Выбрать главу

Πιο πέρα, προς το νότο, τα ίχνη των Τρόλοκ εξαφανίζονταν. Τουλάχιστον τα ίχνη της πρόσφατης παρουσίας τους. Μερικές φάρμες ή στάβλοι στέκονταν απείραχτοι. Σκόρπια, καμένα κομμάτια γης ήταν τα απομεινάρια των χωραφιών με κριθάρι ή ταμπάκ· αλλού, μεγάλα κομμάτια είχαν ποδοπατηθεί από τα στρατεύματα που περνούσαν. Δεν υπήρχε λόγος άλλος γι' αυτό, πέρα από τη χαρά της καταστροφής· όταν είχαν γίνει αυτές οι λεηλασίες, οι άνθρωποι τα είχαν εγκαταλείψει προ πολλού. Κάποια στιγμή οι δρασκελιές του τον έφεραν πάνω σε ένα πλατύ μέρος γεμάτο στάχτες, ενώ μερικές καρβουνιασμένες ρόδες από κάποιες άμαξες είχαν ακόμα ίχνη από λαμπερά χρώματα εδώ κι εκεί. Η περιοχή όπου είχε καταστραφεί το καραβάνι των Τουάθα’αν του έφερε μεγαλύτερη οδύνη κι από τις αγροικίες. Η Οδός του Φύλλου κάπου θα έπρεπε να έχει μια ευκαιρία. Κάπου. Όχι εδώ. Αρνήθηκε να κοιτάξει άλλο και πήδηξε περίπου ένα μίλι προς το νότο.

Κάποια στιγμή έφτασε στο Ντέβεν Ράιντ, όπου οι καλαμένιες στέγες κύκλωναν ένα δημόσιο λιβάδι και μια λιμνούλα, την οποία γέμιζε μια πηγή περιτειχισμένη με πέτρα· τα αυλάκια όπου κυλούσε το νερό είχαν φθαρεί εδώ και καιρό και είχαν βαθύνει περισσότερο από τότε που τα είχαν φτιάξει. Το πανδοχείο στην άκρη του λιβαδιού, η Χήνα και ο Αυλός, είχε κι αυτό καλαμοσκεπή και ήταν μεγαλύτερο από το Πανδοχείο της Οινοπηγής, παρ' όλο που σίγουρα το Ντέβεν Ράιντ είχε λιγότερους επισκέπτες από το Πεδίο του Έμοντ. Το χωριό, πάντως, δεν ήταν μεγαλύτερο. Οι άμαξες και τα κάρα έξω από κάθε σπίτι έδειχναν ότι οι άνθρωποι από τις φόρμες είχαν έρθει εδώ με τις οικογένειές τους. Άλλα κάρα έκλειναν τους δρόμους και τους χώρους ανάμεσα στα σπίτια, μέχρι την άκρη του χωριού. Οι προφυλάξεις αυτές δεν θα σταματούσαν ούτε μία από τις επιθέσεις που είχε δεχτεί το Πεδίο του Έμοντ τις τελευταίες επτά μέρες.

Ο Πέριν έκανε τρεις βόλτες γύρω από το χωριό και βρήκε μόνο πέντ' έξι στρατόπεδα των Τρόλοκ. Ήταν αρκετά για να μαντρώσουν τον κόσμο στο χωριό. Να τον μαντρώσουν ώσπου να ξεμπερδέψουν με το Πεδίο του Έμοντ. Ύστερα οι Τρόλοκ θα ορμούσαν στο Ντέβεν Ράιντ όποτε θα είχαν διάθεση οι Ξέθωροι. Ίσως υπήρχε τρόπος να στείλει μήνυμα σ' αυτούς τους χωρικούς. Αν διέφευγαν προς το νότο, ίσως να έβρισκαν τρόπο να περάσουν το Λευκό Ποταμό. Θα ήταν προτιμότερο να διασχίσουν το ανεξερεύνητο Δάσος των Σκιών κάτω από τον ποταμό, παρά να περιμένουν να πεθάνουν.

Ο χρυσός ήλιος δεν είχε σαλέψει ούτε πόντο. Ο χρόνος ήταν αλλιώτικος εδώ.

Άρχισε να τρέχει βόρεια τόσο γρήγορα, ώστε ακόμα και το Πεδίο του Έμοντ πέρασε από κάτω του σαν θολούρα. Ο Λόφος της Σκοπιάς, που πρόβαλλε στρογγυλός, ήταν φραγμένος με κάρα και άμαξες ανάμεσα στα σπίτια, σαν το Ντέβεν Ράιντ. Ένα λάβαρο ανέμιζε τεμπέλικα στην αύρα, σε έναν ψηλό ιστό μπροστά από το Άσπρο Αγριογούρουνο στη ράχη του λόφου ― ένας κόκκινος αετός εν πτήσει, σε γαλάζιο φόντο. Ο Κόκκινος Αετός ήταν κάποτε το σύμβολο της Μανέθερεν. Ίσως η Αλάνα ή η Βέριν να είχαν αναφέρει αυτές τις αρχαίες ιστορίες όταν βρίσκονταν στο Λόφο της Σκοπιάς.

Κι εδώ, επίσης, βρήκε λίγα μόνο στρατόπεδα των Τρόλοκ, αρκετά για να κλειστούν μέσα οι χωρικοί. Εδώ είχαν πιο εύκολη διέξοδο από το να προσπαθήσουν να διασχίσουν το Λευκό Ποταμό με τα απέραντα, ορμητικά νερά του.

Έτρεξε βόρεια, προς το Τάρεν Φέρυ, στην όχθη του Ταρεντρέλε, που είχε μεγαλώσει λέγοντάς τον ποταμό Τάρεν, Εδώ υπήρχαν στενά σπίτια χτισμένα πάνω σε ψηλά, πέτρινα θεμέλια για να γλιτώνουν από την ετήσια πλημμύρα του Τάρεν, όταν τα χιόνια έλιωναν στα Όρη της Ομίχλης. Σχεδόν τα μισά απ' αυτά τα θεμέλια τώρα στήριζαν μόνο σωρούς στάχτης και καρβουνιασμένα δοκάρια, κάτω από εκείνο το αναλλοίωτο, απογευματινό φως. Δεν υπήρχαν άμαξες εδώ, κανένα ίχνος άμυνας. Και πουθενά στρατόπεδα των Τρόλοκ απ' όσο έψαξε. Μάλλον δεν είχαν απομείνει άνθρωποι εδώ.

Στην όχθη του ποταμού, τα νερά έγλειφαν μια γερή, ξύλινη προβλήτα κι ένα βαρύ σκοινί, που κύρτωνε καθώς περνούσε πάνω από το αφρισμένο ποτάμι. Το σκοινί κατέληγε στους σιδερένιους κρίκους ενός κοντού πλεούμενου με επίπεδο κατάστρωμα, το οποίο ήταν κολλημένο στην προβλήτα, Το πέραμα ήταν ακόμα εκεί, απείραχτο.

Μ' ένα άλμα διάβηκε το ποτάμι· στην απέναντι όχθη είδε χαραγμένα στο χώμα σημάδια από ρόδες και ολόγυρα να κείτονται τα πράγματα κάποιου νοικοκυριού. Καρέκλες και όρθιοι καθρέφτες, σεντούκια, μερικά τραπέζια, ακόμα και μια γυαλισμένη ντουλάπα με πουλιά σκαλισμένα στα φύλλα της, όλα τα πράγματα που είχαν προσπαθήσει να σώσουν πανικόβλητοι οι άνθρωποι και ύστερα τα είχαν εγκαταλείψει για να τρέξουν πιο γρήγορα. Θα διέδιδαν τα νέα γι' αυτά που είχαν συμβεί εδώ, όπως και γι' αυτό που συνέβαινε στους Δύο Ποταμούς. Κάποιοι θα είχαν πια φτάσει στο Μπάερλον, εκατό μίλια και παραπάνω προς το βορρά, και σίγουρα θα είχαν περάσει από τις φάρμες και τα χωριά ανάμεσα στο Μπάερλον και το ποτάμι. Τα νέα θα διαδίδονταν. Σ' ένα μήνα θα έφταναν στο Κάεμλυν, στη Βασίλισσα Μοργκέις και τους Φρουρούς της Βασίλισσας, με την εξουσία της να κινήσει στρατούς. Ένα μήνα, αν ήθελε η τύχη. Κι άλλο τόσο για να έρθουν, από τη στιγμή που θα το πίστευε η Μοργκέις. Πολύ αργά για το Πεδίο του Έμοντ. Ίσως πολύ αργά για όλους τους Δύο Ποταμούς.