Выбрать главу

Οι Αελίτες αρχηγοί ακολούθησαν αμίλητοι τον Ραντ, κι οι Κόρες έξω πλησίασαν τη Σούλιν και τις άλλες τρεις, σχηματίζοντας έναν κλοιό γύρω από τους έξι άνδρες, καθώς προχωρούσαν προς τη σκηνή με τις πράσινες ρίγες. Αυτή τη φορά ακούστηκαν λίγες μόνο ζητωκραυγές κι οι αρχηγοί δεν είπαν τίποτα. Αλλωστε, και στο κιόσκι είχαν μιλήσει ελάχιστα. Όταν ο Ραντ σχολίασε το γεγονός, ο Ντηάρικ είπε, «Αυτοί οι υδρόβιοι δεν θέλουν να μας ακούσουν». Είχε στιβαρό κορμί, ήταν ένα μόνο δάχτυλο πιο κοντός από τον Ραντ, με μεγάλη μύτη κι ανοιχτόχρωμες πινελιές στα ξανθά μαλλιά του. Τα γαλανά μάτια του ήταν γεμάτα περιφρόνηση. «Ακούν μόνο τον άνεμο».

«Σου είπαν γι’ αυτούς που εξεγέρθηκαν εναντίον σου;» ρώτησε ο Έριμ. Ήταν ψηλότερος από τον Ντηάρικ, με βαρύ πηγούνι και κόκκινα μαλλιά που τα μισά ήταν πλέον λευκά.

«Μου είπαν», έκανε ο Ραντ, κι ο Χαν τον κοίταξε σμίγοντας τα φρύδια.

«Θα είναι λάθος αν στείλεις αυτούς τους Δακρυνούς να κυνηγήσουν τους δικούς τους. Ακόμα κι αν είναι εμπιστοσύνης, δεν νομίζω ότι μπορούν να το κάνουν. Στείλε τις λόγχες. Μια φατρία φτάνει και περισσεύει».

Ο Ραντ κούνησε το κεφάλι του. «Ας περιμένουν ο Ντάρλιν κι οι αντάρτες του. Το θέμα είναι ο Σαμαήλ».

«Τότε άφησέ μας να πάμε στο Ίλιαν τώρα», είπε ο Τζέραν. «Ξέχνα αυτούς τους υδρόβιους, Ραντ αλ’Θόρ. Διακόσιες χιλιάδες λόγχες βρίσκονται ήδη συγκεντρωμένες εδώ. Μπορούμε να νικήσουμε τους Ιλιανούς προτού ο Γουίραμον Σανιάγκο κι ο Σεμάραντριντ Μάραβιν φτάσουν στα μισά του δρόμου».

Ο Ραντ σφιχτόκλεισε για μια στιγμή τα μάτια του. Μα όλοι ήθελαν να διαφωνήσουν μαζί του; Αυτοί εδώ δεν ήταν άνθρωποι που θα υποχωρούσαν αν τους κοίταζε κατσούφικα ο Αναγεννημένος Δράκοντας. Ο Αναγεννημένος Δράκοντας δεν ήταν παρά μια προφητεία των υδρόβιων· ακολουθούσαν Εκείνον Που Έρχεται Με την Αυγή, τον Καρ’α’κάρν, και, όπως είχε βαρεθεί να ακούει πια, ακόμα κι ο Καρ’α’κάρν δεν ήταν βασιλιάς. «Θέλω τον λόγο σας ότι θα μείνετε εδώ μέχρι να σας πει ο Ματ να ξεκινήσετε. Θέλω να μου το υποσχεθείτε όλοι».

«Θα μείνουμε, Ραντ αλ’Θόρ». Η απατηλά πράα φωνή του Μπρούαν έκρυβε μια ένταση. Οι άλλοι συμφώνησαν. Με πιο σκληρές φωνές, αλλά συμφώνησαν.

«Μα χάνουμε χρόνο», πρόσθεσε ο Χαν, στραβώνοντας το στόμα του. «Ειδάλλως, να μη γνωρίσω ποτέ μου σκιά». Ο Τζέραν κι ο Έριμ ένευσαν.

Ο Ραντ δεν περίμενε ότι θα υποχωρούσαν τόσο γρήγορα. «Μερικές φορές, πρέπει να χάσεις χρόνο για να γλιτώσεις χρόνο», είπε, κι ο Χαν ξεφύσηξε.

Στη σκηνή με τις πράσινες ρίγες, οι Κεραυνοπόροι είχαν σηκώσει τα πλαϊνά στα κοντάρια της και το αεράκι φυσούσε στο σκιερό εσωτερικό. Παρ’ όλο που ήταν ξερό και καυτό, οι Αελίτες έδειχναν να το θεωρούν δροσιστικό. Του Ραντ του φάνηκε πως πάλι ίδρωνε εκεί μέσα όσο και πριν στον ήλιο. Έβγαλε το σούφα και βολεύτηκε στα στοιβαγμένα χαλιά, με τον Μπρούαν και τους άλλους καθισμένους αντικριστά του. Οι Κόρες έμειναν με τους Κεραυνοπόρους γύρω από τη σκηνή· πού και πού, ακουγόταν τα πειράγματά τους και τα γέλια που ακολουθούσαν. Αυτή τη φορά, ο Λάιραν έμοιαζε να τα καταφέρνει καλύτερα· οι Κόρες κροτάλισαν δύο φορές τις λόγχες στις ασπίδες τους. Ο Ραντ δεν καταλάβαινε σχεδόν τίποτα απ’ όσα έλεγαν.

Έβαλε ταμπάκ στην πίπα του με το κοντό επιστόμιο, το πάτησε, έδωσε το σακουλάκι από δέρμα γίδας στους αρχηγούς για να γεμίσουν κι αυτοί τις πίπες τους —είχε βρει ένα βαρελάκι με καλό Διποταμίτικο φύλλο στο Κάεμλυν— και μετά διαβίβασε για να ανάψει τη δική του, ενώ εκείνοι έστειλαν έναν Κεραυνοπόρο να φέρει αναμμένο κλαράκι από κάποια φωτιά. Όταν είχαν ανάψει όλοι τις πίπες τους, βολεύτηκαν κι άρχισαν να μιλούν, ρουφώντας με μακαριότητα.

Η κουβέντα κράτησε όσο κι η συζήτηση του με τους άρχοντες, όχι επειδή είχαν τόσα πολλά να πουν, αλλά επειδή ο Ραντ είχε μιλήσει μονάχος του με τους υδρόβιους. Οι Αελίτες ήταν εύθικτοι στο ζήτημα της τιμής· ολόκληρη τη ζωή τους την κυβερνούσε το τζι’ε’τόχ, η τιμή κι η υποχρέωση, με κανόνες πολύπλοκους και παράξενους όσο και το χιούμορ τους. Μίλησαν για τους Αελίτες που ήταν καθ’ οδόν από την Καιρχίν, για το πότε θα έφτανε ο Ματ, και για το τι θα έκαναν για το Σάιντο, αν έπρεπε να γίνει κάτι. Συζήτησαν για το κυνήγι, για τις γυναίκες κι αν το μπράντυ ήταν καλό όσο και το ουσκουάι, και για το χιούμορ. Ακόμα και ο υπομονετικός Μπρούαν στο τέλος σήκωσε τα χέρια για να δείξει ότι παραδίδεται κι εγκατέλειψε τις προσπάθειές του να του εξηγήσει τα Αελίτικα αστεία. Τι στο Φως ήταν αστείο στο να μαχαιρώνει μια γυναίκα τον άνδρα της κατά λάθος, όποιες κι αν ήταν οι συνθήκες; Ή στο να καταλήγει ένας άνδρας παντρεμένος με την αδελφή της γυναίκας που ήθελε να παντρευτεί; Ο Χαν μούγκριζε και ξεφυσούοε κι αρνιόταν να πιστέψει ότι ο Ραντ δεν καταλάβαινε· ο ίδιος γελούσε τόσο δυνατά με το αστείο για το κατά λάθος μαχαίρωμα, που παραλίγο θα έπεφτε κάτω. Το μόνο πράγμα για το οποίο δεν μίλησαν ήταν ο επερχόμενος πόλεμος με το Ίλιαν.