Выбрать главу

Η Μοργκέις όρθωσε το κορμί της. «Να με συλλάβεις; Με ποια κατηγορία; Δεν μπορώ να διαβιβάσω». Μόλις ξεστόμισε αυτά τα λόγια, της ήρθε να πλαταγίσει τη γλώσσα από αγανάκτηση. Δεν έπρεπε να αναφέρει τη διαβίβαση· το ότι είχε θέσει τον εαυτό της σε θέση άμυνας, έδειχνε πόσο ταραγμένη ήταν. Αυτά που είχε πει, μέχρι εκείνο το σημείο, ήταν αληθινά. Είχε προσπαθήσει πενήντα φορές να αισθανθεί την Αληθινή Πηγή και την είχε βρει μονάχα μία φορά, κι όταν την είχε βρει, είχε προσπαθήσει είκοσι φορές να ανοιχτεί στο σαϊντάρ μόνο και μόνο για να πιάσει μερικές σταγόνες του μία φορά. Μια Καφέ αδελφή ονόματι Βέριν της είχε πει ότι δεν υπήρχε λόγος να την κρατήσει ο Πύργος και να της μάθει να χειρίζεται την ασήμαντη ικανότητά της με ασφάλεια. Βέβαια, την είχαν κρατήσει για παν ενδεχόμενο. Πάντως, ακόμα κι αυτή η παραμικρή ικανότητα να διαβιβάζει ήταν παράνομη στην Αμαδισία, επισύροντας ποινή θανάτου. Το δαχτυλίδι του Μεγάλου Ερπετού στο χέρι της που συνάρπαζε τον Άιλρον, τώρα της φαινόταν ότι έκαιγε τόσο δυνατά που έλαμπε.

«Η εκπαίδευση στον Πύργο», μουρμούρισε ο Νάιαλ. «Κι αυτό επίσης απαγορεύεται. Αλλά, όπως είπα, δεν ήρθα να σε συλλάβω αλλά για να σε βοηθήσω. Διώξε τις υπηρέτριές σου και θα μιλήσουμε». Βολεύτηκε μ’ όλη του την άνεση, κάθισε σε μια μαλακή πολυθρόνα και γύρισε το μανδύα του να κρεμαστεί από τη ράχη της. «Θα ήθελα λίγο παντς προτού φύγουν». Προς δυσαρέσκεια της Μοργκέις, η Μπριάνε του έφερε αμέσως ένα ποτήρι, με το βλέμμα χαμηλωμένο και το πρόσωπο ανέκφραστο σαν ξύλο.

Η Μοργκέις επιχείρησε να πάρει τον έλεγχο της κατάστασης. «Θα μείνουν εδώ, Αφέντη Νάιαλ». Δεν θα του έδινε την ικανοποίηση να τον προσφωνήσει με τον τίτλο του. Αυτή η παράλειψη δεν φάνηκε να τον ενοχλεί. «Τι έχει συμβεί στους άνδρες μου έξω; Θα σε θεωρήσω υπεύθυνο αν έχουν πάθει κάτι. Και γιατί νομίζεις ότι χρειάζομαι τη βοήθειά σου;»

«Οι άνδρες σου είναι μια χαρά στην υγεία τους», είπε εκείνος αδιάφορα, με το ποτήρι κοντά στο στόμα. «Νομίζεις ότι ο Άιλρον θα σου δώσει αυτό που χρειάζεσαι; Είσαι μια πανέμορφη γυναίκα, Μοργκέις, κι ο Άιλρον λατρεύει τις γυναίκες με χρυσά μαλλιά. Κάθε μέρα θα φτάνει όλο και πιο κοντά στη συμφωνία που επιδιώκεις, χωρίς να τη φτάνει ποτέ, μέχρι να συμπεράνεις πως ίσως με μία... συγκεκριμένη θυσία θα δεχθεί κι ο ίδιος να υποχωρήσει. Αλλά δεν θα φτάσει στο σημείο που θέλεις, ό,τι και να του δώσεις. Οι όχλοι του λεγόμενου Προφήτη λυμαίνονται τα βόρεια τμήματα της Αμαδισίας. Στα δυτικά είναι το Τάραμπον, με δέκα παρατάξεις μπλεγμένες σε εμφύλιο πόλεμο, ληστές που έχουν δώσει όρκο στον λεγόμενο Αναγεννημένο Δράκοντα, κι υπάρχουν φήμες για Άες Σεντάι και για τον ίδιο τον ψεύτικο Δράκοντα, που τρομάζουν τον Άιλρον. Λες να σου παραχωρήσει στρατιώτες; Αν έβρισκε δέκα άνδρες για κάθε έναν ένοπλο που διαθέτει τώρα, ή έστω και δύο, θα έδινε την ψυχή του. Αλλά εγώ μπορώ να στείλω πέντε χιλιάδες έφιππα Τέκνα του Φωτός στο Κάεμλυν με σένα επικεφαλής, αρκεί να το ζητήσεις».

Η λέξη «αποσβολωμένη» δεν αρκούσε για να περιγράψει η Μοργκέις αυτό που ένιωθε. Με την ανάλογη μεγαλοπρέπεια, πλησίασε μια καρέκλα απέναντί του και κάθισε πριν της κοπούν τα πόδια. «Γιατί θέλεις να με βοηθήσεις να διώξω τον Γκάεμπριλ;» ζήτησε να μάθει. Προφανώς ο Πέντρον Νάιαλ τα ήξερε όλα· δεν υπήρχε αμφιβολία ότι είχε κατασκόπους ανάμεσα στους υπηρέτες του Άιλρον. «Ποτέ δεν έδωσα στους Λευκομανδίτες την ελευθερία κινήσεων που θέλουν στο Αντορ».

Αυτή τη φορά, ο άλλος πήρε μια ξινή έκφραση. Στους Λευκομανδίτες δεν άρεσε αυτό το όνομα. «Ο Γκάεμπριλ; Ο εραστής σου είναι νεκρός, Μοργκέις. Ο ψεύτικος Δράκοντας Ραντ αλ’Θόρ πρόσθεσε το Κάεμλυν στις κατακτήσεις του». Η Λίνι άφησε έναν αμυδρό ήχο, σαν να είχε τρυπηθεί, όμως αυτός δεν τράβηξε το βλέμμα από τη Μοργκέις.

Όσο για τη Μοργκέις, αυτή έσφιγγε το μπράτσο της καρέκλας της για να μη φέρει το χέρι στο στομάχι της. Αν δεν είχε ακουμπήσει το ποτήρι στο άλλο μπράτσο, θα είχε χύσει παντς στο χαλί. Ο Γκάεμπριλ νεκρός; Την είχε εξαπατήσει, την είχε κάνει πειθήνιο όργανο του, είχε σφετεριστεί την εξουσία της, καταπίεζε τη χώρα εν ονόματι της, και στο τέλος είχε αυτοανακηρυχθεί Βασιλιάς του Αντορ, στο οποίο ποτέ δεν είχε υπάρξει βασιλιάς. Ύστερα απ’ όλα αυτά, πώς ήταν δυνατόν να νιώθει αυτή τη αχνή λύπη που δεν θα ξανάνιωθε ποτέ τα χέρια του; Ήταν τρέλα· αν δεν ήξερε ότι ήταν αδύνατο αυτό, θα πίστευε ότι ο Γκάεμπριλ με κάποιον τρόπο είχε χρησιμοποιήσει πάνω της τη Μία Δύναμη.

Μα τώρα το Αντορ ήταν στην κατοχή του αλ’Θόρ; Ίσως έτσι άλλαζαν όλα. Τον είχε συναντήσει μια φορά, ένα φοβισμένο χωριατόπαιδο από τα δυτικά που πάσχιζε να δείξει τον προσήκοντα σεβασμό στη βασίλισσά του. Μα ήταν ένας νεαρός που έφερε σπαθί με το σήμα του ερωδιού ως αρχιξιφομάχος. Κι η Ελάιντα ήταν επιφυλακτική απέναντι του. «Γιατί τον λες ψεύτικο Δράκοντα, Νάιαλ;» Αφού αυτός την αποκαλούσε με το όνομά της, τότε κι αυτή θα του μιλούσε χωρίς καν το «αφέντη», την προσφώνηση των λαϊκών. «Η Πέτρα του Δακρύου έπεσε, όπως έλεγαν οι Προφητείες του Δράκοντα. Οι ίδιοι οι Υψηλοί Αρχοντες του Δακρύου τον έχουν ανακηρύξει Αναγεννημένο Δράκοντα».