Από καιρού εις καιρόν, θώπευε τη μία από τις δύο νοητικές παγίδες που κρέμονταν από μεταξένια κορδόνια περασμένα στον λαιμό του. Με το άγγιγμα αυτό, το πορφυρό σαν αίμα κρύσταλλο του κουρ’σούβρα παλλόταν, δημιουργώντας δίνες που στροβιλίζονταν σε ατελείωτα βάθη, σαν καρδιοχτύπια. Στην πραγματικότητα, η προσοχή του ήταν στραμμένη στο παιχνίδι που βρισκόταν στο τραπέζι, μπροστά του. Τριάντα τρία κόκκινα κομμάτια κι άλλα τόσα πράσινα στοιχίζονταν κατά μήκος μιας επιφάνειας δεκατριών επί δεκατριών τετραγώνων. Μια αναπαράσταση των πρώτων σταδίων ενός φημισμένου παιχνιδιού. Το πιο σημαντικό πιόνι, ο Ψαράς, ασπρόμαυρος όπως η επιφάνεια, ήταν σε στάση αναμονής στο σημείο εκκίνησης, στο κεντρικό τετράγωνο. Το σα’ραχ ήταν ένα πολύπλοκο παιχνίδι, αρχαιότερο κι από τον Πόλεμο της Δύναμης. Το σα’ραχ, το τσέραν και το νο’ρι —παίγνιο που πλέον ονομαζόταν «λίθοι»— είχαν όλα τους φανατικούς οπαδούς, οι οποίοι ισχυρίζονταν πως το παιχνίδι της προτίμησης τους περιέκλειε όλες τις πανουργίες της ζωής, αλλά ο Μοριντίν προτιμούσε ανέκαθεν το σα’ραχ. Μόνο εννέα άνθρωποι εν ζωή θυμούνταν αυτό το παιχνίδι. Ο ίδιος ήταν αυθεντία και το παιχνίδι αυτό θεωρούνταν πολύ πιο περίπλοκο από το τσέραν ή το νο’ρι. Ο πρωταρχικός σκοπός ήταν να εξουδετερώσει κάποιος το πιόνι του Ψαρά. Μόνο τότε ξεκινούσε πραγματικά η παρτίδα.
Τότε, τον πλησίασε ένας υπηρέτης, ένας λυγερόκορμος νεαρός γεμάτος χάρη, ντυμένος στα λευκά κι εντυπωσιακά ευπαρουσίαστος. Με μια υπόκλιση, παρουσίασε ένα κρυστάλλινο ψηλό ποτήρι ακουμπισμένο σε έναν ασημένιο δίσκο. Χαμογέλασε· ένα χαμόγελο που περιοριζόταν μόνο στα χείλη του, ενώ τα μαύρα του μάτια έμοιαζαν περισσότερο άψυχα παρά νεκρά. Οι περισσότεροι άντρες θα είχαν αισθανθεί τελείως άβολα κάτω από αυτό το βλέμμα, αλλά ο Μοριντίν απλώς πήρε το ποτήρι στα χέρια του κι έκανε νόημα στον υπηρέτη να φύγει. Οι οινοπαραγωγοί αυτήν την περίοδο παρουσίαζαν μερικές εξαιρετικές ποικιλίες κρασιού. Ωστόσο, ο ίδιος δεν έπινε.
Όλη του η προσοχή ήταν στραμμένη στον Ψαρά, μια φιγούρα που τον δελέαζε. Για αρκετά πιόνια οι κινήσεις ποίκιλλαν, αλλά μόνο οι ιδιότητες του Ψαρά άλλαζαν ανάλογα με το πού στεκόταν. Αν βρισκόταν σε άσπρο τετράγωνο, ήταν μεν ευάλωτος σε επίθεση αλλά επίσης ευκίνητος κι είχε τη δυνατότητα να μετακινηθεί σε μεγάλη απόσταση για να σωθεί. Σε μαύρο τετράγωνο, ήταν αρκετά δυνατός ώστε να αντεπεξέλθει σε μια επίθεση, αλλά ταυτόχρονα αργός και τρωτός. Όταν έπαιζαν οι ειδήμονες, ο Ψαράς άλλαζε πλευρά κάμποσες φορές προτού τελειώσει το παιχνίδι. Η πρασινοκόκκινη γραμμή του τερματισμού, η οποία περιέβαλλε την επιφάνεια του παιχνιδιού, μπορούσε να απειληθεί από οποιοδήποτε πιόνι, αλλά μονάχα ο Ψαράς είχε τη δυνατότητα να μετακινηθεί εκεί. Όχι πως εκεί ήταν ασφαλής. Ο Ψαράς ποτέ δεν ήταν ασφαλής. Όταν ο Ψαράς σού ανήκε, προσπαθούσες να τον μετακινήσεις σε ένα τετράγωνο δικού σου χρώματος, πίσω από την άκρη του ταμπλό του αντιπάλου σου. Αυτός ήταν κι ο ευκολότερος τρόπος για να κερδίσεις, αλλά όχι ο μόνος. Όταν ο αντίπαλος σου είχε στην κατοχή του τον Ψαρά, προσπαθούσες να μην του αφήσεις καμιά επιλογή πλην του να μετακινήσει τον Ψαρά σε τετράγωνο με το δικό σου χρώμα. Όπου αλλού κι αν τον πήγαινε κατά μήκος της γραμμής τερματισμού, ήταν ασφαλής. Η κατοχή του Ψαρά αποδεικνυόταν επικίνδυνη τις περισσότερες φορές. Βέβαια, υπήρχε κι ένα τρίτο μονοπάτι προς τη νίκη στο σα’ραχ, αν το ακολουθούσες προτού παγιδευτείς. Το παιχνίδι πάντα εκφυλιζόταν σε αιματοβαμμένες συμπλοκές εκ του συστάδην, αλλά η νίκη ερχόταν μονάχα με τον πλήρη αφανισμό του εχθρού. Μια φορά είχε δοκιμάσει απεγνωσμένα να εφαρμόσει κάτι παρόμοιο, αλλά είχε αποτύχει. Οικτρά.
Η οργή κόχλασε ξαφνικά μέσα στο κεφάλι του Μοριντίν και μαύρες νιφάδες κολύμπησαν στο οπτικό του πεδίο, καθώς άδραχνε την Αληθινή Δύναμη. Μια έκσταση που άγγιζε τον πόνο βρόντηξε μέσα του. Το χέρι του σφίχτηκε γύρω από τις δύο νοητικές παγίδες, κι η Αληθινή Δύναμη σφίχτηκε γύρω από τον Ψαρά, σηκώνοντάς τον στον αέρα, απέχοντας ελάχιστα από το να τον κάνει σκόνη, από το να συνθλίψει και την ίδια τη σκόνη στην ανυπαρξία. Το ποτήρι έγινε θρύψαλα στο χέρι του κι η αρπάγη του απειλούσε να τσακίσει το κουρ’σούβρα. Τα σάα ήταν ένας σκοτεινός στρόβιλος, αλλά δεν εμπόδιζαν την όρασή του. Ο Ψαράς είχε πάντα ανθρώπινη μορφή, με έναν επίδεσμο να τυφλώνει τα μάτια του, το ένα χέρι κολλημένο στο πλευρό του, ενώ λίγες σταγόνες αίμα έσταζαν ανάμεσα στα δάχτυλα του. Οι λόγοι, όπως κι η προέλευση του ονόματος, χάνονταν στην ομίχλη του χρόνου. Αυτό τον ενοχλούσε μερικές φορές, τον έκανε έξαλλο, όλη τούτη η γνώση που χάθηκε κατά τα γυρίσματα του Τροχού, γνώση που ο ίδιος χρειαζόταν, μια γνώση στην οποία είχε κάθε δικαίωμα πρόσβασης. Κάθε δικαίωμα!