωπο έμοιαζε να βγαίνει από φούρνο. Κατσιασμένα δέντρα φύτρωναν αραιά, σε ένα τοπίο γυμνό από σχεδόν κάθε άλλη βλάστηση, με εξαίρεση λίγα σημεία με σκληρό χορτάρι και κάποια αγκαθωτά φυτά που της ήταν άγνωστα. Αναγνώρισε το λιοντάρι, όμως, παρ' όλο που δεν είχε δει ποτέ της ένα με σάρκα και οστά. Ξάπλωνε σε μια ρωγμή των βράχων ούτε είκοσι βήματα παραπέρα, με τη μαύρη τούφα της ουράς του να ανεβοκατεβαίνει παιχνιδιάρικα, κοιτάζοντας όχι την Εγκουέν, αλλά κάτι εκατό δρασκελιές παραπέρα. Ο μεγάλος αγριόχοιρος με το πυκνό, δασύ τρίχωμα έσκαβε και οσμιζόταν τη ρίζα ενός αγκαθωτού θάμνου, χωρίς να έχει προσέξει την Αελίτισσα, που τον πλησίαζε κρυφά με το δόρυ έτοιμο. Ήταν ντυμένη σαν τους Αελίτες στην Πέτρα, είχε το σούφα της γύρω από το κεφάλι, αλλά το πρόσωπο ακάλυπτο.

Η Ερημιά, σκέφτηκε η Εγκουέν, χωρίς να μπορεί να το πιστέψει. Πήδηξα στην Ερημιά του Άελ! Πότε θα μάθω να προσέχω τι σκέφτομαι εδώ πέρα;

Η Αελίτισσα πάγωσε. Το βλέμμα της ήταν στην Εγκουέν, όχι στον αγριόχοιρο. Αν ήταν αγριόχοιρος· δεν έμοιαζε να έχει ακριβώς το σωστό σχήμα.

Η Εγκουέν ήταν σίγουρη ότι η γυναίκα δεν ήταν Σοφή. Δεν ήταν ντυμένη σαν Κόρη, απ' ό,τι είχαν πει στην Εγκουέν, καθώς η Κόρη του Δόρατος που ήθελε να γίνει Σοφή έπρεπε να «εγκαταλείψει το δόρυ». Αυτή εδώ πρέπει να ήταν μια απλή Αελίτισσα, που είχε βρεθεί μέσω του ονείρου της στον Τελ'αράν'ριοντ, όπως ο άλλος στο παλάτι. Κι εκείνος θα την είχε δει, αν είχε γυρίσει το βλέμμα. Η Εγκουέν έκλεισε τα μάτια και συγκεντρώθηκε στη μια καθαρή εικόνα του Τάντσικο, συγκεντρώθηκε σε εκείνο τον πελώριο σκελετό στη μεγάλη αίθουσα.

Όταν τα ξανάνοιξε, κοίταζε τα ογκώδη κόκαλα. Αυτή τη φορά πρόσεξε ότι τα είχαν ενώσει με σύρματα. Το είχαν κάνει έξυπνα, έτσι που τα σύρματα δεν φαίνονταν σχεδόν καθόλου. Η μισή μορφή με την κρυστάλλινη σφαίρα ήταν ακόμα στο ράφι της. Η Εγκουέν δεν τη ζύγωσε, ούτε και το μαύρο περιλαίμιο με τα βραχιόλια, που εξέπεμπαν τόσο πόνο και δυστυχία. Το ανγκριάλ, η πέτρινη γυναίκα, ήταν πειρασμός. Τι θα το κάνεις; Φως μου, ήρθες εδώ για να δεις, να ερευνήσεις! Τίποτα άλλο. Εμπρός πια!

Αυτή τη φορά βρέθηκε γρήγορα στην πλατεία. Ο χρόνος εδώ περνούσε διαφορετικά· η Ηλαίην και η Νυνάβε μπορεί ανά πάσα στιγμή να την ξυπνούσαν και δεν είχε αρχίσει καν. Μπορεί να μην είχε ούτε λεπτό για χάσιμο. Έπρεπε να προσέχει από δω και πέρα τι σκεφτόταν. Τέρμα οι σκέψεις περί Σοφών. Ακόμα και αυτό το μάλωμα έκανε τα πάντα να τρανταχτούν γύρω της. Συγκέντρωσε το μυαλό σον σ' αυτό που κάνεις, είπε αυστηρά στον εαυτό της.