Выбрать главу

Παίζοντας νωχελικά την άρπα, ο Ασμόντιαν δεν έμοιαζε να είναι ένας από τους τρομερούς Αποδιωγμένους. Ήταν μάλιστα ως ένα βαθμό εμφανίσιμος· ο Ραντ υποψιαζόταν ότι θα ήταν ελκυστικός για τις γυναίκες. Συχνά του φαινόταν παράξενο που το κακό δεν είχε αφήσει εξωτερικό σημάδι. Ο Ασμόντιαν ήταν ένας από τους Αποδιωγμένους, και ο Ραντ, αντί να προσπαθήσει να τον σκοτώσει, είχε κρύψει την αληθινή του ταυτότητα, τόσο από τη Μουαραίν όσο και απ’ όλους τους άλλους. Ο Ραντ χρειαζόταν ένα δάσκαλο.

Αν αυτό που συνέβαινε με τις γυναίκες που οι Άες Σεντάι αποκαλούσαν αδέσποτες ίσχυε επίσης και για τους άνδρες, τότε ο Ραντ είχε μόνο μια πιθανότητα στις τέσσερις να επιζήσει, καθώς προσπαθούσε να μάθει από μόνος του να χρησιμοποιεί τη Δύναμη. Χωρίς να υπολογίζεται σ’ αυτό η τρέλα. Ο δάσκαλός του έπρεπε να είναι άνδρας· η Μουαραίν και οι άλλες του είχαν πει πολλές φορές ότι το πουλί δεν μπορούσε να μάθει στο ψάρι να πετάει, ούτε το ψάρι στο πουλί να κολυμπάει. Και ο δάσκαλός του έπρεπε να είναι κάποιος έμπειρος, κάποιος που ήδη ήξερε όσα έπρεπε να μάθει ο Ραντ. Με τις Άες Σεντάι να βρίσκουν και να ειρηνεύουν τους άνδρες που διαβίβαζαν —κι έβρισκαν ολοένα και λιγότερους κάθε χρόνο― υπήρχε περιορισμένη επιλογή. Ένας άνδρας που απλώς είχε ανακαλύψει ότι μπορούσε να διαβιβάζει, δεν θα ήξερε περισσότερα απ’ όσα ήξερε κι ο ίδιος. Ένας ψεύτικος Δράκοντας που μπορούσε να διαβιβάζει —αν ο Ραντ έβρισκε έναν που δεν τον είχαν ήδη συλλάβει και ειρηνέψει― πιθανότατα δεν θα ήθελε να εγκαταλείψει τα όνειρά του και τη δόξα υπέρ κάποιου άλλου που ισχυριζόταν ότι ήταν ο Αναγεννημένος Δράκοντας. Αυτό που έμενε, αυτό που είχε δελεάσει και παγιδεύσει ο Ραντ, ήταν ένας Αποδιωγμένος.

Ο Ασμόντιαν έπαιζε τυχαίες συγχορδίες, καθώς ο Ραντ καθόταν σε ένα μαξιλαράκι αντίκρυ του. Ο Ραντ καλά θα έκανε να θυμάται ότι αυτός ο άνδρας δεν είχε αλλάξει, μέσα του, από την τόσο μακρινή εκείνη μέρα που είχε τάξει την ψυχή του στη Σκιά. Ό,τι έκανε τώρα, το έκανε από καταναγκασμό· δεν είχε έρθει στο Φως. «Σκέφτεσαι ποτέ να γυρίσεις πίσω, Νατάελ;» Πάντα πρόσεχε το όνομα· αν ψιθύριζε μια φορά “Ασμόντιαν”, η Μουαραίν θα ήταν σίγουρη ότι ο Ραντ είχε πάει με το μέρος της Σκιάς. Η Μουαραίν και ίσως και άλλοι. Μπορεί να μην επιζούσε ούτε ο ίδιος, ούτε ο Ασμόντιαν.

Τα χέρια του άλλου πάγωσαν πάνω στις χορδές, με πρόσωπο παντελώς ανέκφραστο. «Να γυρίσω πίσω; Ο Ντεμάντρεντ, ο Ράχβιν, ο καθένας τους θα με σκότωνε ευθύς μόλις με έβλεπε τώρα πια. Αν ήμουν τυχερός. Εκτός από την Λανφίαρ, ίσως, και, όπως καταλαβαίνεις, δεν θέλω να τη δοκιμάσω. Η Σέμιραγκ θα μπορούσε να κάνει ένα βράχο να την ικετεύει για έλεος και να την ευχαριστήσει για το θάνατο του. Όσο για τον Μέγα Άρχοντα―»

«Τον Σκοτεινό», τον έκοψε απότομα ο Ραντ, ενώ δάγκωνε την πίπα του. Μέγας Άρχων του Σκότους, με αυτό τον τίτλο αποκαλούσαν οι Σκοτεινόφιλοι τον Σκοτεινό. Οι Σκοτεινόφιλοι και οι Αποδιωγμένοι.

Ο Ασμόντιαν χαμήλωσε για λίγο το κεφάλι με συγκατάθεση. «Όταν ελευθερωθεί ο Σκοτεινός...» Το πρόσωπό του, που πριν ήταν ανέκφραστο, τώρα έδειχνε απόγνωση σε κάθε ρυτίδα του. «Αρκεί να σου πω ότι προτιμώ να βρω τη Σέμιραγκ και θα της παραδοθώ παρά να αντιμετωπίσω το ― την τιμωρία που επιβάλλει ο Σκοτεινός για την προδοσία».

«Καλά που είσαι εδώ να με διδάξεις, λοιπόν».

Θρηνητική μουσική ακούστηκε από την άρπα, που μιλούσε για απώλεια και δάκρυα. «“Η Προέλαση του Θανάτου”», είπε ο Ασμόντιαν πάνω από τη μουσική, «η τελική κίνηση στον Κύκλο των Μεγάλων Παθών, που είχε γραφτεί περίπου τριακόσια χρόνια πριν από τον Πόλεμο των Δυνάμεων από τον―»

Ο Ραντ τον έκοψε. «Δεν με διδάσκεις πολύ καλά».

«Αναμενόμενο, υπό αυτές τις συνθήκες. Τώρα μπορείς να πιάνεις το σαϊντίν κάθε φορά που προσπαθείς και να διακρίνεις τις ροές μεταξύ τους. Μπορείς να θωρακίσεις τον εαυτό σου και η Δύναμη κάνει ό,τι της πεις». Σταμάτησε να παίζει και έσμιξε τα φρύδια, χωρίς να κοιτάζει τον Ραντ. «Νομίζεις ότι η Λανφίαρ στ’ αλήθεια είχε τη πρόθεση να σου διδάξω τα πάντα; Αν ήθελε αυτό, τότε θα φρόντιζε να μείνει κοντά ώστε να δημιουργεί σύνδεσμο μεταξύ μας. Θέλει να ζήσεις, Λουζ Θέριν, όμως αυτή τη φορά θέλει να είναι ισχυρότερη από σένα».

«Μην με λες έτσι!» ξέσπασε ο Ραντ, όμως ο Ασμόντιαν δεν φάνηκε να τον ακούει.

«Αν το σχεδιάζατε αυτό οι δυο σας —να με παγιδεύσετε―» Ο Ραντ ένιωσε κάτι να φουσκώνει μέσα στον Ασμόντιαν, σαν να δοκίμαζε ο Αποδιωγμένος τη μόνωση που είχε υφάνει η Λανφίαρ γύρω του· οι γυναίκες που διαβίβαζαν έβλεπαν μια λάμψη να περιβάλλει μια γυναίκα που είχε αγκαλιάσει το σαϊντάρ και την ένιωθαν καθαρά να διαβιβάζει, όμως ο Ραντ ποτέ δεν είχε δει τίποτα γύρω από τον Ασμόντιαν και ελάχιστες φορές είχε νιώσει κάτι. «Αν το κανονίσατε μαζί, τότε την άφησες να σε ξεγελάσει κι όχι μόνο μ’ έναν τρόπο. Σου είπα ότι δεν είμαι καλός δάσκαλος, ειδικά χωρίς σύνδεσμο. Πράγματι το σχεδιάσατε μαζί, ε;» Τότε κοίταξε τον Ραντ, λοξά, αλλά προσηλωμένα. «Πόσα θυμάσαι; Που ήσουν ο Λουζ Θέριν, εννοώ. Εκείνη είπε ότι δεν θυμάσαι τίποτα απολύτως, αλλά αυτή μπορεί να πει ψέματα και στον ίδιο τον Μεγ ― τον Σκοτεινό».