Выбрать главу

Τα μαύρα μάτια του έμοιαζαν με λόγχες που σημάδευαν το κεφάλι της, καθώς του έβγαζε τα ρούχα και τις μπότες και τα κατέστρεφε, όπως είχε κάνει με την Καμπριάνα. Ήταν δασύτριχος, ένα βουνό από μεγάλους, σκληρούς μυς κι ουλές. Το πρόσωπό του δεν έκανε τον παραμικρό μορφασμό ταραχής. Δεν άνοιξε το στόμα του. Την προκαλούσε με διαφορετικό τρόπο από αυτόν της γυναίκας. Εκείνη ήταν τολμηρή, απροκάλυπτη, αυτός αρνιόταν ήρεμα να λυγίσει. Ίσως θα ήταν δυσκολότερο να τον υποτάξει απ’ όσο την αφέντρα του. Κανονικά, αυτό θα ήταν πιο ενδιαφέρον.

Η Σέμιραγκ κοντοστάθηκε και τον περιεργάστηκε. Υπήρχε κάτι... Ένα τέντωμα των μυών γύρω από το στόμα και τα μάτια. Σαν να πολεμούσε ήδη τον πόνο. Μα φυσικά. Ήταν ο αλλόκοτος δεσμός μεταξύ Άες Σεντάι και Πρόμαχου. Ήταν παράξενο που αυτοί οι πρωτόγονοι είχαν επινοήσει κάτι που δεν καταλάβαιναν οι Εκλεκτοί, αλλά να που το είχαν κάνει. Από τα λίγα που ήξερε η Σέμιραγκ, αυτός ο άνδρας μάλλον ένιωθε ένα μέρος όσων συνέβαιναν στην άλλη ασθενή. Υπό άλλες συνθήκες, αυτό θα πρόσφερε ορισμένες ενδιαφέρουσες δυνατότητες. Τώρα, σήμαινε ότι ο άνδρας νόμιζε πως ήξερε τι τον περίμενε.

«Η ιδιοκτήτριά σου δεν σε προσέχει καλά», του είπε. «Αν δεν ήταν μια απλή βάρβαρη, δεν θα υπήρχε λόγος να είσαι σημαδεμένος με τόσες ουλές». Η έκφραση του άλλαξε ελάχιστα. Τώρα εμφανίστηκε μια υποψία περιφρόνησης. «Για να δούμε».

Αυτή τη φορά έστησε το δίχτυ στα κέντρα ευχαρίστησης κι άρχισε να τα διεγείρει αργά. Ήταν έξυπνος άνθρωπος. Έσμιξε τα φρύδια, κούνησε το κεφάλι, κι ύστερα τα μάτια του στένεψαν, στυλωμένα πάνω της σαν κομμάτια μαύρου πάγου. Ο άνδρας ήξερε ότι δεν έπρεπε να νιώθει αυτή την αγαλλίαση που δυνάμωνε, και παρ’ όλο που δεν μπορούσε να δει το δίχτυ της, ήξερε ότι ήταν δικό της έργο· προσπάθησε, λοιπόν, να το καταπολεμήσει. Η Σέμιραγκ σχεδόν χαμογέλασε. Σίγουρα του φαινόταν πιο εύκολο να καταπολεμήσεις την ευχαρίστηση παρά τον πόνο. Σε ορισμένες σπάνιες περιπτώσεις, είχε τσακίσει ασθενείς χωρίς να χρειαστεί τίποτα παραπάνω. Κατ’ αρχάς, ήταν κάτι που δεν το απολάμβανε η ίδια, κι έπειτα οι ασθενείς δεν μπορούσαν να σκεφτούν με διαύγεια κι απλώς ζητούσαν κι άλλο από αυτό που άνθιζε στο κεφάλι τους, αλλά ήταν ένας γρήγορος τρόπος και έκαναν τα πάντα για να το ξανανιώσουν. Το ότι δεν μπορούσαν να σκεφτούν καθαρά ήταν ο λόγος που δεν το είχε χρησιμοποιήσει στην άλλη ασθενή· από εκείνη ζητούσε απαντήσεις. Αυτός εδώ σύντομα θα μάθαινε τη διαφορά.

Διαφορά, Αγγιξε συλλογισμένη τα χείλη με το δάχτυλό της. Γιατί, άραγε, ο Σεϊντάρ Χαράν ήταν διαφορετικός από κάθε άλλον Μυρντράαλ; Δεν της άρεσε να ανακαλύπτει παραδοξότητες πάνω στη στιγμή που όλα έμοιαζαν να εκτυλίσσονται ευνοϊκά, κι ένας Μυρντράαλ σε ανώτερη θέση από τους Εκλεκτούς, ακόμα και προσωρινά, ήταν κάτι παραπάνω από απλή παραδοξότητα. Ο αλ’Θόρ ήταν τυφλωμένος, με την προσοχή του εξ ολοκλήρου στραμμένη στον Σαμαήλ, κι η Γκρένταλ έλεγε στον Σαμαήλ όσα χρειαζόταν για να μη τα καταστρέψει όλα με την υπερηφάνειά του. Βεβαίως, η Γκρένταλ κι ο Σαμαήλ μηχανορραφούσαν για να βρεθούν σε πλεονεκτικό σημείο, είτε μαζί είτε χωριστά. Ο Σαμαήλ ήταν ένα ανεξέλεγκτο σοφάρ με στραβές πτέρυγες ελέγχου κι η Γκρένταλ ήταν σχεδόν εξίσου απρόβλεπτη. Δεν είχαν μάθει ποτέ ότι η εξουσία πηγάζει μόνο από τον Μέγα Άρχοντα, ο οποίος τη μοίραζε κατά το δοκούν, για δικούς του λόγους. Ανάλογα με τα καπρίτσια του· αυτή τη σκέψη μπορούσε να την κάνει στην ασφάλεια του μυαλού της.

Περισσότερη ανησυχία ενέπνεαν οι εξαφανισμένοι Εκλεκτοί. Ο Ντεμάντρεντ επέμενε πως πρέπει να ήταν νεκροί, αλλά η Σέμιραγκ κι η Μεσάνα δεν ήταν τόσο σίγουρες. Η Λανφίαρ. Αν ο κόσμος ήταν δίκαιος, η Λανφίαρ θα έπεφτε στα χέρια της. Η γυναίκα ήταν πάντα εκεί που δεν το περίμενες, πάντα φερόταν σαν να είχε το δικαίωμα να χώνει τη μύτη της στα σχέδια των άλλων, και πάντα το έσκαγε για να γλιτώσει αν η ανάμιξή της έφερνε αποτυχία. Η Μογκέντιεν. Πάντα καραδοκούσε αθέατη, αλλά ποτέ δεν είχε χαθεί τόσον καιρό χωρίς έστω μια εμφάνιση, έστω και μόνο για να θυμίσει στους υπόλοιπους ότι ήταν κι εκείνη Εκλεκτή. Ο Ασμόντιαν. Ένας προδότης, καταδικασμένος, λοιπόν, ο οποίος όμως είχε στ’ αλήθεια εξαφανιστεί. Η ύπαρξη του Σεϊντάρ Χαράν κι οι διαταγές που είχε λάβει η Σέμιραγκ σε συνδυασμό τής θύμιζαν ότι ο Μέγας Άρχοντας δούλευε με τους δικούς του τρόπους για τους δικούς του στόχους.

Οι Εκλεκτοί δεν ήταν παρά πιόνια στη σκακιέρα· μπορεί να ήταν Σύμβουλοι κι Οβελίσκοι, αλλά δεν έπαυαν να είναι πιόνια. Αφού ο Μέγας Άρχοντας την είχε φέρει εδώ μυστικά, δεν θα μπορούσε να είχε φέρει και τη Μογκέντιεν ή τη Λανφίαρ, ή ακόμα και τον Ασμόντιαν; Δεν θα μπορούσε ο Σεϊντάρ Χαράν να σταλεί μεταφέροντας κρυφές διαταγές στη Γκρένταλ ή τον Σαμαήλ; Ή ακόμα και στον Ντεμάντρεντ ή τη Μεσάνα; Η ασταθές συμμαχία τους —αν δεν ήταν υπερβολικός ο όρος— είχε κρατήσει πολύ καιρό, αλλά κανείς από τους δύο δεν θα της έλεγε αν είχε λάβει μυστικές διαταγές από τον Μέγα Άρχοντα, όπως κι αυτή δεν θα τους αποκάλυπτε ποτέ τις εντολές που την είχαν φέρει εδώ, ή τις άλλες που την είχαν κάνει να στείλει Μυρντράαλ και Τρόλοκ στην Πέτρα του Δακρύου για να πολεμήσουν με εκείνους που είχε στείλει ο Σαμαήλ.