Выбрать главу

Αναστέναξε και πέταξε το εγχειρίδιο στην άκρη. «Η ερώτηση σου», είπε ευγενικά. «Γιατί;»

«Γιατί είσαι αυτός που είσαι», είπε απλά ο Μπασίρε. «Επειδή εσύ κι αυτοί οι άνδρες που μαζεύεις είστε αυτοί που είστε». Ο Ραντ άκουσε πόδια να ανασαλεύουν πίσω του· μόλο που προσπαθούσαν, οι Αντορίτες δεν μπορούσαν να κρύψουν τι φρίκη ένιωθαν με την αμνηστία που είχε δώσει. «Αυτό που έκανες στο εγχειρίδιο, μπορείς να το κάνεις κάθε φορά», συνέχισε ο Μπασίρε, κατεβάζοντας κάτω το πόδι του και σκύβοντας μπροστά, «αλλά για να σε πλησιάσει κάποιος ασασίνος, πρέπει να περάσει από τις Αελίτισσες σου. Κι από τους ιππείς μου, βεβαίως. Τι λέμε τώρα! Αν είναι να σε πλησιάσει κάτι, δεν θα είναι άνθρωπος». Άπλωσε τα χέρια και ξαναβολεύτηκε στην πολυθρόνα. «Εν πάση περιπτώσει, αν θέλεις να εξασκηθείς στο σπαθί, εξασκήσου. Ο άνθρωπος χρειάζεται και άσκηση και χαλάρωση. Αλλά πρόσεχε μη σου σπάσουν το κεφάλι. Πολλά πράγματα εξαρτώνται από σένα, και δεν βλέπω Άες Σεντάι εδώ γύρω για να σε Θεραπεύσουν». Το μουστάκι του σχεδόν έκρυψε το ξαφνικό χαμόγελό του. «Εκτός αυτού, αν πεθάνεις, δεν νομίζω ότι οι Αντορίτες φίλοι μας θα συνεχίσουν τη ζεστή φιλοξενία που προσφέρεις σε μένα και τους άνδρες μου».

Οι Αντορίτες είχαν θηκαρώσει τα σπαθιά, όμως τα μάτια τους είχαν μείνει καρφωμένα με κακές προθέσεις στον Μπασίρε. Αυτό δεν οφειλόταν στο ότι παραλίγο θα σκότωνε τον Ραντ. Συνήθως ήταν ευγενικοί απέναντι στον Μπασίρε, παρ’ όλο που ήταν ένας ξένος στρατηγός με ξένο στρατό σε Αντορινό έδαφος. Ο Αναγεννημένος Δράκοντας ήθελε τον Μπασίρε εκεί, κι αυτός ο όχλος θα χάριζε χαμόγελα ακόμα και σε Μυρντράαλ, αν τους το ζητούσε ο Αναγεννημένος Δράκοντας. Αλλά αν ο Ραντ στρεφόταν εναντίον του... Ε, τότε δεν θα χρειαζόταν να του κρύβουν τίποτα. Ήταν όρνια έτοιμα να τραφούν από τη Μοργκέις πριν αυτή πεθάνει, και θα έτρωγαν τον Μπασίρε αν είχαν την παραμικρή ευκαιρία. Και τον Ραντ. Όσο γι’ αυτόν, ανυπομονούσε να τους ξεφορτωθεί.

Ο μόνος τρόπος για να ζήσεις είναι να πεθάνεις. Η σκέψη του ήρθε ξαφνικά στο μυαλό. Του το είχαν πει κάποτε, με τέτοιο τρόπο που έπρεπε να το πιστέψει, αλλά η σκέψη δεν ήταν δική του. Πρέπει να πεθάνω. Μόνο ο θάνατος μού αξίζει. Ο Ραντ γύρισε την πλάτη στον Μπασίρε κι έπιασε το κεφάλι του.

Ο Μπασίρε σηκώθηκε αμέσως από την πολυθρόνα κι έπιασε τον Ραντ από τον ώμο, παρ’ όλο που ο Ραντ ήταν ένα κεφάλι ψηλότερός του. «Τι έγινε; Μη μου πεις ότι σου έσπασε το κεφάλι εκείνο το χτύπημα;»

«Καλά είμαι». Ο Ραντ κατέβασε τα χέρια· ποτέ δεν τον πονούσε, ήταν το σοκ που άκουγε τις σκέψεις ενός άλλου στο μυαλό του. Ο Μπασίρε δεν ήταν ο μόνος που τον κοίταζε. Οι περισσότερες Κόρες τον κοίταζαν με την ίδια προσοχή που κοίταζαν και την αυλή, ειδικά η Ενάιλα κι η Σομάρα με τα κιτρινόξανθα μαλλιά, που ήταν η ψηλότερη. Αυτές οι δύο μάλλον θα του έφερναν κάποιο τσάι από βότανα μόλις τελείωναν τα καθήκοντά τους και θα στέκονταν πάνω από το κεφάλι του μέχρι να το πιει. Η Ελένια κι η Νάεαν κι οι άλλοι Αντορίτες βαριανάσαιναν, σφίγγοντας τα σακάκια και τα φουστάνια τους, κοιτώντας εξεταστικά τον Ραντ με το φόβο των ανθρώπων που ανησυχούσαν μήπως έβλεπαν πάνω του τα πρώτα σημάδια της τρέλας. «Καλά είμαι», ανακοίνωσε σ’ ολόκληρη την αυλή. Μόνο οι Κόρες χαλάρωσαν, αλλά η Ενάιλα κι η Σομάρα όχι τελείως.

Οι Αελίτες δεν νοιάζονταν για τον «Αναγεννημένο Δράκοντα»· γι’ αυτούς, ο Ραντ ήταν ο Καρ’α’κάρν, ο οποίος σύμφωνα με την προφητεία θα τους ένωνε όλους, και θα τους κατέστρεφε. Το δέχονταν αδιαμαρτύρητα, αν κι ανησυχούσαν γι’ αυτό, κι έμοιαζαν να δέχονται αδιαμαρτύρητα το ότι διαβίβαζε, κι ό,τι αυτό συνεπαγόταν. Οι άλλοι -οι υδρόβιοι, σκέφτηκε ο Ραντ πικρόχολα— τον ονόμαζαν Αναγεννημένο Δράκοντα και δεν αναρωτιόταν τι άραγε σήμαινε αυτό. Πίστευαν ότι ήταν η αναγέννηση του Λουζ Θέριν Τέλαμον, του Δράκοντα, του ανθρώπου που είχε σφραγίσει το πηγάδι, το οποίο άλλοι είχαν ανοίξει προς τη φυλακή του Σκοτεινού κι είχε δώσει τέλος στον Πόλεμο της Σκιάς περισσότερα από τρεις χιλιάδες χρόνια πριν. Είχε δώσει, επίσης, τέλος στην Εποχή των Θρύλων, τότε που το τελευταίο χτύπημα του Σκοτεινού είχε μιάνει το σαϊντίν κι οι άνδρες που μπορούσαν να διαβιβάζουν είχαν παραφρονήσει, με πρώτο τον ίδιο τον Λουζ Θέριν και τους Εκατό Συντρόφους του. Αποκαλούσαν τον Ραντ Αναγεννημένο Δράκοντα και δεν υποψιάζονταν καθόλου ότι μπορεί ένα μέρος του Λουζ Θέριν Τέλαμον να βρισκόταν μέσα στο κεφάλι του, τρελός όσο και τη μέρα που είχε αρχίσει τον Καιρό της Τρέλας και το Τσάκισμα του Κόσμου, τρελός σαν όλους τους άλλους άνδρες Άες Σεντάι που είχαν κάνει αγνώριστο το πρόσωπο του κόσμου. Του ερχόταν αργά, όμως όσο περισσότερα μάθαινε ο Ραντ για τη Μία Δύναμη, όσο δυνατότερος γινόταν στο σαϊντίν, τόσο ισχυρότερη γινόταν η φωνή του Λουζ Θέριν και τόσο πιο σκληρά έπρεπε να παλεύει ο Ραντ για να εμποδίσει τις σκέψεις ενός νεκρού να τον καταλάβουν. Αυτός ήταν ένας λόγος που του άρεσε η εξάσκηση με το σπαθί· η απουσία της σκέψης ήταν ένας φραγμός που τον βοηθούσε να μείνει ο εαυτός του.