«Ηλαίην;» είπε χαμηλόφωνα η Μουαραίν.
Η Ηλαίην κούνησε το κεφάλι —δεν ήθελε να είναι εκείνη που θα το εξηγούσε― αλλά δεν ήξερε αν ακόμα και η μητέρα της, καθισμένη στο Θρόνο του Λιονταριού, θα μπορούσε να μείνει σιωπηλή μπροστά στο πιεστικό, σκοτεινό βλέμμα της Μουαραίν. «Ο πόλεμος θα ξεσπάσει, είτε τον αρχίσει ο Ραντ είτε όχι», είπε απρόθυμα. Η Εγκουέν έκανε ένα βήμα πίσω, κοιτάζοντάς τη σαν να μην πίστευε στα αφτιά της. Το ίδιο βλέμμα είχε και η Νυνάβε· η έκφραση στα πρόσωπα των γυναικών έσβησε σιγά-σιγά, όταν συνέχισε να μιλάει. «Ο Αποδιωγμένος δεν θα καθίσει να περιμένει με τα χέρια σταυρωμένα. Ο Σαμαήλ σίγουρα δεν είναι ο μόνος που άρπαξε τα ηνία ενός κράτους, απλώς είναι ο μοναδικός που γνωρίζουμε. Στο τέλος θα κυνηγήσουν τον Ραντ, ίσως αυτοπροσώπως, μα σίγουρα θα έχουν μαζί και τις όποιες στρατιές διοικούν. Τα έθνη, όμως, που έχουν γλιτώσει από τους Αποδιωγμένους; Πόσα θα φωνάξουν “δοξασμένο να είναι το λάβαρο του Δράκοντα” και θα τον ακολουθήσουν στην Τάρμον Γκάι'ντον; Πόσα θα πουν ότι η άλωση του Δακρύου είναι ψέμα και ότι ο Ραντ είναι απλώς άλλος ένας ψεύτικος Δράκοντας που θέλει σκότωμα, ένας ψεύτικος Δράκοντας τόσο ισχυρός που θα τα απειλήσει, αν δεν προλάβουν να επιτεθούν πρώτα; Είτε με τον έναν, είτε με τον άλλο τρόπο, ο πόλεμος θα ξεσπάσει». Σταμάτησε απότομα να μιλά. Υπήρχαν κι άλλα, όμως εκείνα δεν μπορούσε, δεν ήθελε να τα πει.
Η Μουαραίν δεν ήταν τόσο διακριτική. «Πολύ ωραία», είπε νεύοντας, «όμως υπάρχουν κι άλλα». Το βλέμμα που έριξε στην Ηλαίην έλεγε ότι ήξερε αυτά που είχε εσκεμμένα παραλείψει η Ηλαίην. Έσφιξε ήρεμα τα χέρια στη μέση της και απευθύνθηκε στη Νυνάβε και την Εγκουέν. «Τίποτα δεν κάνει αυτό τον πόλεμο καλύτερο ή τιμιότερο. Αλλά θα ενώσει τους Δακρινούς με τον Ραντ και οι Ιλιανοί θα καταλήξουν να τον ακολουθήσουν, ακριβώς όπως κάνουν τώρα οι Δακρινοί. Πώς αλλιώς, όταν το λάβαρο του Δράκοντα θα κυματίζει πάνω από το Ίλιαν; Η είδηση της νίκης του ίσως κι από μόνη της να παίξει αποφασιστικό ρόλο στους πολέμους του Τάραμπον και του Άραντ Ντόμαν, προς όφελος του Ραντ· βλέπεις, λοιπόν, ότι τελειώνουν κάποιοι πόλεμοι.
»Με ένα χτύπημα θα γίνει τόσο δυνατός, από πλευράς αντρών και σπαθιών, που μόνο ένας συνασπισμός όλων των εθνών, που θα έχουν απομείνει από εδώ ως τη Μάστιγα, θα μπορεί να τον νικήσει, ενώ με το ίδιο χτύπημα θα δείξει στους Αποδιωγμένους ότι δεν είναι ένα ώριμο φρούτο έτοιμο για μάζεμα. Αυτό θα τους κάνει επιφυλακτικούς και θα κερδίσει χρόνο για να μάθει πώς να χρησιμοποιεί την ισχύ του. Θα πρέπει να κινηθεί πρώτος, να είναι το σφυρί, όχι το καρφί». Η Άες Σεντάι έκανε ένα μικρό μορφασμό και ένα ίχνος του προηγούμενου θυμού τάραξε τη γαλήνη της. «Πρέπει να κινηθεί πρώτος. Και τι πάει και κάνει; Διαβάζει. Διαβάζει κι έτσι τον βρίσκουν χειρότεροι μπελάδες».
Η Νυνάβε φαινόταν αναστατωμένη, λες και μπορούσε να δει τις μάχες και τους σκοτωμούς· τα μαύρα μάτια της Εγκουέν ήταν διάπλατα ανοιχτά, καθώς συνειδητοποιούσε την κατάσταση με φρίκη. Η έκφρασή τους έκανε την Ηλαίην να ριγήσει. Η μια είχε δει τον Ραντ να μεγαλώνει, η άλλη είχε μεγαλώσει μαζί του. Και τώρα τον έβλεπαν να ξεκινά πολέμους. Όχι τον Αναγεννημένο Δράκοντα, αλλά τον Ραντ αλ'Θόρ.
Η Εγκουέν έβαλε τα δυνατά της, πιάστηκε από το πιο μικρό πράγμα, το πιο ασήμαντο, απ' όσα είχε πει η Μουαραίν. «Πώς μπορεί να τον βάζει σε μπελάδες το διάβασμα;»
«Αποφάσισε να μάθει μόνος του τι λένε οι Προφητείες του Δράκοντα». Το πρόσωπο της Μουαραίν ήταν γαλήνιο και ατάραχο, όμως ξαφνικά η φωνή της έδειξε την κούραση που ένιωθε και η Ηλαίην. «Μπορεί να είναι απαγορευμένες στο Δάκρυ, όμως ο Αρχιβιβλιοθηκάριος είχε εννέα διαφορετικές μεταφράσεις σ' ένα κλειδωμένο μπαούλο. Τώρα τις έχει όλες ο Ραντ. Του επισήμανα τη στροφή που αφορά τούτη την κατάσταση κι αυτός μου την παρέθεσε από μια παλιά Καντορινή μετάφραση.