Выбрать главу

«Πολύ καλά», είπε ύστερα από μερικές στιγμές η Νυνάβε. «Τζούιλιν, σίγουρα ό,τι χρειάζεσαι θα το βρεις στην κουζίνα». Η Ηλαίην κοίταξε ξαφνιασμένη μία τη Νυνάβε και μία τον ληστοκυνηγό. Δεν μπορεί να εννοούσε ότι...; Η Νυνάβε δεν έκανε τέτοια πράγματα!

«Στη Νάρενγουιν Μπάρντα», είπε έξαφνα η μοδίστρα. Τα λόγια της έβγαιναν μπερδεμένα, καθώς ήθελε να τα πει όλα μαζί. «Έστελνα τις αναφορές μου στη Νάρενγουιν Μπάρντα, σ’ ένα πανδοχείο της Ταρ Βάλον που λέγεται Ανάντη. Ο Άβι Σένταρ διατηρεί περιστέρια για μένα, μένει στα περίχωρα της πόλης. Δεν ξέρει πού στέλνω κι από πού παίρνω μηνύματα, και δεν τον ενδιαφέρει. Η γυναίκα του είχε την αρρώστια που σε ζαλίζει, και...» Η φωνή της έσβησε κι έμεινε να κοιτάζει τρέμοντας τον Τζούιλιν.

Η Ηλαίην ήξερε τη Νάρενγουιν ή την είχε δει τουλάχιστον στον Πύργο. Επρόκειτο για μια λεπτή γυναικούλα που μπορούσες να ξεχάσεις την παρουσία της, τόσο ήσυχη ήταν. Κι ευγενική επίσης· μια φορά τη βδομάδα άφηνε τα παιδιά να φέρνουν τα ζωάκια τους στον Πύργο για να τα Θεραπεύσει. Δεν ήταν γυναίκα που θα θεωρούσες αντιπροσωπευτική του Μαύρου Άτζα. Από την άλλη μεριά όμως, ανάμεσα στα άλλα ονόματα του Μαύρου Άτζα ανήκε και αυτό της Μάριλιν Γκεμάλφιν· αγαπούσε τις γάτες και τα παρατούσε όλα για να περιποιηθεί, αν έβλεπε, καμιά αδέσποτη.

«Η Νάρενγουιν Μπάρντα», είπε σκυθρωπά η Νυνάβε. «Θέλω κι άλλα ονόματα, είτε είναι μέσα στον Πύργο είτε όχι».

«Δεν ― δεν ξέρω άλλα ονόματα», είπε με ψιλή φωνούλα η κυρά Μακούρα.

«Αυτό θα το δούμε. Πόσο καιρό είσαι Σκοτεινόφιλη; Πόσο καιρό υπηρετείς το Μαύρο Άτζα;»

Μια τσιρίδα αγανάκτησης ακούστηκε από τη Λούσι. «Δεν είμαστε Σκοτεινόφιλες!» Κοίταξε την κυρά Μακούρα κι έγειρε μακριά της. «Εγώ πάντως δεν είμαι! Πορεύομαι με το Φως! Αλήθεια λέω!»

Η αντίδραση της άλλης ήταν εξίσου έντονη. Αν τα μάτια της πριν ήταν γουρλωμένα, τώρα κινδύνευαν να πέσουν. «Το Μαύρο —! Θέλεις να πεις ότι υπάρχει στ’ αλήθεια; Μα ο Πύργος ανέκαθεν αρνιόταν ― Δεν μπορεί, εγώ ρώτησα τη Νάρενγουιν, τη μέρα που με διάλεξε για πληροφοριοδότρια των Κίτρινων, κι αυτή μου ’δωσε ένα καλό μάθημα που δεν θα το ξεχάσω. Δεν είμαι ― δεν είμαι ― Σκοτεινόφιλη! Ποτέ μου! Υπηρετώ το Κίτρινο Άτζα! Το Κίτρινο!»

Η Ηλαίην, ακόμα κρεμασμένη από το μπράτσο του Τζούιλιν, αντάλλαξε απορημένες ματιές με τη Νυνάβε. Όλες οι Σκοτεινόφιλες θα το αρνούνταν, φυσικά, όμως η φωνή των γυναικών φαινόταν να αντηχεί την αλήθεια. Η οργή τους, μόλις άκουσαν την κατηγορία, ήταν τόσο δυνατή, ώστε σχεδόν ξεπερνούσε το φόβο τους. Κρίνοντας από το δισταγμό της Νυνάβε, κι εκείνη είχε αντιληφθεί το ίδιο πράγμα.

«Αν υπηρετείτε το Κίτρινο», είπε αργά, «τότε γιατί μας ναρκώσατε;»

«Ο λόγος είναι αυτή», αποκρίθηκε η μοδίστρα, κάνοντας νόημα προς την Ηλαίην. «Μου είχαν στείλει πριν από ένα μήνα την περιγραφή της, ακόμα και για τον τρόπο που σηκώνει καμιά φορά το πηγούνι της, σαν να σε κοιτάζει αφ’ υψηλού. Η Νάρενγουιν είπε ότι ίσως να χρησιμοποιούσε το όνομα Ηλαίην και ίσως ακόμα να ισχυριζόταν ότι κατάγεται από αριστοκρατικό Οίκο». Λέξη τη λέξη, ο θυμός της που την είχαν αποκαλέσει Σκοτεινόφιλη έμοιαζε να θεριεύει. «Μπορεί εσύ να είσαι Κίτρινη αδελφή, αυτή όμως δεν είναι Άες Σεντάι, απλώς μια Αποδεχθείσα που το έχει σκάσει. Η Νάρενγουιν είπε ότι έπρεπε να αναφέρω την παρουσία της και αν ήταν μόνη ή με άλλους. Και να την καθυστερήσω, αν μπορούσα. Ή ακόμα και να την συλλάβω. Και τους τυχόν συντρόφους της. Δεν ξέρω πώς περίμενε να συλλάβω μια Αποδεχθείσα —νομίζω ότι ακόμα και η Νάρενγουιν δεν ξέρει για το τσάι μου από διχαλόριζα!― όμως αυτό έλεγαν οι διαταγές μου! Έλεγαν να ρισκάρω ακόμα και να αποκαλυφθώ —εδώ πέρα, που κάτι τέτοιο θα σήμαινε το θάνατό μου!― αν χρειαζόταν! Να δεις, νεαρή μου, τι θα πάθεις όταν σε περιλάβει η Άμερλιν! Τι θα πάθετε όλοι!»

«Η Άμερλιν!» αναφώνησε η Ηλαίην. «Τι σχέση έχει αυτή;»

«Ήταν στις διαταγές της. Κατόπιν διαταγής της Έδρας της Άμερλιν, έτσι έλεγαν. Έλεγαν ότι η ίδια η Άμερλιν είχε πει ότι μπορούσα να χρησιμοποιήσω κάθε μέσο, αρκεί να μη σε σκοτώσω. Όταν πέσεις στα χέρια της Άμερλιν, θα εύχεσαι να ήσουν νεκρή!» Το κοφτό νεύμα της έδειχνε μια οργίλη ικανοποίηση.

«Μην ξεχνάς ότι εμείς δεν είμαστε ακόμα στα χέρια κανενός», είπε ξερά η Νυνάβε. «Εσύ είσαι στα δικά μας». Το βλέμμα της όμως έδειχνε ότι είχε σοκαριστεί, και το ίδιο ένιωθε και η Ηλαίην. «Είπε για ποιο λόγο;»

Η υπενθύμιση ότι ήταν κρατούμενη έπνιξε το ενθουσιώδες ξέσπασμά της. Σωριάστηκε άτονα πάνω στη Λούσι και η καθεμιά στήριζε την άλλη να μην πέσει. «Όχι. Μερικές φορές η Νάρενγουιν εξηγεί το λόγο, αυτή τη φορά όμως δεν το έκανε».

«Σκόπευες να μας κρατήσεις εδώ, ναρκωμένες, μέχρι να έρθει κάποιος να μας πάρει;»