Выбрать главу

Πενήντα πόδια πιο μπροστά, οι δέκα άντρες της προφυλακής παρακολουθούσαν τις πλαγιές πάνω από τα κεφάλια τους, μολονότι όχι τόσο προσεκτικά όσο θα έπρεπε. Πολλοί από τους άντρες της προφυλακής βασίζονταν στους ανιχνευτές για ενδεχόμενους κινδύνους. Ο Καρέντε κράτησε μια νοητική σημείωση να τους μιλήσει κάποια στιγμή προσωπικά. Ύστερα από αυτή τη συνομιλία, ή θα έκαναν καλά τη δουλειά τους ή θα τους έστελνε στα κάτεργα.

Ένα ράκεν εμφανίστηκε ανατολικά, πετώντας ξυστά πάνω από τις δεντροκορυφές και στριφογυρίζοντας, έτσι ώστε να ακολουθεί τις καμπυλώσεις της γης, σαν ένας άντρας που διατρέχει με το χέρι του την πλάτη μιας γυναίκας. Παράξενο. Οι ιπτάμενες των μόρατ’ράκεν αρέσκονταν στις ψηλές πτήσεις, εκτός αν ο ουρανός ήταν γεμάτος αστραπές. Ο Καρέντε χαμήλωσε το ματοκιάλι για να παρακολουθήσει.

«Ίσως, τελικά, να πρόκειται για μια ακόμα αναφορά από τις ομάδες ανιχνευτών», είπε ο Τζαντράνκα, απευθυνόμενος όχι στον Καρέντε αλλά στους αξιωματικούς που περίμεναν πίσω του. Τρεις από τους άντρες αυτούς είχαν τον ίδιο βαθμό με του Καρέντε, κι ωστόσο ελάχιστοι, εκτός από όσους ανήκαν στη Γενιά, τολμούσαν να ενοχλήσουν έναν άντρα με την πορφυρή και σκουροπράσινη στολή των Φρουρών του Θανάτου, κάτι που απέφευγαν να κάνουν ακόμα και πολλοί που ανήκαν στη Γενιά.

Σύμφωνα με τις ιστορίες που είχε ακούσει ως παιδί, κάποιος από τους προγόνους του, ένας ευγενής, είχε ακολουθήσει τον Λουθαίρ Πέντραγκ στο Σωντσάν υπό τις διαταγές του Άρτουρ του Γερακόφτερου, αλλά διακόσια χρόνια αργότερα, κι έχοντας διασφαλίσει μονάχα τον Βορρά, ένας άλλος πρόγονος είχε προσπαθήσει να σμιλεύσει το δικό του βασίλειο και κατέληξε να ξεπουληθεί. Ίσως και να ήταν έτσι. Πολλοί και πολλές ντα’κοβάλε ισχυρίζονταν ότι είχαν αριστοκρατική καταγωγή. Αναμεταξύ τους, τουλάχιστον. Ελάχιστοι από τη Γενιά έβρισκαν διασκεδαστικά αυτά τα κουτσομπολιά. Όπως και να έχει, ο Καρέντε ένιωσε τυχερός όταν τον διάλεξαν οι Εκλέκτορες, ένα εύρωστο παιδί που δεν ήταν ακόμα αρκετά μεγάλο για να αναλάβει καθήκοντα, περήφανο για το τατουάζ με τα κοράκια που είχε χαραγμένο στους ώμους του. Πολλοί Φρουροί του Θανάτου κυκλοφορούσαν χωρίς πανωφόρια και πουκαμίσες, όποτε αυτό ήταν δυνατόν, για να επιδεικνύουν τα τατουάζ τους. Αυτό ίσχυε για τους ανθρώπους, δηλαδή. Οι Ογκιρανοί Κηπουροί δεν ήταν ούτε σημαδεμένοι ούτε ιδιοκτησία κάποιου, με βάση μια συμφωνία που είχε γίνει ανάμεσα στους ίδιους και την Αυτοκράτειρα.

Ο Καρέντε ήταν ένας ντα’κοβάλε και μάλιστα ένιωθε πολύ περήφανος γι’ αυτό, όπως ο κάθε άντρας της Φρουράς. Ανήκε ψυχή και σώμα στον Κρυστάλλινο Θρόνο. Δεν δίσταζε να πολεμήσει όπου του υποδείκνυε η Αυτοκράτειρα και να πεθάνει τη μέρα που θα τον διέταζε. Η Φρουρά απολογούνταν μονάχα στην Αυτοκράτειρα, ήταν το δεξί της χέρι, κι οι άντρες της μια ορατή υπενθύμιση της ίδιας. Δεν ήταν, λοιπόν, να απορεί κανείς που κάποιοι από τη Γενιά αισθάνθηκαν αμήχανα παρακολουθώντας ένα απόσπασμα της Φρουράς να περνά. Σίγουρα η ζωή που έκανε ήταν προτιμότερη από το να ξελασπώνει τους στάβλους ενός Άρχοντα ή να σερβίρει καφ σε μια Αρχόντισσα. Ωστόσο, ο Καρέντε καταριόταν την τύχη του που τον είχε στείλει σ’ αυτά τα βουνά να επιθεωρήσει τις προφυλακές.

Το ράκεν στράφηκε απότομα προς τα δυτικά κι οι δύο ιπτάμενες έγειραν πάνω στη σέλα τους. Καμιά αναφορά, κανένα μήνυμα γι’ αυτόν. Ο Φούριουκ ήξερε πως ήταν η φαντασία του, αλλά του φάνηκε πως ο μακρόστενος τεντωμένος λαιμό του πλάσματος έμοιαζε κάπως... ανήσυχος. Αν ήταν κάποιος άλλος, θα ανησυχούσε εξίσου. Είχε λάβει ελάχιστα μηνύματα από τότε που πήρε διαταγές, τρεις μέρες πριν, να αναλάβει τη διοίκηση και να κινηθεί ανατολικά. Κάθε μήνυμα πύκνωνε περισσότερο το μυστήριο παρά το ξεκαθάριζε.

Φαίνεται πως οι ντόπιοι, αυτοί οι Αλταρανοί, κινήθηκαν μαζικά προς τα βουνά, αλλά με ποιον τρόπο; Οι δρόμοι κατά μήκος των βορείων συνόρων ήταν γεμάτοι περίπολα και παρακολουθούνταν σχεδόν έως τα σύνορα με το Ίλιαν, τόσο από ιπτάμενες και μόρατ’τορμ όσο κι από έφιππες ομάδες. Τι θα μπορούσε να αναγκάσει τους Αλταρανούς να γίνουν τόσο αποφασιστικοί και να δείξουν τα δόντια τους; Μήπως για να μείνουν ενωμένοι; Μπορεί να σε προκαλούσε κάποιος σε μονομαχία χωρίς να υπάρχει ιδιαίτερος λόγος —παρ’ όλο που ήδη είχαν αρχίσει να μαθαίνουν πως το να προκαλείς έναν Φρουρό ήταν απλά ένας πιο αργός τρόπος να βρεθείς με τον λαιμό σου κομμένο— αλλά είχε δει ευγενείς αυτού του περιβόητου έθνους να προσπαθούν να πουλήσουν ο ένας τον άλλον, συμπεριλαμβανομένης της Βασίλισσάς τους, χάρη μιας απλής νύξης περί προστασίας της γης τους και πιθανής ενσωμάτωσης της γης των γειτόνων τους.