Ξαναδίνοντας την επιστολή της Ελάιντα στη Μουαραίν, άνοιξε την άλλη. Η σελίδα είχε τον ίδιο γραφικό χαρακτήρα με την προσφώνηση.
Μ’ όλο το σεβασμό, ικετεύω ταπεινά να παρουσιαστώ στον λαμπρό Αναγεννημένο Άρχοντα Δράκοντα, τον οποίο το Φως ευλογεί ως σωτήρα του κόσμου.
Όλος ο κόσμος πρέπει να σε κοιτά με δέος, εσένα που κατέκτησες την Καιρχίν μέσα σε μια μέρα, όπως έκανες και με το Δάκρυ. Όμως πρέπει να προφυλαχθείς, σε εκλιπαρώ, διότι το θάμβος σου θα προκαλέσει φθόνο, ακόμα και σε εκείνους που δεν μοχθούν για τη Σκιά. Ακόμα κι εδώ, στον Λευκό Πύργο, υπάρχουν τυφλοί που δεν βλέπουν την πραγματική σου λάμψη, η οποία θα μας φωτίσει όλους. Μάθε όμως ότι κάποιοι αγαλλιούν με τον ερχομό σου και θα ευφρανθούν υπηρετώντας τη δόξα σου. Δεν είμαστε αυτοί που θα έκλεβαν την αίγλη σου για μας, αλλά εκείνοι που θα γονατίσουν για να δεχθούν την ακτινοβολία σου. Θα σώσεις τον κόσμο, σύμφωνα με τις Προφητείες, και ο κόσμος θα είναι δικός σου.
Προς όνειδός μου, πρέπει να σε ικετεύσω να μην δει κανείς άλλος αυτά τα λόγια και να τα καταστρέψεις μόλις τα διαβάσεις. Στέκω, γυμνή χωρίς την προστασία σου, ανάμεσα σε κάποιες που θα ήθελαν να σφετεριστούν την εξουσία σου, και δεν ξέρω ποιοι γύρω σου είναι το ίδιο πιστοί μ’ εμένα. Έχω ακούσει ότι η Μουαραίν Ντέημοντρεντ ίσως είναι μαζί σου. Μπορεί να σε υπηρετεί με αφοσίωση, υπακούγοντας τα λόγια σου σαν να ’ναι νόμος, όπως θα κάνω κι εγώ, όμως δεν μπορώ να ξέρω, διότι τη θυμάμαι σαν μια μυστικοπαθή γυναίκα, που αρέσκεται στις πλεκτάνες, όπως συνηθίζουν οι Καιρχινοί. Όμως, ακόμα κι αν πιστεύεις ότι είναι πιστό πλάσμα, όσο κι εγώ, σε ικετεύω να κρατήσεις μυστική τούτη την επιστολή ακόμα κι απ’ αυτήν.
Η ζωή μου κρέμεται από τα δάχτυλά σου, Αναγεννημένε Άρχοντα Δράκοντα, κι εγώ είμαι υπηρέτριά σου.
Ο Ραντ το ξαναδιάβασε, βλεφαρίζοντας, και μετά το έδωσε στη Μουαραίν. Εκείνη μόλις που διέτρεξε με το βλέμμα τη σελίδα προτού τη δώσει στην Εγκουέν, που είχε σκύψει πάνω από το άλλο γράμμα με την Αβιέντα. Μήπως η Μουαραίν ήδη ήξερε τι περιείχαν;
«Καλά που έδωσες τον όρκο σου», είπε ο Ραντ. «Έτσι όπως ήσουν κάποτε, κρατώντας κρυφά τα πάντα, μπορεί να σε υποψιαζόμουν τώρα. Καλά που τώρα είσαι πιο ομιλητική». Εκείνη δεν αντέδρασε. «Τι νόημα βγάζεις;»
«Πρέπει να άκουσε για τα φουσκωμένα μυαλά σου», είπε μαλακά η Εγκουέν. Μάλλον δεν το είχε πει για να το ακούσει ο Ραντ. Κούνησε το κεφάλι της και είπε με πιο δυνατή φωνή, «Δεν μου μοιάζει καθόλου να είναι η Αλβιάριν».
«Είναι ο δικός της γραφικός χαρακτήρας», είπε η Μουαραίν. «Τι νόημα βγάζεις εσύ, Ραντ;»
«Νομίζω ότι υπάρχει ένα σχίσμα στον Πύργο, είτε το ξέρει η Ελάιντα είτε όχι. Να θεωρήσω ότι οι Άες Σεντάι, όπως δεν μπορούν να πουν ψέμα, δεν μπορούν επίσης να γράψουν κάτι που είναι ψέμα;» Η Άες Σεντάι ένευσε, όμως αυτός δεν είχε σταματήσει να μιλάει. «Αν η Αλβιάριν τα έλεγε με λιγότερες φιοριτούρες, ίσως πίστευα ότι οι δυο τους συνεργάζονται για να με παρασύρουν. Δεν μπορώ να φανταστώ την Ελάιντα να σκέφτεται καν αυτά που έγραψε η Αλβιάριν, και δεν φαντάζομαι ότι θα είχε κοντά εν γνώσει της μια Τηρήτρια που θα τα έγραφε».
«Δεν θα το κάνεις», είπε η Αβιέντα, με το γράμμα της Ελάιντα τσαλακωμένο στο χέρι της. Δεν ήταν ερώτηση.
«Δεν είμαι βλάκας».
«Μερικές φορές δεν είσαι», είπε εκείνη δύστροπα και το έκανε να φανεί ακόμα χειρότερο υψώνοντας ερωτηματικά το φρύδι προς την Εγκουέν, η οποία το συλλογίστηκε μια στιγμή και μετά σήκωσε τους ώμους.
«Βλέπεις τίποτα άλλο;» ρώτησε η Μουαραίν.
«Βλέπω κατασκόπους του Λευκού Πύργου», της είπε στεγνά. «Ξέρουν ότι πήρα την πόλη». Για δύο τουλάχιστον μέρες μετά τη μάχη, μόνο ένα περιστέρι θα ξέφευγε από τους Σάιντο προς το βορρά. Ακόμα κι ένας καβαλάρης ο οποίος ήξερε πού να αλλάξει άλογα, κάτι που δεν ήταν σίγουρο μεταξύ Καιρχίν και Ταρ Βάλον, δεν θα έφτανε στον Πύργο εγκαίρως, ώστε να έχουν έρθει σήμερα αυτές οι επιστολές.
Η Μουαραίν χαμογέλασε. «Μαθαίνεις γρήγορα. Μια χαρά θα τα πας». Για μια στιγμή, φάνηκε να τον κοιτάζει στοργικά. «Τι θα κάνεις γι’ αυτό;»
«Τίποτα, απλώς θα φροντίσω η “συνοδεία” της Ελάιντα να μη με πλησιάσει πιο κοντά από ένα μίλι». Οι δεκατρείς πιο αδύναμες Άες Σεντάι θα μπορούσαν να τον νικήσουν, αν ήταν συνδεμένες, και μάλλον η Ελάιντα δεν θα έστελνε τις πιο αδύναμες που είχε. «Αυτό, κι επίσης θα έχω υπ’ όψιν μου ότι ο Πύργος μαθαίνει τι κάνω μια μέρα αφότου το κάνω. Τίποτα παραπάνω μέχρι να μάθω περισσότερα. Μήπως η Αλβιάριν είναι μια από τις μυστηριώδεις φίλες σου, Εγκουέν;»
Εκείνη δίστασε κι ο Ραντ αναρωτήθηκε αν είχε πει στη Μουαραίν περισσότερα απ’ όσα είχε πει σ’ αυτόν. Φύλαγε μυστικά των Άες Σεντάι ή των Σοφών; Στο τέλος, η Εγκουέν είπε απλά, «Δεν ξέρω».