Выбрать главу

Το ανακάτεμα είχε προκαλέσει κάποιες διαμαρτυρίες — αρκετές διαμαρτυρίες, για την αλήθεια. Αρχικά, οι Καιρχινοί έφιπποι ακολουθούσαν τον Ταλμέηνς, κι οι Δακρυνοί τον Ναλέσεν. Οι πεζοί από την αρχή ήταν ένα ανάμικτο συνονθύλευμα. Είχαν ακουστεί γκρίνιες για το ότι όλα τα τάγματα είχαν τον ίδιο αριθμό στρατιωτών και για τους αριθμούς στα λάβαρα. Οι άρχοντες κι οι λοχαγοί πάντα μάζευαν όσους άνδρες ήθελαν να τους ακολουθήσουν, κι ήταν γνωστοί ως στρατιώτες του Εντόριον ή του Μερέσιν ή του Αλχάντριν. Αυτό το διατηρούσαν ως ένα βαθμό —παραδείγματος χάριν, οι πεντακόσιοι του Εντόριον αυτοαποκαλούνταν Σφυριά του Εντόριον κι όχι Πρώτο Τάγμα— αλλά ο Ματ τους είχε βάλει στο μυαλό ότι ο καθένας τους ανήκε στην Ομάδα κι όχι στην όποια χώρα είχε τύχει να γεννηθεί, και σ’ όποιον δεν άρεσε αυτό ήταν ελεύθερος να φύγει. Το εκπληκτικό ήταν πως δεν είχε φύγει κανείς.

Ήταν δύσκολο να πει κανείς γιατί άραγε. Ήταν αλήθεια ότι η ηγεσία του Ματ πρόσφερε νίκες, όμως και πάλι κάποιοι πέθαιναν. Δυσκολευόταν να τους προμηθεύει τρόφιμα και να μεριμνά για να πληρώνονται περίπου στην ώρα τους· επίσης, καλά θα έκαναν να ξεχνούσαν τα πλούτη από τα λάφυρα για τα οποία κόμπαζαν. Κανένας ως τώρα δεν είχε δει έστω ένα νόμισμα, κι ήταν απίθανο να συνέβαινε αυτό στο μέλλον. Ήταν τρέλα.

Το Πρώτο Τάγμα άρχισε τις επευφημίες, που τις συνέχισαν γρήγορα το Τέταρτο και το Πέμπτο. Ήταν οι Λεοπαρδάλεις του Καρλόμιν κι οι Αετοί του Ρέιμον, όπως αυτοονομάζονταν. «Ο Άρχοντας Μάτριμ κι η νίκη! Ο Άρχοντας Μάτριμ κι η νίκη!»

Αν είχε καμιά πέτρα πρόχειρη ο Ματ, θα τους την εκσφενδόνιζε.

Ύστερα ερχόταν το πεζικό, που σχημάτιζε μια μακριά, ευέλικτη γραμμή· μπροστά από κάθε λόχο ήταν ένα τύμπανο που έδινε ένα ρυθμό που δυνάμωνε και χαμήλωνε, κι επίσης ένα μακρόστενο λάβαρο· τα δικά τους λάβαρα είχαν μια λόγχη πάνω στο χέρι αντί για σπαθί. Τους είκοσι λόχους που θύμιζαν σκαντζόχοιρο από τις λόγχες, ακολούθησαν πέντε λόχοι με τοξότες και βαλλιστροφόρους. Κάθε λόχος είχε επίσης ένα-δυο φλάουτα, κι οι άνδρες τραγουδούσαν συνοδεύοντας τη μουσική:

«Πίνουμε όλη νύχτα και χορεύουμε όλη μέρα, και σπαταλάμε το μισθό μας στα κορίτσια, κι όταν τελειώνουμε, τότε φεύγουμε, για να χορέψουμε με τον Φύλακα των Σκιών».

Ο Ματ περίμενε να προχωρήσει το τραγούδι μέχρι να εμφανιστούν οι πρώτοι ιππείς του Ταλμέηνς, και τότε χτύπησε με τις φτέρνες τα πλευρά του Πιπς. Δεν χρειαζόταν να επιθεωρήσει τις άμαξες με τις προμήθειες στο τέλος της φάλαγγας, ούτε τα εφεδρικά άλογα. Μέχρι να φτάσει ο στρατός στο Δάκρυ, τα άλογα θα κουτσαίνονταν ή θα πέθαιναν από προβλήματα τα οποία δεν μπορούσαν να γιατρέψουν οι κτηνίατροι, ενώ οι ιππείς που δεν είχαν άτι ήταν σχεδόν άχρηστοι. Στο ποτάμι, επτά πλοιάρια αργοσέρνονταν κατάντη με τριγωνικά πανιά, ελάχιστα πιο γρήγορα από το ρεύμα. Το καθένα τους έφερε από μια μικρή λευκή σημαία με το Κόκκινο Χέρι. Υπήρχαν κι άλλα σκάφη που σαλπάριζαν επίσης, ανάμεσά τους και κάποια που έτρεχαν προς το νότο έχοντας απλώσει όσα περισσότερα μουσαμαδένια πανιά μπορούσαν.

Καθώς ο Ματ έφτανε πια την αρχή της φάλαγγας, ο ήλιος ξεμύτιζε επιτέλους από τον ορίζοντα, απλώνοντας τις πρώτες ακτίνες του πάνω από τους διαδοχικούς λόφους και τα σκόρπια αλσύλλια. Ο Ματ κατέβασε το καπέλο του κόντρα στην αντηλιά της λαμπρής γωνίτσας του ήλιου. Ο Ναλέσεν είχε υψώσει το γαντοφορεμένο χέρι στο στόμα του, κρύβοντας ένα εντυπωσιακό χασμουρητό, κι ο Ντήριντ καθόταν καμπουριασμένος στη σέλα του με τα μάτια γλαρωμένα, λες κι ήταν έτοιμος να αποκοιμηθεί εκεί πάνω. Μόνο ο Ταλμέηνς καθόταν ευθυτενής, με το βλέμμα ζωηρό κι άγρυπνο. Ο Ματ ένιωθε μεγαλύτερη κατανόηση για τον Ντήριντ.

Ακόμα κι έτσι, ύψωσε τη φωνή για να ακουστεί μέσα στα τύμπανα, και τις σάλπιγγες. «Μόλις απομακρυνθούμε από την πόλη, στείλτε τους ανιχνευτές». Πιο πέρα στον Νότο, υπήρχαν δάση κι ανοιχτή ύπαιθρος, αλλά και από τα δύο περνούσε ένας διαβατός δρόμος· οι περισσότερες μετακινήσεις γινόταν από τον ποταμό, όμως με τα χρόνια αρκετοί πήγαιναν πεζή ή με άμαξες κι η διαδρομή ήταν σαφής. «Και σταματήστε επιτέλους αυτό τον σαματά».