Выбрать главу

Η Μιν αναρωτήθηκε τι θα έκαναν αυτοί οι άνθρωποι αν ήξεραν όσα ήξερε. Ίσως να το έβαζαν στα πόδια τσιρίζοντας. Κι αν ήξεραν το λόγο που την είχε φέρει εδώ, ίσως να μην επιζούσε έστω και για να την πάρουν πάνω οι φρουροί του Πύργου και να τη ρίξουν στο κελί. Είχε φίλες στον Πύργο, αλλά καμία που να διαθέτει εξουσία ή επιρροή. Αν ο σκοπός της γινόταν φανερός, τότε το πιθανότερο θα ήταν όχι να τη βοηθήσουν, αλλά να τις παρασύρει μαζί της στο ικρίωμα ή στο δήμιο που θα την αποκεφάλιζε. Κι αυτό, αν ζούσε μέχρι να τη δικάσουν φυσικά· μάλλον θα της έκλειναν το στόμα άπαξ διαπαντός πολύ πριν φτάσει σε δίκη.

Είπε στον εαυτό της ότι δεν έπρεπε να σκέφτεται τέτοια πράγματα. Θα μπορέσω να μπω μέσα και θα μπορέσω να ξαναβγώ. Το Φως να κάψει τον Ραντ αλ'Θόρ, που μ' έμπλεξε σε αυτά!

Τρεις-τέσσερις Αποδεχθείσες, γυναίκες στην ηλικία της Μιν ή ίσως λιγάκι μεγαλύτερες, τριγυρνούσαν στη στρογγυλή αίθουσα και μιλούσαν με απαλή φωνή στις ικέτισσες. Τα λευκά φορέματά τους δεν είχαν καμία διακόσμηση, με εξαίρεση επτά χρωματιστές ζώνες στον ποδόγυρο, μια ζώνη για το καθένα Άτζα. Πού και που έρχονταν κάποιες μαθητευόμενες, πιο νέες κοπέλες ή και κοριτσόπουλα, ντυμένες στα λευκά, και οδηγούσαν κάποιον ακόμα πιο βαθιά στον Πύργο. Οι ικέτισσες πάντα ακολουθούσαν τις μαθητευόμενες με ένα παράξενο μίγμα ενθουσιώδους ανυπομονησίας και διστακτικής απροθυμίας.

Η Μιν έσφιξε πιο γερά το δέμα της, όταν μια Αποδεχθείσα κοντοστάθηκε εμπρός της. «Το Φως να σε φωτίζει», είπε ανόρεχτα και τυπικά η σγουρομάλλα γυναίκα. «Με λένε Φαολάιν. Πώς μπορεί να σε βοηθήσει ο Πύργος;»

Το μελαψό, στρογγυλό πρόσωπο της Φαολάιν έδειχνε την υπομονή που κάνει κάποιος όταν φέρνει εις πέρας μια βαρετή δουλειά, ενώ θα προτιμούσε να ασχολείται με κάτι διαφορετικό ― με τη μελέτη μάλλον, απ' όσα ήξερε η Μιν για τις Αποδεχθείσες. Θα προτιμούσε να μαθαίνει πώς να γίνει Άες Σεντάι. Το σημαντικότερο, όμως, ήταν ότι το βλέμμα της Αποδεχθείσας δεν έδειχνε να την έχει αναγνωρίσει· οι δυο τους είχαν συναντηθεί όταν η Μιν ήταν άλλοτε στον Πύργο, αν και η γνωριμία τους είχε υπάρξει σύντομη.

Καλού-κακού, πάντως, η Μιν χαμήλωσε το βλέμμα, επιδεικνύοντας σέβας. Δεν ήταν ασυνήθιστο κάτι τέτοιο· αρκετός κόσμος από τα χωριά δεν πολυκαταλάβαινε το τεράστιο κενό που χώριζε τις Αποδεχθείσες από τις κανονικές Άες Σεντάι. Κρύβοντας το πρόσωπό της με την άκρη του μανδύα, έστρεψε τη ματιά της μακριά από τη Φαολάιν.

«Θέλω να κάνω μια ερώτηση στην Έδρα της Άμερλιν», άρχισε να λέει και μετά έκοψε απότομα τη φράση της, καθώς τρεις Άες Σεντάι είχαν σταθεί λίγο για να κοιτάξουν μέσα στον προθάλαμο, οι δύο από μια αψιδωτή είσοδο και η τρίτη από μια άλλη.

Οι Αποδεχθείσες και οι μαθητευόμενες έκλιναν το γόνυ όταν ο δρόμος τους τις έβγαζε δίπλα σε μια Άες Σεντάι, κατά τα άλλα όμως συνέχιζαν κανονικά τη δουλειά τους, ίσως λιγάκι ζωηρότερα. Αυτό ήταν όλο. Μα δεν έγινε έτσι με τις ικέτισσες· σε αυτές φάνηκε να κόβεται η ανάσα μονομιάς. Μακριά από το Λευκό Πύργο, μακριά από την Ταρ Βάλον, ίσως απλώς να είχαν περάσει τις Άες Σεντάι για τρεις γυναίκες των οποίων τα χρόνια δεν θα μπορούσαν να μαντέψουν, τρεις γυναίκες στον ανθό της ηλικίας τους, που όμως διέθεταν μεγαλύτερη ωριμότητα απ' όσο έδειχναν τα τρυφερά μάγουλά τους. Στον Πύργο, όμως, δεν υπήρχε η παραμικρή αμφιβολία. Ο χρόνος δεν άγγιζε μια γυναίκα που δούλευε καιρό με τη Μία Δύναμη, όπως άγγιζε τις άλλες γυναίκες. Στον Πύργο δεν χρειαζόταν να δει κάποιος το χρυσαφένιο δαχτυλίδι με το Μέγα Ερπετό για να αναγνωρίσει μια Άες Σεντάι.

Ο μαζεμένος κόσμος άρχισε να υποκλίνεται κατά κύματα, με σπασμωδικές υποκλίσεις από τους λιγοστούς άντρες. Δυο-τρία άτομα μάλιστα έπεσαν στα γόνατα. Η πλούσια έμπορος έδειχνε να φοβάται· το ζευγάρι των αγροτών δίπλα της κοίταζε προσηλωμένο τους θρύλους που είχαν ζωντανέψει. Πώς να φερθεί κάποιος μπροστά σε μια Άες Σεντάι ― αυτό ήταν κάτι για το οποίο οι περισσότεροι εκεί είχαν ακούσει μονάχα φήμες. Με εξαίρεση όσους ζούσαν εκεί, στην Ταρ Βάλον, οι άλλοι μάλλον δεν είχαν ξαναδεί Άες Σεντάι και πιθανόν ακόμα και οι Ταρβαλονέζες πρώτη φορά να σίμωναν τόσο πολύ.

Μα δεν ήταν η εμφάνιση των Άες Σεντάι αυτό που έκοψε στη μέση τα λόγια της Μιν. Κάποιες φορές, όχι συχνά, έβλεπε πράγματα κοιτάζοντας τους ανθρώπους, εικόνες και αύρες που συνήθως άστραφταν και χάνονταν μέσα σε λίγες στιγμές. Ορισμένες φορές ήξερε τι νόημα είχαν. Αυτό σπάνια συνέβαινε, αυτή η γνώση ― σπανιότερα ακόμα κι από το να δει κάτι― αλλά όταν ήξερε, πάντα είχε δίκιο.

Αντίθετα από τους περισσότερους άλλους, οι Άες Σεντάι —και οι Πρόμαχοί τους― πάντα είχαν εικόνες και αύρες, οι οποίες μερικές φορές ήταν τόσο πολλές καθώς χόρευαν και μεταμορφώνονταν, που τη Μιν την έπιανε ζαλάδα. Το πλήθος τους όμως δεν επηρέαζε την ερμηνεία τους· η Μιν σπάνια καταλάβαινε τι σήμαιναν, τόσο των Άες Σεντάι όσο και του υπόλοιπου κόσμου. Αυτή τη φορά, όμως, ήξερε περισσότερα απ' όσα ήθελε κι αυτό της έφερε ανατριχίλα.