Выбрать главу

Δεν ήξερε πολλά γι' αυτή τη γυναίκα, μόνο ότι τριγυρνούσε στην Πέτρα σαν να ήταν το παλάτι της στο Μαγιέν. Ο Θομ είχε πει ότι η Πρώτη του Μαγιέν έκανε συνεχώς ερωτήσεις σε όλους. Ερωτήσεις για τον Ραντ. Κι ίσως αυτό να ήταν φυσικό, δεδομένου του τι ήταν ο Ραντ, όμως δεν διευκόλυνε την κατάσταση στις σκέψεις του. Επίσης, δεν είχε επιστρέψει στο Μαγιέν. Αυτό δεν ήταν φυσικό. Εδώ και μήνες ήταν αιχμάλωτη κατ' ουσίαν, αν και όχι κατ' όνομα, μέχρι την άφιξη του Ραντ, αποκομμένη από το θρόνο της και από τη διακυβέρνηση του μικρού έθνους της. Οι περισσότεροι θα είχαν αρπάξει την πρώτη ευκαιρία ώστε να φύγουν μακριά από έναν άντρα που μπορούσε να διαβιβάζει.

«Τι γυρεύεις εδώ;» Ο Ραντ ήξερε ότι είχε μιλήσει σκληρά, αλλά δεν τον ένοιαζε. «Όταν έπεσα για ύπνο, αυτή την πόρτα τη φύλαγαν Αελίτες. Πώς τους πέρασες και μπήκες;»

Τα χείλη της Μπερελαίν σούφρωσαν λιγάκι ακόμα· του Ραντ του φάνηκε ότι στο δωμάτιο ξαφνικά έκανε περισσότερη ζέστη. «Με άφησαν να περάσω αμέσως, όταν είπα ότι με είχε καλέσει ο Άρχοντας Δράκοντας».

«Σε κάλεσα; Δεν κάλεσα κανέναν». Κόψ' το, είπε μέσα του. Είναι βασίλισσα, σχεδόν πραγματική βασίλισσα. Όσα ξέρεις για το πώς φέρονται οι βασίλισσες, άλλα τόσα ξέρεις και για το πώς να πετάς. Προσπάθησε να φερθεί με αβρότητα, αλλά δεν ήξερε πώς να αποκαλέσει την Πρώτη του Μαγιέν. «Αρχόντισσά μου...» Της άρεσε δεν της άρεσε, δεν ήξερε καμία καλύτερη προσφώνηση. «...γιατί να σε καλέσω τέτοια ώρα μέσα στη νύχτα;»

Εκείνη ξέσπασε σε ένα χαμηλό, ηχηρό γέλιο, βαθιά από το λαιμό της· παρά το γεγονός ότι τον τύλιγε αυτό το συναισθηματικό κενό, ήταν σαν να του γαργαλούσε το δέρμα, σαν να έκανε τις τρίχες να σηκώνονται όρθιες στα χέρια και τα πόδια του. Συνειδητοποίησε για πρώτη φορά τι σήμαιναν τα ρούχα που κολλούσαν πάνω της και κατακοκκίνισε ξανά. Αποκλείεται να εννοεί... Αλλά μήπως; Φως μου, σχεδόν λέξη δεν της είχα πει ως τώρα.

«Μπορεί να θέλω να συζητήσω, Άρχοντα Δράκοντά μου». Άφησε την ανοιχτόχρωμη ρόμπα της να πέσει στο πάτωμα, αποκαλύπτοντας ένα ακόμα πιο λεπτό μεταξωτό ένδυμα, που ο Ραντ δεν μπορούσε παρά να το θεωρήσει νυχτικό. Το ρούχο άφηνε γυμνούς τους απαλούς ώμους της, καθώς και ένα σημαντικό μέρος του χλωμού κόρφου της. Αναρωτήθηκε στο βάθος του μυαλού του τι το κρατούσε στη θέση του. Δυσκολευόταν να γυρίσει το βλέμμα του αλλού. «Είσαι πολύ μακριά από την πατρίδα σου, όπως κι εγώ. Τις νύχτες ειδικά η μοναξιά είναι μεγάλη».

«Αύριο μετά χαράς να συζητήσουμε».

«Μα τη μέρα σε τριγυρίζει ο κόσμος. Ικέτες. Υψηλοί Άρχοντες. Αελίτες». Το σώμα της ρίγησε· ο Ραντ σκέφτηκε ότι έπρεπε να κοιτάξει αλλού, όμως αυτό ήταν το ίδιο δύσκολο με το να σταματήσει να αναπνέει. Ποτέ άλλοτε δεν είχε τόση επίγνωση των αντιδράσεών του, τυλιγμένος στο Κενό. «Οι Αελίτες με φοβίζουν και δεν συμπαθώ τους Δακρινούς άρχοντες, ό,τι είδος κι αν είναι».

Για τους Δακρινούς την πίστευε, αλλά ο Ραντ δεν νόμιζε ότι υπήρχε κάτι που θα φόβιζε αυτή τη γυναίκα. Που να καώ, βρίσκεται μισόγυμνη νυχτιάτικα στην κρεβατοκάμαρα ενός ξένου, αλλά εγώ είμαι αυτός που είναι νευρικός, σαν γάτα μπροστά σε κοπάδι σκύλων, κι ας υπάρχει το Κενό. Ήταν καιρός να δώσει ένα τέλος στην κατάσταση, πριν στραβώσει.

«Καλύτερα να επιστρέψεις στο υπνοδωμάτιό σου, Αρχόντισσά μου». Ένα μέρος του εαυτού του ήθελε να της πει να ρίξει ένα μανδύα πάνω της. Ένα χοντρό μανδύα. Ένα μέρος του. «Είναι... Είναι στ' αλήθεια πολύ αργά για συζητήσεις. Αύριο. Στο φως της ημέρας».

Εκείνη τον κοίταξε λοξά, απορημένα. «Πρόλαβες και κόλλησες τους στενόμυαλους τρόπους των Δακρινών, Άρχοντα Δράκοντά μου; Ή μήπως αυτή η επιφυλακτικότητα προέρχεται από το μέρος σου, τους Δύο Ποταμούς; Στο Μαγιέν... δεν είμαστε... τόσο τυπολάτρες».

«Αρχόντισσά μου...» Προσπάθησε να φανεί τυπικός· αν δεν της άρεσε η τυπικότητα, τότε αυτό χρειαζόταν. «Είμαι λογοδοσμένος με την Εγκουέν αλ'Βέρ, Αρχόντισσά μου».

«Εννοείς την Άες Σεντάι, Άρχοντα Δράκοντά μου; Αν είναι πράγματι Άες Σεντάι. Τόσο νέα και να φορά το δαχτυλίδι και το επώμιο ― ίσως υπερβολικά νέα». Η Μπερελαίν έκανε λες και η Εγκουέν ήταν παιδί, αν και η ίδια το πολύ να ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερη του Ραντ —που και πάλι ζήτημα ήταν― κι ο Ραντ ήταν μόλις δύο χρόνια μεγαλύτερος από την Εγκουέν. «Άρχοντα Δράκοντά μου, δεν θέλω να μπω ανάμεσά σας. Παντρέψου την, αν είναι του Πράσινου Άτζα. Εγώ ποτέ δεν θα επεδίωκα να παντρευτώ τον ίδιο τον Αναγεννημένο Δράκοντα. Συγχώρεσέ με αν πέρασα τα όρια, αλλά σου είπα ότι δεν είμαστε τόσο... τυπολάτρες στο Μαγιέν. Μπορώ να σε λέω Ραντ;»