Η Εγκουέν αναψοκοκκίνισε και προσπάθησε να δώσει ταπεινότητα στη φωνή της. «Θα προσπαθήσω, Μπάιρ». Ήταν η πρώτη φορά που μια Σοφή είχε κάνει τέτοια σύγκριση μπροστά σε άλλους. Η Εγκουέν έριξε μια κλεφτή ματιά στην Αβιέντα και ξαφνιάστηκε βλέποντάς την συλλογισμένη. Μερικές φορές ευχόταν η «κονταδελφή» της να μην ήταν πάντα τόσο καλό παράδειγμα.
«Μπάιρ, η κοπέλα ή θα μάθει ή δεν θα μάθει», είπε ευερέθιστα η Μελαίν. «Δίδαξέ της αργότερα να είναι ακριβής, αν υπάρχει ακόμα λόγος». Ήταν το πολύ δέκα ή δώδεκα χρόνια μεγαλύτερη από την Αβιέντα, όμως συνήθως μιλούσε σαν να την ενοχλούσε κάτι. Μπορεί να καθόταν πάνω σε μυτερή πέτρα. Αν ναι, τότε δεν θα σάλευε από τη θέση της· ήταν υποχρέωση της πέτρας να μετακινηθεί. «Το είπα και σου το ξαναλέω, Μουαραίν Σεντάι, οι Αελίτες ακολουθούν Εκείνον Που Έρχεται Με την Αυγή, όχι τον Λευκό Πύργο».
Προφανώς περίμεναν από την Εγκουέν να αντιληφθεί το θέμα της συζήτησης, καθώς θα συνέχιζαν.
«Ίσως γίνει κι αυτό», είπε με ουδέτερη φωνή η Άμυς, «να υπηρετήσουν ξανά κάποτε οι Αελίτες τις Άες Σεντάι, αλλά ακόμα δεν ήρθε αυτή η ώρα, Μουαραίν Σεντάι». Μόνο για μια στιγμή έπαψε το ξύστρισμα, καθώς κοίταζε ήρεμα την Άες Σεντάι στα μάτια.
Η Εγκουέν ήξερε ότι η ώρα θα ερχόταν, τώρα που η Μουαραίν γνώριζε ότι κάποιες Σοφές μπορούσαν να διαβιβάζουν. Οι Άες Σεντάι θα ταξίδευαν στην Ερημιά για να βρουν κοπέλες που μπορούσαν να τις διδάξουν, και ήταν σχεδόν σίγουρο ότι επίσης θα δοκίμαζαν να πάρουν στον Λευκό Πύργο όσες Σοφές είχαν την ικανότητα. Κάποτε η Εγκουέν ανησυχούσε μήπως οι Σοφές υπέκυπταν και υποτάσσονταν, μήπως οι Άες Σεντάι τις μάζευαν από κει παρά τη θέλησή τους· οι Άες Σεντάι δεν άφηναν για πολύ ελεύθερες από τον Πύργο τις γυναίκες οι οποίες μπορούσαν να διαβιβάζουν. Δεν είχε πια λόγο να ανησυχεί, αν και οι Σοφές αυτό έδειχναν να νιώθουν. Η Άμυς και η Μελαίν μπορούσαν να αντιτάξουν τη θέληση τους σε κάθε Άες Σεντάι, όπως αποδείκνυαν καθημερινά με τη Μουαραίν. Η Μπάιρ πιθανότατα θα επιβαλλόταν ακόμα και στη Σιουάν Σάντσε, η Μπάιρ, που δεν μπορούσε καν να διαβιβάσει.
Πάντως και η Μπάιρ δεν ήταν η Σοφή με την ισχυρότερη θέληση. Αυτή η τιμή ανήκε σε μια ακόμα πιο ηλικιωμένη γυναίκα, τη Σορίλεα, της σέπτας Τζάρα του Τσαρήν Άελ. Η Σοφή του Φρουρίου Σέντε μπορούσε να διαβιβάσει λιγότερο απ’ όσο οι περισσότερες μαθητευόμενες, αλλά, όταν ήθελε να στείλει κάποια για θελήματα, δεν έκανε διακρίσεις μεταξύ γκαϊ’σάιν και Σοφών. Και πήγαιναν. Όχι, δεν υπήρχε λόγος να στενοχωριέται η Εγκουέν μήπως οι Άες Σεντάι εκφόβιζαν τις Σοφές.
«Είναι κατανοητό το ότι θέλετε να σώσετε τα μέρη σας», παρενέβη η Μπάιρ, «αλλά ο Ραντ αλ’Θόρ προφανώς δεν σκοπεύει να μας οδηγήσει για να επιβάλλει κάποια τιμωρία. Κανένας που υποτάσσεται σε Εκείνον Που Έρχεται Με την Αυγή και στους Αελίτες, δεν θα πάθει τίποτα». Άρα αυτό ήταν. Φυσικά.
«Δεν με νοιάζει μόνο να σώσουμε ζωές ή εδάφη». Η Μουαραίν σκούπισε ιδρώτα από το πρόσωπό της με το δάχτυλο κι έκανε τη χειρονομία να φανεί μεγαλοπρεπής, η φωνή της όμως ήταν σφιγμένη σαν της Μελαίν. «Αν επιτρέψετε κάτι τέτοιο, θα αποβεί καταστροφικό. Χρόνια κάναμε σχέδια, τα οποία τώρα πλησιάζουν στο να αποδώσουν καρπούς, κι αυτός θέλει να τα διαλύσει όλα».
«Σχέδια του Λευκού Πύργου», είπε η Άμυς, τόσο γλυκά που έμοιαζε να συμφωνεί. «Αυτά τα σχέδια δεν έχουν να κάνουν με μας. Εμείς, και οι άλλες Σοφές, πρέπει να σκεφτούμε τι είναι σωστό για τους Αελίτες. Θα φροντίσουμε να κάνει το Άελ εκείνο που είναι σωστό για το Άελ».
Η Εγκουέν αναρωτήθηκε τι θα έλεγαν γι’ αυτό οι αρχηγοί φατρίας. Φυσικά, αυτοί συχνά παραπονούνταν ότι οι Σοφές μπλέκονταν σε θέματα που δεν τις αφορούσαν, κι έτσι ίσως κάτι τέτοιο να τους αιφνιδίαζε. Οι αρχηγοί έμοιαζαν όλοι να είναι άνθρωποι έξυπνοι και πεισματάρηδες, όμως κατά τη γνώμη της δεν θα τα έβγαζαν πέρα με τις Σοφές, ακριβώς όπως το Συμβούλιο του Χωριού στην πατρίδα της δεν τα έβγαζε πέρα με τον Κύκλο των Γυναικών.
Αυτή τη φορά όμως η Μουαραίν είχε δίκιο.
«Αν ο Ραντ―» άρχισε να λέει η Εγκουέν, όμως η Μπάιρ την διέκοψε δίχως να διστάσει.
«Θα ακούσουμε αργότερα τι έχεις να πεις, κορίτσι μου. Έχεις πολύτιμες γνώσεις για τον Ραντ αλ’Θόρ, όμως κλείσε το στόμα και άκουγε μέχρι να κληθείς να μιλήσεις. Και μην κατσουφιάζεις, αλλιώς θα σε βάλω να πιεις τσάι από γαλαζάγκαθο».
Η Εγκουέν έκανε ένα μορφασμό. Ο σεβασμός προς τις Άες Σεντάι, παρ’ όλο που ήταν σεβασμός μεταξύ ίσων, ελάχιστα αφορούσε τις μαθήτριες, ακόμα και μια μαθήτρια την οποία περνούσαν για Άες Σεντάι. Πάντως η Εγκουέν κράτησε το στόμα της κλειστό. Η Μπάιρ ήταν ικανή να τη στείλει να φέρει τα σακουλάκια με τα βότανά της και να τη βάλει να βράσει η ίδια το απίστευτα πικρό τσάι· το οποίο δεν είχε καμία άλλη χρησιμότητα, παρά μόνο να γιατρεύει το κατσούφιασμα ή το μούτρωμα ή ό,τι άλλο δυσαρεστούσε μια Σοφή, κάτι που το κατόρθωνε μόνο με τη γεύση του. Η Αβιέντα της χτύπησε παρηγορητικά το μπράτσο.