Η Ηλαίην ήξερε ότι το σχόλιο απευθυνόταν τόσο στην Αβιέντα όσο και στην ίδια, αλλά η σκέψη δεν έλεγε να φύγει. Μήπως η Μιν το είχε δει σε πρόβλεψη; Τι θα έκανε αν όντως το είχε δει; Αν είναι η Μπερελαίν, θα τη στραγγαλίσω, το ίδιο κι αυτόν! Αν πρέπει να είναι κάποια, γιατί να μην είναι η Εγκουέν; Φως μου, τι πάω και σκέφτομαι; Ήξερε ότι είχε ταραχτεί. Για να το καλύψει, μίλησε με ανάλαφρο τόνο. «Κάνεις λες κι ο άντρας δεν έχει λόγο στο ζήτημα».
«Μπορεί να πει όχι», είπε η Αβιέντα σαν να ήταν ολοφάνερο, «αλλά αν επιθυμεί να παντρευτεί τη μια, τότε πρέπει να παντρευτεί και τις δυο, όταν τον ζητήσουν. Μην παρεξηγηθείτε, σας παρακαλώ, αλλά εγώ έμεινα κατάπληκτη όταν έμαθα ότι στα δικά σας μέρη ο άντρας μπορεί να ζητήσει από μια γυναίκα να τον παντρευτεί. Ο άντρας πρέπει να εκδηλώσει τις προθέσεις του και μετά να περιμένει τη γυναίκα να μιλήσει. Φυσικά, κάποιες γυναίκες παραπλανούν τον άντρα για να δουν τι προθέσεις έχει, όμως το δικαίωμα να τον ζητήσουν το έχουν αυτές. Δεν ξέρω πολλά απ' αυτά τα πράγματα. Από μικρό παιδί ήθελα να γίνω Φαρ Ντάραϊς Μάι. Το μόνο που θέλω στη ζωή είναι το δόρυ μου και τις αδερφές μου του δόρατος», κατέληξε με πάθος.
«Κανένας δεν θα σε αναγκάσει να παντρευτείς», είπε η Εγκουέν κατευναστικά. Η Αβιέντα την κοίταξε ξαφνιασμένη.
Η Νυνάβε ξερόβηξε δυνατά. Η Ηλαίην αναρωτήθηκε αν σκεφτόταν τον Λαν· τα μάγουλά της είχαν πάρει μια ροδαλή απόχρωση. «Εγκουέν», είπε η Νυνάβε με κάπως υπερβολικό ζήλο στη φωνή της, «φαντάζομαι ότι δεν βρήκες αυτό που έψαχνες, αλλιώς θα είχες πει κάτι πια».
«Δεν βρήκα τίποτα», απάντησε απογοητευμένα η Εγκουέν. «Αλλά η Άμυς είπε... Αβιέντα, τι είδους γυναίκα είναι η Άμυς;»
Η Αελίτισσα είχε καταπιαστεί με το να μελετά με το βλέμμα το χαλί. «Η Άμυς είναι σκληρή σαν τα βουνά και ανελέητη σαν τον ήλιο», είπε χωρίς να σηκώσει τα μάτια. «Είναι ονειροβάτισσα. Μπορεί να σε διδάξει, Όταν σε πιάσει στα χέρια της, θα σε τραβήξει από τα μαλλιά εκεί που θέλει. Ο Ρούαρκ είναι ο μόνος που μπορεί να της αντισταθεί. Ακόμα και οι άλλες Σοφές δίνουν προσοχή όταν μιλάει η Άμυς. Αλλά μπορεί να σε διδάξει».
Η Εγκουέν κούνησε το κεφάλι. «Αν ήταν σε ξένο μέρος θα ταραζόταν, θα ένιωθε νευρικότητα; Αν ήταν σε πόλη; Θα έβλεπε πράγματα που δεν βρίσκονταν εκεί;»
Το γέλιο της Αβιέντα είχε μια ξερή, κοφτή απόχρωση. «Νευρικότητα; Αν ξυπνούσε η Άμυς κι έβρισκε ένα λιοντάρι στο κρεβάτι της, δεν θα ταραζόταν καθόλου. Ήταν Κόρη, Εγκουέν, και δεν μαλάκωσε, να είσαι σίγουρη γι' αυτό». «Τι είδε αυτή η γυναίκα;» ρώτησε η Νυνάβε. «Δεν ήταν ακριβώς κάτι που είδε», είπε αργά η Εγκουέν. «Νομίζω ότι δεν το είδε. Είπε ότι το Τάντσικο είχε ένα κακό μέσα του. Χειρότερο απ' αυτό που μπορούν να δημιουργήσουν οι άντρες, είπε. Μπορεί να είναι το Μαύρο Άτζα. Μη διαφωνείς μαζί μου, Νυνάβε», πρόσθεσε με έναν πιο αποφασιστικό τόνο. «Τα όνειρα πρέπει να ερμηνεύονται. Καθόλου απίθανο να είναι αυτό».
Η Νυνάβε είχε σμίξει τα φρύδια μόλις η Εγκουέν είχε αναφέρει το κακό στο Τάντσικο και η συνοφρυωμένη έκφραση έδωσε τη θέση της σε μια άγρια ματιά, όταν η Εγκουέν της είπε να μη διαφωνήσει. Μερικές φορές η Ηλαίην ήθελε να πιάσει τις δύο γυναίκες και να τις τραντάξει. Μπήκε στη μέση γρήγορα, πριν ξεσπάσει η Νυνάβε. «Μπορεί να είναι κι έτσι, Εγκουέν. Κάτι βρήκες. Κάτι παραπάνω απ' όσο νομίζαμε εγώ και η Νυνάβε. Έτσι δεν είναι, Νυνάβε; Δεν συμφωνείς;»
«Μπορεί», είπε μουτρωμένη η Νυνάβε.
«Μπορεί». Η Εγκουέν δεν φαινόταν να χαίρεται με αυτό. Πήρε μια βαθιά ανάσα. «Η Νυνάβε έχει δίκιο. Πρέπει να μάθω τι κάνω. Αν ήξερα αυτά που πρέπει, δεν θα ήταν ανάγκη να μου πει η Άμυς για το κακό. Αν ήξερα αυτά που πρέπει, θα μπορούσα να βρω ακόμα και το δωμάτιο που μένει η Λίαντριν, όπου κι αν είναι. Η Άμυς μπορεί να με διδάξει. Γι' αυτό... Γι' αυτό πρέπει να πάω κοντά της».
«Να πας κοντά της;» Αυτό φάνηκε να προκαλεί αποστροφή στη Νυνάβε. «Στην Ερημιά;»
«Η Αβιέντα μπορεί να με πάει μέχρι αυτό το Φρούριο της Κρυόπετρας». Η ματιά της Εγκουέν, προκλητική και αγωνιώδης μαζί, στρεφόταν μια στην Ηλαίην και μια στη Νυνάβε. «Αν ήμουν βέβαιη ότι είναι στο Τάντσικο, δεν θα σας άφηνα να πάτε μόνες. Αν αυτό αποφασίσετε. Αλλά με την Άμυς να με βοηθά, ίσως βρω πού είναι. Ίσως μπορέσω... Να, αυτό είναι· δεν ξέρω καν τι θα μπορώ να κάνω, μόνο ότι είμαι βέβαιη ότι θα είναι πολύ παραπάνω απ' ό,τι μπορώ τώρα. Δεν είναι ότι σας εγκαταλείπω. Μπορείτε να πάρετε το δαχτυλίδι μαζί σας. Ξέρετε την Πέτρα αρκετά καλά για να ξαναρθείτε εδώ στον Τελ'αράν'ριοντ. Μπορώ να έρχομαι να σας βρίσκω στο Τάντσικο. Ό,τι μαθαίνω από την Άμυς, θα μπορώ να σας το διδάσκω. Σας παρακαλώ, πείτε μου ότι καταλαβαίνετε. Θα μάθω πάρα πολλά από την Άμυς και μετά θα μπορώ να τα χρησιμοποιήσω γιο να σας βοηθήσω. Θα είναι σαν να μας έχει εκπαιδεύσει και τις τρεις μας. Μια ονειροβάτισσα, μια γυναίκα που ξέρει! Η Λίαντριν και οι άλλες θα είναι σαν παιδιά· δεν θα ξέρουν ούτε το ένα τέταρτο από εμάς». Δάγκωσε το χείλος της συλλογισμένα. «Δεν πιστεύετε ότι σας εγκαταλείπω, έτσι δεν είναι; Αν ναι, τότε δεν πάω».