«Όχι με τον Σκοτεινό», είπε ο Ραντ. Ο Μπασίρε δεν τον πολεμούσε, όμως ο Ραντ ένιωθε την ένταση στο μπράτσο του άλλου. Αν τον άφηνε, η λεπίδα θα έβγαινε αμέσως από το θηκάρι και θα διαπερνούσε τον Τάιμ. Εκτός αν ο Ραντ χρησιμοποιούσε τη Δύναμη. Ή αν την χρησιμοποιούσε ο Τάιμ. Αυτό έπρεπε να αποφευχθεί, αν ήταν εφικτό. Ο Ραντ συνέχισε να σφίγγει τον καρπό του Μπασίρε. «Αυτοαποκαλείτο Μπα’άλζαμον, νομίζω όμως ότι ήταν ο Ισαμαήλ. Τον σκότωσα μετά, στην Πέτρα του Δακρύου».
«Άκουσα ότι σκότωσες αρκετούς Αποδιωγμένους. Μήπως πρέπει να σε αποκαλώ Άρχοντα Δράκοντά μου; Άκουσα αυτούς εδώ να χρησιμοποιούν τον τίτλο. Σκοπεύεις να σκοτώσεις όλους τους Αποδιωγμένους;»
«Ξέρεις άλλον τρόπο για να τους αντιμετωπίσει κανείς;» ρώτησε ο Ραντ. «Ή θα πεθάνουν αυτοί ή ο κόσμος. Εκτός αν νομίζεις ότι θα πειστούν να απαρνηθούν τη Σκιά, όπως απαρνήθηκαν το Φως». Η κατάσταση καταντούσε γελοία. Στεκόταν εκεί κι είχε πιάσει συζήτηση με έναν άνθρωπο που είχε πέντε αιχμές σπαθιού να τρυπούν την επιδερμίδα πάνω από το σακάκι του, ενώ ο ίδιος συγκρατούσε έναν άλλο που ήθελε με μια έκτη λεπίδα να του τρυπήσει την καρδιά. Καλά που οι άνδρες του Μπασίρε ήταν πειθαρχημένοι και δεν θα έκαναν τίποτα παραπάνω χωρίς την άδεια του στρατηγού τους. Κι ευτυχώς που ο Μπασίρε δεν τους την έδινε. Ο Ραντ, θαυμάζοντας την αταραξία του Τάιμ, συνέχισε να μιλά όσο πιο γρήγορα μπορούσε, χωρίς να δείχνει τη σπουδή του.
«Όποια κι αν είναι τα εγκλήματα σου, Τάιμ, ωχριούν σε σύγκριση με αυτά έχουν κάνει οι Αποδιωγμένοι. Σου έχει τύχει ποτέ να βασανίσεις μια ολόκληρη πόλη, να βάλεις χιλιάδες ανθρώπους να σκοτώσουν αργά ο ένας τον άλλο, να σκοτώσουν τους αγαπημένους τους; Η Σέμιραγκ το έκανε, με μοναδικό λόγο το ότι μπορούσε να το κάνει, για να αποδείξει ότι μπορούσε να το κάνει, απλά και μόνο για τη χαρά που της έδινε αυτό. Μήπως δολοφόνησες ποτέ παιδιά; Η Γκρένταλ το έκανε. Το ονόμαζε καλοσύνη, δήθεν για να μην υποφέρουν, όταν θα υποδούλωνε και θα έπαιρνε τους γονείς τους». Ευχήθηκε οι υπόλοιποι Σαλδαίοι να άκουγαν έστω και με τη μισή προσοχή που έδειχνε ο Τάιμ· είχε σκύψει λίγο πιο μπροστά και παρακολουθούσε με ενδιαφέρον. «Έχεις δώσει ποτέ ανθρώπους για να τους φάνε οι Τρόλοκ; Όλοι οι Αποδιωγμένοι το έκαναν —οι αιχμάλωτοι που δεν τάσσονταν με το μέρος τους, παραδίνονταν στους Τρόλοκ ή δολοφονούνταν επιτόπου— όμως ο Ντεμάντρεντ είχε καταλάβει δύο πόλεις, επειδή νόμιζε ότι οι κάτοικοί τους τον είχαν αδικήσει, πριν πάει με το μέρος της Σκιάς, κι όλοι εκεί, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, κατέληξαν στις κοιλιές των Τρόλοκ. Η Μεσάνα είχε ιδρύσει σχολεία στην περιοχή που ήλεγχε, σχολεία όπου τα παιδιά κι οι νεαροί διδάσκονταν το μεγαλείο του Σκοτεινού, διδάσκονταν να σκοτώνουν τους φίλους τους που δεν μάθαιναν καλά και γρήγορα το μάθημα. Θα μπορούσα να πω κι άλλα. Θα μπορούσα ν’ αρχίσω από την κορυφή της λίστας και να πάρω τα δεκατρία ονόματα με τη σειρά, προσθέτοντας εκατό εγκλήματα στο καθένα. Ό,τι κι αν έχεις κάνει, δεν συγκρίνεται μ’ αυτά. Και τώρα ήρθες να δεχθείς την αμνηστία, να περπατήσεις στο Φως και να υποταχθείς σε μένα, να πολεμήσεις τον Σκοτεινό μ’ όλες σου τις δυνάμεις. Οι Αποδιωγμένοι παραπαίουν· θα τους κυνηγήσω, θα τους σβήσω από το πρόσωπο της γης. Κι εσύ θα με βοηθήσεις. Γι’ αυτό τον λόγο, έχεις δικαίως κερδίσει την αμνηστία. Στ’ αλήθεια σου το λέω, θα την κερδίσεις άλλες εκατό φορές μέχρι να έρθει η Τελευταία Μάχη».
Στο τέλος, ένιωσε το χέρι του Μπασίρε να χαλαρώνει, ένιωσε το σπαθί του άλλου να μπαίνει στο θηκάρι. Ο Ραντ μόλις που κατάφερε να μην αφήσει έναν στεναγμό ανακούφισης. «Δεν βλέπω πια λόγο να τον φρουρείτε με τόσο ζήλο. Κατεβάστε τα σπαθιά σας».
Ο Τούμαντ κι οι άλλοι άρχισαν να θηκαρώνουν αργά τα σπαθιά τους. Αργά, αλλά τα θηκάρωναν. Τότε άνοιξε το στόμα του ο Τάιμ.
«Να δηλώσω υποταγή; Σκεφτόμουν μια μεταξύ μας συμφωνία». Οι άλλοι Σαλδαίοι ετοιμάστηκαν· ο Μπασίρε βρισκόταν ακόμα πίσω από τον Ραντ, όμως ο Ραντ ένιωσε την έντασή του. Οι Κόρες δεν σάλεψαν ούτε έναν μυ, όμως το χέρι της Τζαλάνι έκανε μια νευρική κίνηση προς το πέπλο της. Ο Τάιμ έγειρε το κεφάλι, χωρίς να αντιλαμβάνεται κάτι. «Θα ήμουν ο κατώτερος συνεταίρος, φυσικά, αλλά είχα περισσότερα χρόνια στη διάθεση μου να μελετήσω τη Δύναμη. Υπάρχουν πολλά που θα μπορούσα να σου διδάξω».
Ο Ραντ πλημμύρισε από οργή κι όλα φάνηκαν κόκκινα μπροστά στα μάτια του. Είχε μιλήσει για πράγματα τα οποία δεν μπορούσε να γνωρίζει, έχοντας σίγουρα δώσει το έναυσμα για άφθονες φήμες που να τον συνδέουν με τους Αποδιωγμένους, μόνο και μόνο για να κάνει τις πράξεις αυτού του ανθρώπου μπροστά του να φανούν συγκριτικά λιγότερο επαχθείς, κι εκείνος είχε το θράσος να μιλά για συμφωνίες; Ο Λουζ Θέριν λυσσομανούσε μέσα στο μυαλό του. Σκότωσέ τον! Σκότωσέ τον τώρα! Σκότωσέ τον! Αυτή τη φορά, ο Ραντ δεν έπνιξε τη φωνή. «Δεν κάνω συμφωνίες!» μούγκρισε. «Δεν έχω συνεταίρους! Είμαι ο Αναγεννημένος Δράκοντας, Τάιμ. Εγώ! Αν έχεις γνώσεις που θα θεωρήσω χρήσιμες, τις θέλω, όμως θα πηγαίνεις όπου σου λέω και θα κάνεις ό,τι σου λέω κι όταν σου το λέω».