«Πρόσεξα τα λάβαρα που κυματίζουν πάνω από την Καιρχίν», συνέχισε αυτός όταν καταλάγιασαν οι κινήσεις. «Είναι καλό που κυματίζουν τόσες Ημισέληνοι του Δακρύου. Χωρίς τα Δακρυνά σιτηρά, η Καιρχίν δεν θα είχε ζωντανούς να υψώσουν λάβαρα, και χωρίς τα Δακρυνά σπαθιά, ο λαός αυτής της πόλης που επέζησε σήμερα, τόσο οι ευγενείς όσο και οι κοινοί θνητοί, θα μάθαιναν να υπακούουν το Σάιντο. Το Δάκρυ κέρδισε επάξια την τιμή του». Αυτό φυσικά έκανε τους Δακρυνούς να φουσκώσουν από περηφάνια, τους έκανε να ανταλλάξουν φλογερά νεύματα και ακόμα πιο φλογερά βλέμματα, παρ’ όλο που φάνηκε να μπερδεύει τους Υψηλούς Άρχοντες, ύστερα από αυτό που είχε προηγηθεί. Κι επίσης, οι Καιρχινοί κάτω από το βάθρο κοιτάζονταν μεταξύ τους με αμφιβολία. «Αλλά εγώ προσωπικά δεν χρειάζομαι τόσα λάβαρα. Ας παραμείνει ένα λάβαρο του Δράκοντα, στον ψηλότερο πύργο της πόλης, ώστε να το βλέπουν όσοι πλησιάζουν, και τα υπόλοιπα κατεβάστε τα και αντικαταστήστε τα με λάβαρα της Καιρχίν. Η Καιρχίν έχει την τιμή της και θα τη διατηρήσει».
Η αίθουσα ξέσπασε σε ένα βρυχηθμό τόσο ξαφνικά, που οι Κόρες ζύγιασαν τα δόρατα τους, ένα βρυχηθμό που αντήχησε στους τοίχους. Αμέσως η Σούλιν άρχισε να χειρομιλεί γοργά μαζί τους, όμως ήδη εκείνες κατέβαζαν τα πέπλα που είχαν αρχίσει να υψώνουν. Οι Καιρχινοί ευγενείς επευφημούσαν εξίσου δυνατά με τον κόσμο στους δρόμους νωρίτερα, χοροπηδούσαν και ανέμιζαν τα χέρια σαν Προπυλιανοί σε πανηγύρι. Μέσα στο πανδαιμόνιο, ήταν η σειρά των Δακρυνών να ανταλλάξουν σιωπηλές ματιές. Δεν έδειχναν θυμωμένοι. Ακόμα και ο Μάιλαν έδειχνε πάνω απ’ όλα αβεβαιότητα, αν και, όπως ο Τορέαν και οι υπόλοιποι, παρακολουθούσε κατάπληκτος τους άρχοντες και τις αρχόντισσες με τα υψηλά αξιώματα γύρω του, που πριν ήταν τόσο ψυχροί και αξιοπρεπείς, τώρα να χορεύουν και να φωνάζουν για τον Άρχοντα Δράκοντα.
Ο Ραντ δεν ήξερε τι ακριβώς είχαν καταλάβει από τα λόγια του όλοι αυτοί. Περίμενε βεβαίως ότι θα διάβαζαν περισσότερα απ’ όσα είχε πει, ειδικά οι Καιρχινοί, και ότι ίσως κάποιοι θα διάβαζαν αυτό ακριβώς που είχε πει, αλλά τίποτα δεν τον είχε προετοιμάσει γι’ αυτό το θέαμα. Ήξερε καλά ότι η αυτοσυγκράτηση των Καιρχινών ήταν κάτι παράξενο, ανάμικτη μερικές φορές με αναπάντεχη τόλμη. Η Μουαραίν ήταν εχέμυθη σ’ αυτό το ζήτημα, παρ’ όλο που επέμενε να του διδάξει τα πάντα· το περισσότερο που του είχε πει ήταν πως, αν αυτή η αυτοσυγκράτηση υποχωρούσε, θα τον ξάφνιαζε ο τρόπος με τον οποίο θα γινόταν. Ήταν πράγματι ένα ξάφνιασμα.
Όταν επιτέλους καταλάγιασαν οι ζητωκραυγές, άρχισαν να δίνουν όρκους υποταγής. Πρώτος γονάτισε ο Μάιλαν, με ένταση στο πρόσωπο, καθώς ορκιζόταν στο Φως και στην ελπίδα του για λύτρωση και αναγέννηση ότι θα υπηρετούσε πιστά και θα υπάκουγε· ήταν μια αρχαία διατύπωση, και ο Ραντ έλπισε ότι ίσως δέσμευε μερικούς να τηρήσουν τον όρκο τους. Όταν ο Μάιλαν φίλησε την άκρη του Σωντσανού δόρατος, προσπαθώντας να κρύψει μια ξινή γκριμάτσα με το να χαϊδέψει το γένι του, πήρε τη θέση του η Αρχόντισσα Κολαβήρ. Μια γυναίκα αρκετά όμορφη, μεσήλικη, με σκούρα ιβουάρ δαντέλα να ξεχειλίζει στα χέρια της, όπως τα έβαζε ανάμεσα στα χέρια του Ραντ, και με οριζόντιες πινελιές χρώματος από το ψηλό δαντελωτό γιακά ως τα γόνατα· έδωσε τον όρκο με την καθαρή, σταθερή φωνή και την τραγουδιστή προφορά, που εκείνος είχε συνηθίσει ν’ ακούει από τη Μουαραίν. Το σκοτεινό βλέμμα της είχε κάτι από τον τρόπο που ζύγιαζε και μετρούσε επίσης και η Μουαραίν, ειδικά όταν κοίταζε την Αβιέντα, ενώ έκλινε το γόνυ και κατέβαινε τα σκαλιά. Τη διαδέχθηκε ο Τορέαν, ιδρώνοντας καθώς ορκιζόταν, και ο Άρχοντας Ντομπραίν πήρε τη θέση του Τορέαν, με τα βαθιά του μάτια να κοιτάνε ερευνητικά, ένας από λίγους που είχε ξυρίσει τα μακριά, γκρίζα μαλλιά από το μπροστινό μέρος του κεφαλιού του, και μετά ο Άρακομ και...
Ο Ραντ ένιωσε ν’ ανυπομονεί, καθώς συνεχιζόταν η πομπή τους και γονάτιζαν ένας-ένας μπροστά του, όπου Καιρχινός διαδεχόταν τον Δακρυνό που είχε διαδεχθεί τον Καιρχινό, όπως ακριβώς είχε προστάξει. Ήταν αναγκαίο αυτό, είχε πει η Μουαραίν —και στο μυαλό του είχε συμφωνήσει μια φωνή, που ήξερε ότι ήταν του Λουζ Θέριν — αλλά ένιωθε ότι ήταν ένας λόγος για την καθυστέρηση. Έπρεπε να έχει την υποταγή τους, έστω και μόνο στην επιφάνεια, για να φροντίσει για την ασφάλεια της Καιρχίν, κι αυτή η αρχή έπρεπε να γίνει προτού στραφεί εναντίον του Σαμαήλ. Κι αυτό θα κάνω! Έχω πολλά να κάνω ακόμα και δεν θα του επιτρέψω να με χτυπά στους αστραγάλους από τους θάμνους! Θα καταλάβει τι σημαίνει να ξεσηκώνεις τον Δράκοντα!