Выбрать главу

Μακάρι να ήξερε ποιον να εμπιστευτεί· στο βαθμό που ήταν δυνατόν να εμπιστευτεί κάποιον από τους Σκοτεινόφιλους συνοδοιπόρους του. Ο τελευταίος αμαξάς που είχε δώσει τους όρκους, είχε εξαφανιστεί πριν από δυο μέρες, πιθανότατα σε κάποια από τις φορτηγίδες που μετέφεραν σιτηρά. Ακόμα δεν ήξερε ποια Αελίτισσα είχε χώσει εκείνο το σημείωμα κάτω από την πόρτα της άμαξάς του —«Δεν είσαι μόνος μεταξύ ξένων. Η οδός έχει επιλεγεί»― αν και είχε αρκετές υποψήφιες κατά νου. Στους μόλους υπήρχαν σχεδόν τόσοι Αελίτες όσο και εργάτες, που έρχονταν να κοιτάξουν το ποτάμι· είχε δει μερικά από κείνα τα πρόσωπα πιο πολλές φορές απ’ όσο φαινόταν λογικό, και μερικοί τον είχαν κοιτάξει με ιδιαίτερο βλέμμα. Το ίδιο και μερικοί Καιρχινοί, κι ένας Δακρυνός άρχοντας. Αυτό από μόνο του δεν σήμαινε τίποτα φυσικά, αλλά, αν μπορούσε να βρει μερικούς άνδρες, με τους οποίους θα συνεργαζόταν...

Μια ομάδα εφίππων φάνηκε σε μια είσοδο, με τη Μουαραίν και τον Ραντ αλ’Θόρ επικεφαλής και τον Πρόμαχο της Άες Σεντάι δίπλα τους, καθώς προχωρούσαν ανάμεσα στα κάρα που έπαιρναν τα σακιά με τα σιτηρά. Ένα κύμα ζητωκραυγών τούς ακολουθούσε.

«Δόξα στον Άρχοντα Δράκοντα!» και «Χαίρε, Άρχοντα Δράκοντα!» και μερικές φορές «Δόξα στον Άρχοντα Μάτριμ! Δόξα στο Κόκκινο Χέρι!»

Αυτή τη φορά, η Άες Σεντάι έστριψε προς το τέλος της σειράς των αμαξών δίχως να ρίξει ούτε ματιά στον Καντίρ. Δεν του κακοφάνηκε. Ακόμα κι αν δεν ήταν Άες Σεντάι, ακόμα κι αν δεν τον κοίταζε, σαν να ήξερε και την τελευταία μαύρη γωνιά του μυαλού του, ο Καντίρ δεν πολυήθελε να κοιτάζει τα πράγματα που του είχε φορτώσει στις άμαξες. Χθες το απόγευμα τον είχε βάλει να αφαιρέσει το μουσαμά από κείνη την παράξενη στρεβλή πόρτα από κοκκινόπετρα που ήταν στην άμαξα πίσω από τη δική του. Έμοιαζε να βρίσκει μια διεστραμμένη απόλαυση στο ότι τον ανάγκαζε να τη βοηθά ο ίδιος μ’ αυτό που ήθελε να μελετήσει. Ο Καντίρ θα είχε ξανασκεπάσει την πόρτα, αν άντεχε να την πλησιάσει ή αν είχε καταφέρει να βάλει κάποιον αμαξά του να το κάνει. Κανείς απ’ αυτούς που ήταν τώρα μαζί του δεν είχε δει στο Ρουίντιαν τον Χέριντ να πέφτει ο μισός μέσα και να εξαφανίζεται —ο Χέριντ ήταν ο πρώτος που το είχε σκάσει όταν είχαν περάσει το Τζανγκάι· ο άνθρωπος δεν ήταν εντελώς καλά στα μυαλά του όταν τον είχε βγάλει από κει ο Πρόμαχος― αλλά μπορούσαν να το κοιτάξουν, μπορούσαν να δουν τις γωνίες που δεν ενώνονταν σωστά, που δεν μπορούσες να το διατρέξεις ολόγυρα με το βλέμμα σου χωρίς να ανοιγοκλείσεις τα μάτια και να ζαλιστείς.

Ο Καντίρ αγνόησε τους τρεις πρώτους έφιππους, όπως τον είχαν αγνοήσει και οι Άες Σεντάι, και δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία στον Ματ Κώθον. Ο νεαρός φορούσε το καπέλο του· ο έμπορος δεν είχε μπορέσει να το αντικαταστήσει. Η ομορφούλα Αελίτισσα, η Αβιέντα, καθόταν πίσω από τη σέλα της νεαρής Άες Σεντάι και είχαν ανεβάσει και οι δύο τα φουστάνια, αφήνοντας τα πόδια τους σε κοινή θέα. Αν χρειαζόταν απόδειξη ότι η Αελίτισσα κοιμόταν με τον Ραντ αλ’Θόρ, έφτανε να δει τον τρόπο που τον κοίταζε· μια γυναίκα που είχε πλαγιάσει μ’ έναν άνδρα, από κει κι έπειτα πάντα τον κοίταζε ως κτήμα της. Και το πιο σημαντικό, ήταν μαζί τους ο Νατάελ. Ήταν η πρώτη φορά που είχε βρεθεί τόσο κοντά του ο Καντίρ από τότε που είχαν περάσει τη Ραχοκοκαλιά του Κόσμου. Ο Νατάελ είχε υψηλή θέση μεταξύ των Σκοτεινόφιλων. Αν μπορούσε να περάσει τις Κόρες και να φτάσει κοντά στον βάρδο...

Ξαφνικά, ο Καντίρ έπαιξε τα μάτια. Πού ήταν οι Κόρες; Ο αλ’Θόρ πάντα είχε συνοδεία γυναικών που έφεραν δόρατα. Σμίγοντας τα φρύδια, συνειδητοποίησε ότι δεν υπήρχε καμία Κόρη ανάμεσα στους Αελίτες που ήταν στο μόλο και πέρα στις αποβάθρες.

«Αρνείσαι να κοιτάξεις μια παλιά φίλη, Χάντναν;»

Η μελωδική εκείνη φωνή έκανε τον Καντίρ να στριφογυρίσει σπασμωδικά και να κοιτάξει με το στόμα ανοιχτό ένα πρόσωπο με σουβλερή μύτη και με μαύρα μάτια, που σχεδόν κρύβονταν μέσα σε δίπλες πάχους. «Κάιλι;» Ήταν αδύνατον. Κανένας δεν επιβίωνε μόνος του στην Ερημιά εκτός από τους Αελίτες. Ήταν αδύνατο να μην είχε πεθάνει. Αλλά να που στεκόταν εκεί, με το λευκό μετάξι να παλεύει να κρατήσει τον όγκο της, και με τις φιλντισένιες χτένες να σηκώνουν ψηλά τις μελαχρινές μπούκλες της.