Выбрать главу

Γυμνός από τη μέση και πάνω, με κινήσεις όλο χάρη και ισορροπία, ο Ραντ εκείνη τη στιγμή ούτε είχε συναίσθηση ότι βρισκόταν σε μια λευκή, πλακόστρωτη αυλή του Παλατιού, ούτε αντιλαμβανόταν τους θεατές ανάμεσα στις γύρω κιονοστοιχίες. Ο ιδρώτας έκανε τα μαλλιά του να κολλούν στο κεφάλι του και κυλούσε στο στέρνο του. Η μισογιατρεμένη στρογγυλή λαβωματιά του τον τρέλαινε στον πόνο, αλλά δεν της έδινε σημασία. Στους πήχεις των χεριών του κουλουριαζόταν φιγούρες σαν εκείνη που κοσμούσε το λευκό λάβαρο από πάνω, κι έλαμπαν με μεταλλικό χρυσοκόκκινο χρώμα. Δράκοντες, έτσι τις αποκαλούσαν οι Αελίτες, και το όνομα το είχαν μάθει κι άλλοι. Ο Ραντ αντιλαμβανόταν αμυδρά τους ερωδιούς που ήταν αποτυπωμένοι με ακρίβεια σαν από καυτό σίδερο στις παλάμες του, όμως τους ένιωθε μόνο επειδή έσφιγγε τη μακριά λαβή του ξύλινου σπαθιού εξάσκησης.

Είχε γίνει ένα με το σπαθί και περνούσε αβίαστα από τη μια στάση στην άλλη δίχως συνειδητή σκέψη, ενώ οι μπότες του άγγιζαν απαλά τα λευκά πλακάκια. Το Λιοντάρι στον Λόφο έγινε η Τροχιά του Φεγγαριού που έγινε ο Πύργος της Αυγής. Δίχως σκέψη. Πέντε ιδρωμένοι άνδρες με γυμνά τα στέρνα τον περικύκλωναν κι απέφευγαν επιφυλακτικά τις στάσεις που έπαιρνε, ανεμίζοντας τα σπαθιά εξάσκησης τους. Μόνο αυτούς αντιλαμβανόταν. Ήταν σκληροπρόσωποι και γεμάτοι αυτοπεποίθηση, οι καλύτεροι που είχε βρει ως τώρα. Οι καλύτεροι από τότε που είχε φύγει ο Λαν. Δίχως σκέψη, όπως τον είχε διδάξει ο Λαν. Είχε γίνει ένα με το σπαθί, ένα με τους πέντε ξιφομάχους.

Ξαφνικά έτρεξε μπροστά κι οι άνδρες που τον κύκλωναν κινήθηκαν γοργά για να τον κρατήσουν στο κέντρο του κύκλου. Τη στιγμή που η ισορροπία θα χανόταν, ενώ δύο από τους άνδρες ετοιμάζονταν να τη διαταράξουν, ο Ραντ άλλαξε ακαριαία κατεύθυνση κι έτρεξε προς την αντίθετη πλευρά. Προσπάθησαν να αντιδράσουν, μα ήταν αργά. Με μια δυνατή κλαγγή, απέκρουσε το κατεβαστό χτύπημα ενός σπαθιού εξάσκησης με τη δική του λεπίδα, που ήταν ένα μάτσο δεμένες βέργες· την ίδια στιγμή, το δεξί πόδι του πέτυχε στην κοιλιά τον ψαρομάλλη που ήταν δίπλα στον άλλο. Ο ψαρομάλλης μούγκρισε και διπλώθηκε στα δύο. Με τις λεπίδες κολλημένες μεταξύ τους, ο Ραντ ανάγκασε τον αντίπαλο του με τη σπασμένη μύτη να γυρίσει, και κλώτσησε τον άλλο που ήταν διπλωμένος στα δύο όταν έστριψαν. Ο ψαρομάλλης σωριάστηκε χάμω, πασχίζοντας να ανασάνει. Ο αντίπαλος του Ραντ επιχείρησε να απομακρυνθεί για να χρησιμοποιήσει το σπαθί του, όμως έτσι η λεπίδα του Ραντ έμεινε ελεύθερη για να στριφογυρίσει γύρω από τη λεπίδα του άλλου —παίρνοντας τη στάση Τα Κλωνιά της Κληματαριάς— και τον χτύπησε στο στήθος, τόσο δυνατά που ο άλλος πετάχτηκε πίσω.

Μόλις μερικές στιγμές είχαν περάσει, τόσο λίγες που μόνο τώρα τον πλησίαζαν οι υπόλοιποι τρεις. Ο πρώτος, ένας σβέλτος κοντοστούπης, διέψευσε τις εντυπώσεις που δημιουργούσε το μπόι του, πηδώντας μ’ ένα ουρλιαχτό πάνω από τον άλλο με τη σπασμένη μύτη, καθώς ο τραυματισμένος σωριαζόταν κάτω. Η λεπίδα εξάσκησης του Ραντ τον πέτυχε στα καλάμια, αναποδογυρίζοντάς τον σχεδόν, και μετά τον ξαναπέτυχε στη ράχη, ρίχνοντάς τον στο πλακόστρωτο.

Έτσι του είχαν μείνει μονάχα δύο, μα ήταν οι δύο καλύτεροι· ο ένας ήταν ένας ψηλόλιγνος που το σπαθί του πεταγόταν σαν γλώσσα ερπετού, κι ο άλλος ένας βαρύσωμος με ξυρισμένο κεφάλι που δεν έκανε ποτέ λάθος. Απομακρύνθηκαν αμέσως, για να ζυγώσουν τον Ραντ από διαφορετικές μερικές, όμως αυτός δεν στάθηκε να τους περιμένει. Πλησίασε γοργά τον κοκαλιάρη· είχε λίγες μόνο στιγμές πριν ο άλλος δρασκελίσει τον σωριασμένο άνδρα.

Ο κοκαλιάρης ήταν όχι μόνο καλός, αλλά και γρήγορος· ο Ραντ πρόσφερε χρυσάφι για τους καλύτερους, κι αυτοί έρχονταν. Αυτός εδώ ήταν πιο ψηλός απ’ όσο συνήθως οι Αντορίτες, αν κι ο Ραντ τον ξεπερνούσε κατά μία απαλάμη, όμως η ξιφομαχία δεν είχε σχέση με το ύψος. Η δύναμη, μερικές φορές, ναι. Ο Ραντ εξαπέλυσε μια μανιασμένη επίθεση· το μακρουλό πρόσωπο του άλλου σψίχτηκε, καθώς έχανε έδαφος. Η στάση Ο Αγριόχοιρος Κατηφορίζει τη Βουνοπλαγιά νίκησε το Σχίσιμο του Μεταξιού, κατατρόπωσε τον Κεραυνό με τα Τρία Παρακλάδια κι οι δεμένες βέργες έπεσαν τσουχτερές στο πλευρό του λαιμού του. Ο κοκαλιάρης έπεσε με ένα πνιχτό γρύλισμα.

Ο Ραντ αμέσως ρίχτηκε κάτω, προς τα δεξιά του, και ξαναστάθηκε με τα γόνατα στο πλακόστρωτο, φέρνοντας το σπαθί στη στάση Το Ποτάμι Σκάβει την Όχθη. Ο άνδρας με το ξυρισμένο κεφάλι δεν ήταν ταχύς, αλλά είχε καταφέρει να προβλέψει την κίνηση του. Καθώς η λεπίδα του Ραντ χτυπούσε τη φαρδιά μέση του άλλου, η λεπίδα εκείνου χτυπούσε το κεφάλι του Ραντ.