Выбрать главу

«Πατέρα, μόλις τώρα μιλούσαμε για σένα», είπε η Φάιλε μ’ ένα τρυφερό χαμόγελο, πλησιάζοντας τον και πιάνοντάς του τα χέρια. Τον φίλησε στα μάγουλα και ο Πέριν ένιωσε μια ξαφνική σουβλιά ενόχλησης· δεν το δικαιούνταν αυτό ο πατέρας της τη στιγμή που ο σύζυγός της στεκόταν εκεί, έχοντας δεχθεί μόνο ένα σύντομο χαμογελάκι.

«Να φύγω και να κρυφτώ δηλαδή, Ζαρίν;» χασκογέλασε ο Μπασίρε. Α, τι πλούσιο, πνιχτό γελάκι ήταν αυτό. Δεν έβλεπε ο άνθρωπος ότι η γυναίκα του και η κόρη είχαν ανταλλάξει χτυπήματα;

«Ντάβραμ, προτιμά να τη λένε Φάιλε», είπε αφηρημένα η Αρχόντισσα Ντέιρα. Σταύρωσε τα χέρια κάτω από τον πλούσιο κόρφο της και κοίταξε απροκάλυπτα τον Πέριν από την κορφή ως τα νύχια.

Εκείνος άκουσε τη Φάιλε να ψιθυρίζει στον πατέρα της, «Τώρα εξαρτάται απ’ αυτόν».

Κι ο Πέριν το ίδιο πίστευε, αφού οι δύο γυναίκες είχαν καταλήξει να χτυπηθούν. Στύλωσε τους ώμους του και ετοιμάστηκε να πει στην Αρχόντισσα Ντέιρα ότι θα έδειχνε στη Φάιλε την ίδια τρυφερότητα που θα έδειχνε και σε ένα γατάκι, ότι θα ήταν ταπεινός σαν αρνάκι. Το τελευταίο ήταν ψέμα, φυσικά —αν ήσουν ταπεινός μαζί της, η Φάιλε θα σε έκανε μια χαψιά— αλλά έπρεπε να διατηρήσει την ειρήνη. Εκτός αυτού, στ’ αλήθεια προσπαθούσε να της φέρεται τρυφερά. Ίσως η Αρχόντισσα Ντέιρα να ήταν ο λόγος που ο Μπασίρε μιλούσε τόσο για την τρυφερότητα· κανείς άνδρας δεν θα τολμούσε να δείξει κάτι άλλο σ’ αυτή τη γυναίκα.

Πριν ανοίξει το στόμα του, η μητέρα της Φάιλε είπε, «Τα κίτρινα μάτια δεν κάνουν το λύκο. Είσαι αρκετά δυνατός για να σταθείς πλάι στην κόρη μου, νεαρέ; Απ’ ό,τι μου είπε, έχεις βάλει την ουρά στα σκέλια, της κάνεις όλα τα χατίρια, και της άφησες να σε τυλίξει στο μικρό της δαχτυλάκι».

Ο Πέριν έμεινε να την κοιτάζει. Ο Μπασίρε είχε πάρει την καρέκλα στην οποία καθόταν η Φάιλε και περιεργαζόταν μακάρια τις μπότες του, καθώς είχε ανεβάσει το ένα πόδι στο άλλο. Η Φάιλε, καθισμένη στο πλατύ μπράτσο της καρέκλας του πατέρα του, έσμιξε τα φρύδια και κοίταξε αγανακτισμένη τη μητέρα της, κι ύστερα χαμογέλασε στον Πέριν μ’ όλη την εμπιστοσύνη που του είχε δείξει όταν του έλεγε να αντιταχθεί στον Ραντ.

«Δεν νομίζω ότι με έχει τυλίξει στο μικρό της δαχτυλάκι», είπε προσεκτικά. Ήταν αλήθεια ότι η Φάιλε το προσπαθούσε, μα αυτός δεν την άφηνε. Εκτός από μια φορά στις τόσες, για να την ευχαριστήσει.

Η Αρχόντισσα Ντέιρα ξεφύσηξε με τρόπο που άφηνε να εννοηθούν πολλά. «Οι αδύναμοι ποτέ δεν το πιστεύουν. Η γυναίκα θέλει δυνατό άνδρα, δυνατότερο απ’ αυτήν, εδώ». Το δάχτυλο της χτύπησε το στέρνο του, τόσο σκληρά που ο Πέριν άφησε ένα μουγκρητό. «Δεν θα ξεχάσω την πρώτη φορά που ο Ντάβραμ με έπιασε από το σβέρκο και μου έδειξε ότι ήταν ο δυνατότερος από τους δυο μας. Ήταν υπέροχο!» Ο Πέριν βλεφάρισε· το μυαλό του δεν χωρούσε αυτή την εικόνα. «Αν η γυναίκα είναι δυνατότερη από τον άνδρα της, τότε καταλήγει να τον περιφρονήσει. Έχει την επιλογή ή να τον δυναστεύσει, ή να κάνει τον εαυτό της κάτι κατώτερο για να μην είναι αυτός κατώτερος. Αν όμως ο σύζυγος είναι δυνατός...» Τον ξαναχτύπησε στο στέρνο, σκληρότερα. «...μπορεί να είναι εξίσου δυνατή, όσο δυνατή μπορεί να γίνει. Θα πρέπει να αποδείξεις στη Φάιλε ότι είσαι δυνατός». Άλλο ένα χτύπημα, ακόμα πιο σκληρό. «Οι γυναίκες της οικογένειάς μου είναι λεοπαρδάλεις. Αν δεν μπορείς να την εκπαιδεύσεις για να κυνηγά με τις προσταγές σου, τότε η Φάιλε θα σε ξεκοιλιάσει όπως σου αξίζει. Είσαι αρκετά δυνατός;» Αυτή τη φορά το δάχτυλό της έκανε τον Πέριν να οπισθοχωρήσει ένα βήμα.

«Σταμάτα πια!» γρύλισε αυτός. Απέφυγε να τρίψει το στήθος του. Η Φάιλε δεν τον πρόσφερε χείρα βοηθείας, απλώς του χαμογελούσε ενθαρρυντικά. Ο Μπασίρε τον μελετούσε με σουφρωμένα χείλη και υψωμένο φρύδι. «Αν της κάνω τα χατίρια πού και πού, είναι επειδή το θέλω. Μ’ αρέσει να τη βλέπω να χαμογελά. Αν νομίζεις ότι θα της βάλω λουρί, κάνεις λάθος». Ίσως είχε χάσει μ’ αυτά που έλεγε. Η μητέρα τον κοίταξε με πολύ περίεργο τρόπο, και η οσμή της ήταν ένα σύμφυρμα που ο Πέριν δεν μπορούσε να το ξεδιαλύνει, αν και υπήρχε ακόμα θυμός εκεί, και παγερή αποστροφή. Αλλά, είτε είχε καλή εντύπωση είτε όχι, δεν θα δοκίμαζε άλλο πια να πει αυτά που ήθελαν να ακούσουν ο Μπασίρε και η γυναίκα του. «Την αγαπάω, και μ’ αγαπάει, και προσωπικά αυτό είναι το μόνο που με νοιάζει».