Выбрать главу

Φυσικά, η Ηλαίην δεν ήξερε τι διαδραματιζόταν σ’ αυτές τις συναντήσεις, αλλά είχε να κρίνει από τις δικές της εμπειρίες, κι άκουγε φευγαλέα κουβέντες από τη Σέριαμ και τις άλλες.

Οι Άες Σεντάι ήταν σίγουρες ότι αν χρειαζόταν μπορούσαν να μάθουν τα πάντα, συνήθως απαιτούσαν να τους δείχνεις το σεβασμό που θα άρμοζε σε μια βασίλισσα, και πάντα περίμεναν ότι θα τους έλεγες αυτό που ήθελαν να μάθουν δίχως περιστροφές και καθυστερήσεις. Όπως φαινόταν, είχαν ζητήσει επιτακτικά απαντήσεις για τα πάντα: τι σχεδίαζε να κάνει ο Ραντ, πότε θα ανάρρωνε η Εγκουέν για να επιστρέψει στον Κόσμο των Ονείρων, αν ήταν δυνατόν να κατασκοπεύσεις τα όνειρα των ανθρώπων στον Τελ’αράν’ριοντ ή να μπεις με το σώμα σου στον Κόσμο των Ονείρων, κι αν μπορούσες να φέρεις κάποιον στο όνειρο ενάντια στη θέλησή του. Είχαν ρωτήσει αρκετές φορές αν ο πραγματικός κόσμος επηρεαζόταν απ· αυτό που έκανες στο όνειρο, κάτι εντελώς αδύνατο, για το οποίο όμως αμφέβαλλαν. Η Μόρβριν είχε διαβάσει μερικά πράγματα για τον Τελ’αράν’ριοντ κι είχε σκεφτεί ερωτήσεις, αν κι η Ηλαίην υποψιαζόταν ότι κάποιες απ’ αυτές προέρχονταν από τη Σιουάν. Πίστευε ότι η Σιουάν έψαχνε τρόπο να συμμετάσχει κι αυτή στις συναντήσεις, όμως οι Άες Σεντάι θεωρούσαν ότι ήταν αρκετή παραχώρηση που της επέτρεπαν να χρησιμοποιεί το δαχτυλίδι ως βοήθημα στη δουλειά της με τους πληροφοριοδότες. Αυτό που ενοχλούσε τη Σιουάν ήταν ότι οι Άες Σεντάι έχωναν τη μύτη τους σ’ αυτή τη δουλειά.

Όσο για τις Αελίτισσες... Σοφές —η Ηλαίην γνώριζε για τις Ονειροβάτισσες από τις δικές τους συναντήσεις— αυτές όχι μόνο ήξεραν όσα μπορούσες να μάθεις για τον Κόσμο των Ονείρων, αλλά τον θεωρούσαν προσωπική τους ιδιοκτησία. Δεν τους άρεσε να πηγαίνει κανείς εκεί χωρίς να ξέρει, κι όταν θεωρούσαν ότι κάτι ήταν ανοησία, το αντιμετώπιζαν με αυστηρότητα. Εκτός αυτού, ήταν εχέμυθες, υπερβολικά αφοσιωμένες στον Ραντ· δεν ήθελαν να πουν πολλά πέρα από το ότι ήταν ζωντανός κι ότι η Εγκουέν θα επέστρεφε στον Τελ’αράν’ριοντ όταν θα ήταν καλύτερα, ενώ ήταν απρόθυμες να απαντήσουν σε ερωτήσεις τις οποίες θεωρούσαν ανάρμοστες. Κι αυτό το τελευταίο σήμαινε ότι δεν πίστευαν ότι ο ερωτών ήξερε αρκετά για να ακούσει την απάντηση, ή ότι η ερώτηση ή η απάντηση ή και τα δύο με κάποιον τρόπο παραβίαζαν την παράξενη φιλοσοφία τους περί τιμής κι υποχρεώσεων. Η Ηλαίην για το τζι’ε’τόχ γνώριζε μόνο την ύπαρξή του κι ότι προκαλούσε πολύ παράξενη και πολύ εύθικτη συμπεριφορά.

Με δυο λόγια, ήταν η συνταγή της καταστροφής, κι η Ηλαίην θεωρούσε πιθανό ότι τη σέρβιραν φρέσκια κάθε επτά μέρες, τουλάχιστον από τη σκοπιά των Άες Σεντάι.

Στην αρχή η Σέριαμ κι οι άλλες πέντε ζητούσαν μαθήματα κάθε βράδυ, τώρα όμως ο αριθμός είχε μειωθεί σε δύο. Το ένα ήταν τη βραδιά πριν συναντήσουν τις Σοφές, σαν να ήθελαν να ακονίσουν την ικανότητά τους μια τελευταία φορά πριν από αγώνα. Και το άλλο την επόμενη βραδιά, συνήθως με μισόλογα, σαν να ήθελαν να καταλάβουν τι είχε πάει στραβά κι έψαχναν τρόπο να το αντιμετωπίσουν. Η Μυρέλ μάλλον έβραζε από τώρα για την καταστροφή της επόμενης νύχτας. Σίγουρα, όλο και κάποιου είδους καταστροφή θα υπήρχε.

Η Μόρβριν στράφηκε στη Μυρέλ κι άνοιξε το στόμα, όμως ξαφνικά εμφανίστηκε μια άλλη γυναίκα ανάμεσά τους. Η Ηλαίην έκανε μια στιγμή για να αναγνωρίσει την Γκέρα, μια από τις μαγείρισσες, που το πρόσωπό της τώρα είχε αγέραστα χαρακτηριστικά. Φορώντας επώμιο με πράσινα κρόσσια και τη Φλόγα της Ταρ Βάλον στην πλάτη, ζυγίζοντας το μισό απ’ όσο στην πραγματικότητα, η Γκέρα ύψωσε επιτιμητικά το δάχτυλο στις Άες Σεντάι — κι εξαφανίστηκε.

«Τέτοια όνειρα βλέπει λοιπόν;» είπε ψυχρά η Καρλίνυα. Το χιονάτο μεταξωτό φόρεμά της έβγαλε μανίκια που κρέμονταν και σκέπαζαν τους καρπούς της, και ψηλό, στενό λαιμό κάτω από τον γιακά της. «Κάποια θα ’πρεπε να της πει δυο λογάκια».

«Άφησέ την, Καρλίνυα», είπε η Ανάγια γελώντας πνιχτά. «Η Γκέρα είναι καλή μαγείρισσα. Άσε την να έχει τα όνειρά της. Κι εγώ η ίδια καταλαβαίνω τα θέλγητρά τους». Ξαφνικά, έγινε λεπτότερη και ψηλότερη. Τα χαρακτηριστικά της δεν άλλαξαν· είχε το ίδιο απλό, καλοσυνάτο πρόσωπο, όπως πάντα. Γέλασε και ξανάγινε όπως πριν. «Δεν βλέπεις έστω και μια φορά το αστείο, Καρλίνυα;» Ακόμα κι όταν ξεφύσηξε, η Καρλίνυα το έκανε ψυχρά.

«Προφανώς η Γκέρα μας είδε», είπε η Μόρβριν, «αλλά θα μας θυμάται άραγε;» Τα σκούρα, σκληρά μάτια της φαίνονταν συλλογισμένα. Το φόρεμά της, από απλό σκούρο μάλλινο ύφασμα, ήταν το πιο σταθερό από τα φορέματα των έξι τους. Οι λεπτομέρειες άλλαζαν, αλλά τόσο διακριτικά που η Ηλαίην δεν ήξερε να πει τι ήταν διαφορετικό.