Выбрать главу

«Δεν είναι αστείο, Λόιαλ», μουρμούρισε ο Πέριν καθώς προχωρούσε ανάμεσα στις γραμμές των αντρών, προσπαθώντας να μην ακούει τις ζητωκραυγές τους. «Είσαι ήρωας, είτε το θέλεις, είτε όχι». Ο Ογκιρανός του χαμογέλασε πλατιά, σφίγγοντας το στόμα, και έπειτα ξαναγύρισε το βλέμμα στο καθαρισμένο έδαφος πέρα από το φράχτη, Ραβδιά με άσπρες ρίγες σημείωναν τις αποστάσεις ανά εκατό μέτρα, μέχρι τα πεντακόσια· πιο πέρα υπήρχαν χωράφια με ταμπάκ και κριθάρι, ποδοπατημένα τα περισσότερα στις προηγούμενες επιθέσεις, καθώς και φράχτες, χαμηλοί μαντρότοιχοι, συστάδες από λέδερλιφ, πεύκα και βελανιδιές.

Ήταν πάρα πολλά τα πρόσωπα που ήξερε ο Πέριν στις σειρές των ανθρώπων μπροστά του. Ο γεροδεμένος Γιούαρντ Κάντγουιν και ο Πάετ αλ'Κάαρ, με το σαγόνι που έμοιαζε με φανάρι, κρατούσαν δόρατα. Ο ασπρομάλλης Μπιούελ Ντώτρυ, ο κατασκευαστής βελών, στεκόταν μαζί με τους τοξότες, φυσικά. Ήταν εκεί ο κοντόχοντρος γκριζομάλλης, ο Τζιακ αλ'Σήν, με το φαλακρό ξάδελφο του τον Γουίτ, καθώς και ο ρυτιδιασμένος Φλαν Λιούιν, κοκαλιάρης και ψηλέας, σαν όλους τους άντρες του σογιού του. Ο Τζάιμ Τόρφιν και ο Χιού Μάργουιν, από τους πρώτους που τον είχαν ακολουθήσει· ένιωθαν άβολα και γι' αυτό δεν είχαν μπει στους Συντρόφους, λες και η ενέδρα στο Νεροδάσος είχε ανοίξει ένα χάσμα ανάμεσά τους. Ο Έλαμ Ντώτρυ, ο Νταβ Αγιέλιν και ο Γιούιν Φίνγκαρ. Ο Χάρι Κόπλιν, ο αδελφός του, ο Νταρλ, και ο γερο-Μπίλι Κόνγκαρ. Ο Μπέριν Θέην, ο αδελφός του μυλωνά, ο χοντρός Άθαν Ντηρν, ο Κέβριμ αλ'Αζάρ, που οι εγγονοί του ήταν μεγάλοι άντρες πια, ο Τακ Πάντχουιν, ο μαραγκός, και...

Ο Πέριν είπε στον εαυτό του να σταματήσει να τους μετράει και πήγε εκεί που στεκόταν η Βέριν, πλάι σε έναν καταπέλτη, κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του Τόμας με τα γκρίζα ρούχα. Η παχουλή, ντυμένη στα καφετιά Άες Σεντάι κοίταξε εξεταστικά τον Άραμ για λίγο, πριν γυρίσει το κοφτερό βλέμμα της στον Πέριν, υψώνοντας ένα φρύδι, σαν να τον ρωτούσε γιατί την ενοχλούσε.

«Ξαφνιάζομαι λιγάκι που βλέπω εσένα και την Αλάνα να είστε ακόμα εδώ», της είπε. «Δεν αξίζει να σκοτωθείτε για να βρείτε υποψήφιες Άες Σεντάι. Ούτε για να κρατάτε τα νήματα ενός τα'βίρεν».

«Αυτό κάνουμε;» Σταύρωσε τα χέρια της στη μέση και έγειρε το κεφάλι στο πλάι συλλογισμένα. «Όχι», είπε τελικά, «δεν νομίζω ότι μπορούμε να φύγουμε ακόμα. Είσαι ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα μελέτης, όπως και ο Ραντ, με τον τρόπο σου. Και ο νεαρός Ματ. Αν μπορούσα να γίνω τρία κομμάτια, θα κολλούσα ένα στον καθένα σας και θα σας ακολουθούσα κάθε στιγμή της μέρας και της νύχτας, ακόμα κι αν αναγκαζόμουν να σας παντρευτώ».

«Ήδη έχω σύζυγο». Ένιωσε παράξενα λέγοντας το. Παράξενα και ωραία. Είχε σύζυγο, η οποία ήταν σώα και ασφαλής.

Αυτή του χάλασε το ρεμβασμό. «Ναι, έχεις. Αλλά δεν ξέρεις τι σημαίνει το ότι παντρεύτηκες τη Ζαρίν Μπασίρ, έτσι δεν είναι;» Άπλωσε το χέρι και γύρισε το τσεκούρι που είχε στη θηλιά της ζώνης του, εξετάζοντάς το. «Πότε θα το εγκαταλείψεις αυτό για να πιάσεις το σφυρί;»

Κοίταξε την Άες Σεντάι και τράβηξε τα χαλινάρια του Γοργοπόδη για να πάει το άλογο ένα βήμα πίσω, τραβώντας το τσεκούρι από τα χέρια της. Τι σήμαινε το ότι είχε παντρευτεί τη Φάιλε; Πότε θα εγκατέλειπε το τσεκούρι; Τι εννοούσε; Τι ήξερε;

«ΙΣΑΜ!» Ο λαρυγγώδης βρυχηθμός απλώθηκε σαν μπουμπουνητό και οι Τρόλοκ εμφανίστηκαν, μιάμιση φορά ψηλότεροι από άνθρωπο και διπλοί στο φάρδος, τρέχοντας στα χωράφια, για να σταματήσουν πριν από την ακτίνα βολής των τόξων, μια ογκώδης μάζα με μαύρες πανοπλίες, πυκνή, που απλωνόταν ως εκεί που έφτανε το χωριό. Χιλιάδες Τρόλοκ, ο ένας πάνω στον άλλο, πελώρια πρόσωπα παραμορφωμένα από ράμφη και μουσούδες, κεφάλια με κέρατα ή λοφία με φτερά, με ακίδες στους αγκώνες και τους ώμους, με σπαθιά κυρτά σαν δρεπάνια και πέλεκεις με καρφιά, δόρατα με αγκίστρια και ακιδωτές τρίαινες, μια ατέλειωτη θάλασσα από κακόβουλα όπλα. Πίσω τους έρχονταν Μυρντράαλ καλπάζοντας σε ερεβώδη άλογα, με μανδύες μαύρους σαν το κοράκι, που κρέμονταν ακίνητοι καθώς τα άτια τους στριφογυρνούσαν.

«ΙΣΑΜ!»

«Ενδιαφέρον», μουρμούρισε η Βέριν.

Ο Πέριν δεν θα χρησιμοποιούσε αυτή τη λέξη. Ήταν η πρώτη φορά που οι Τρόλοκ είχαν φωνάξει κάτι κατανοητό. Όχι ότι είχε ιδέα τι σήμαινε.

Έσιαξε τη γαμήλια κορδέλα του και πίεσε τον εαυτό του να πάει γαλήνια στο κέντρο των γραμμών των Δυποταμιτών. Οι Σύντροφοι παρατάχθηκαν πίσω του, ενώ το αεράκι σήκωνε το λάβαρο με την κόκκινη λυκοκεφαλή. Ο Άραμ κρατούσε το σπαθί του και με τα δυο χέρια. «Ετοιμαστείτε!» φώναξε ο Πέριν. Η φωνή του ήταν σταθερή· δεν μπορούσε να το πιστέψει.