«Όσο ζει και αναπνέει η Μοργκέις, όχι», είπε η Μουαραίν.
Η Λίαντριν τινάχτηκε λιγάκι, σαν να είχε μόλις ξυπνήσει. «Προσευχηθείτε να συνεχίσει να αναπνέει. Την ομάδα της Κόρης-Διαδόχου την ακολούθησαν στον Ποταμό Ερίνιν τα Τέκνα του Φωτός. Ακριβώς ως τις γέφυρες της Ταρ Βάλον. Κι είναι άλλοι που στρατοπεδεύουν έξω από το Κάεμλυν, περιμένοντας ευκαιρία για βρωμοδουλειές, και μέσα στο Κάεμλυν υπάρχουν ακόμα αυτοί που τους ακούνε».
«Ίσως είναι καιρός να μάθει η Μοργκέις να προφυλάγεται λιγάκι», είπε η Ανάγια αναστενάζοντας. «Ο κόσμος κάθε μέρα γίνεται πιο επικίνδυνος, ακόμα και για μια βασίλισσα. Ειδικά για μια βασίλισσα. Πάντα ήταν ξεροκέφαλη. Θυμάμαι τότε που είχε έρθει στην Ταρ Βάλον σαν κοριτσάκι. Δεν είχε την ικανότητα να γίνει πλήρης αδελφή, κι αυτό την πείραξε. Μερικές φορές νομίζω ότι γι’ αυτό πιέζει τόσο την Ηλαίην, ό,τι κι αν έχει διαλέξει η κοπέλα».
Η Μουαραίν ξεφύσηξε απαξιωτικά. «Η Ηλαίην γεννήθηκε με τη σπίθα εντός της· δεν ήταν ζήτημα επιλογής. Η Μοργκέις δεν θα ρισκάριζε να πεθάνει το κορίτσι εξαιτίας της έλλειψης εκπαίδευσης, ακόμα κι αν όλοι οι Λευκομανδίτες της Αμαδισίας είχαν στρατοπεδεύσει έξω από το Κάεμλυν. Θα πρόσταζε τον Γκάρεθ Μπράυν και τους Φρουρούς της Βασίλισσας να ανοίξουν από μέσα τους δρόμο για την Ταρ Βάλον, και ο Γκάρεθ Μπράυν θα το έκανε, ακόμα και αν ήταν μόνος του». Αλλά και πάλι, θα έπρεπε να κρατήσει κρυφό το πλήρες εύρος της πιθανής δύναμης της κοπέλας. Άραγε, ο λαός του Άντορ θα δεχόταν την Ηλαίην στον Θρόνο του Λιονταριού μετά τη Μοργκέις, αν το γνώριζε; Ότι η βασίλισσα όχι μόνο είχε εκπαιδευθεί στην Ταρ Βάλον, κατά το έθιμο, αλλά ήταν και πλήρης Άες Σεντάι; Σ’ όλη την καταγραμμένη ιστορία μόνο μια χούφτα βασίλισσες είχαν υπάρξει που είχαν δικαίωμα να αποκαλούνται Άες Σεντάι, και οι λίγες που το είχαν αφήσει να μαθευτεί, όλες έζησαν για να το μετανιώσουν. Ένιωσε κάποια θλίψη. Μα συνέβαιναν πάρα πολλά και δεν περίσσευε βοήθεια, ούτε καν έγνοια, για μια μόνο χώρα και έναν θρόνο. «Τι άλλο, Ανάγια;»
«Πρέπει να ξέρεις ότι ανήγγειλαν το Μεγάλο Κυνήγι του Κέρατος στο Ίλιαν, πρώτη φορά μετά από τετρακόσια χρόνια. Οι Ιλιανοί λένε ότι πλησιάζει η Τελευταία Μάχη» —η Ανάγια ρίγησε, καθόλου αδικαιολόγητα, αλλά συνέχισε δίχως να σταματήσει— «και το Κέρας του Βαλίρ πρέπει να βρεθεί, πριν την τελική μάχη εναντίον της Σκιάς. Έχουν ήδη αρχίσει να μαζεύονται άνδρες απ’ όλες τις χώρες, ολοπρόθυμοι να γίνουν κι αυτοί μέρος των θρύλων, να βρουν το Κέρας. Το Μουράντυ και η Αλτάρα είναι σε αναταραχή, φυσικά, νομίζοντας πως όλα είναι προπέτασμα καπνού για εισβολή. Μάλλον γι’ αυτό οι Μουραντιανοί έπιασαν τόσο γρήγορα τον δικό τους ψεύτικο Δράκοντα. Όπως και να ’χει, θα υπάρξουν πολλές καινούργιες ιστορίες για να τις προσδέσουν οι βάρδοι και οι τραγουδιστές στον κύκλο. Το Φως ας δώσει να είναι μόνο καινούργιες ιστορίες».
«Ίσως όχι οι ιστορίες που περιμένουν», είπε η Μουαραίν. Η Λίαντριν την κάρφωσε με το βλέμμα, και έμεινε ανέκφραστη.
«Μάλλον όχι», είπε η Ανάγια με πράο τόνο. «Οι αναπάντεχες ιστορίες είναι ακριβώς αυτές που θα προσθέσουν στον κύκλο. Πέρα απ’ αυτό, μόνο διαδόσεις έχω να πω. Οι Θαλασσινοί είναι ανάστατοι, τα πλοία τους τρέχουν από λιμάνι σε λιμάνι, σχεδόν χωρίς να δέσουν. Οι αδελφές από τα νησιά λένε ότι έρχεται ο Κοραμούρ, ο Εκλεκτός τους, αλλά δεν λένε τίποτα άλλο. Ξέρεις πόσο λιγομίλητοι είναι οι Άθα’αν Μιέρε με τους ξένους για τον Κοραμούρ, και σ’ αυτό οι αδελφές μας μοιάζουν να σκέφτονται περισσότερο σαν Θαλασσινές παρά σαν Άες Σεντάι. Κι οι Αελίτες επίσης δείχνουν να κινούνται, αλλά κανένας δεν ξέρει γιατί. Με τους Αελίτες, κανείς δεν ξέρει. Τουλάχιστον δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι σκοπεύουν να διασχίσουν πάλι τη Ραχοκοκαλιά του Κόσμου, δόξα στο Φως». Αναστέναξε και κούνησε το κεφάλι. «Κι τι δεν θα ’δινα για μία έστω αδελφή από τους Αελίτες. Μόνο μία. Ξέρουμε ελάχιστα γι’ αυτούς».
Η Μουαραίν γέλασε. «Μερικές φορές νομίζω ότι ανήκεις στις Καφέ Άτζα, Ανάγια».
«Η Πεδιάδα Άλμοθ», είπε η Λίαντριν, και έδειξε να ξαφνιάζεται που είχε μιλήσει.
«Αυτά κι αν είναι διαδόσεις, Αδελφή», είπε η Ανάγια. «Κάποιοι ψίθυροι που ακούσαμε φεύγοντας από την Ταρ Βάλον, Ίσως να άρχισαν μάχες στην Πεδιάδα Άλμοθ, ίσως και στο Τόμαν Χεντ, επίσης. Επαναλαμβάνω, ίσως. Οι ψίθυροι ήταν ασαφείς. Φήμες φημών. Φύγαμε πριν προλάβουμε να μάθουμε περισσότερα».
«Θα πρέπει να ήταν το Τάραμπον και το Άραντ Ντόμαν», είπε η Μουαραίν, και κούνησε το κεφάλι. «Πάνω από τριακόσια χρόνια καυγαδίζουν για την Πεδιάδα Άλμοθ, αλλά ποτέ δεν κατέληξαν σε μάχη». Κοίταξε τη Λίαντριν· υποτίθεται πως κάθε Άες Σεντάι εγκατέλειπε την πρότερη αφοσίωση και υποταγή της σε χώρες και ηγεμόνες, ελάχιστες όμως αποκόβονταν τελείως. Ήταν δύσκολο να αδιαφορήσεις για τη χώρα που σε γέννησε. «Γιατί να ξεκινήσουν τώρα;»