«Κάπως έτσι θα γινόταν, τελικά», γρύλισε ο Μπασίρε, ρίχνοντας ύποπτες κι αγριωπές ματιές στις δύο γυναίκες. Μια στιγμή αργότερα, πάντως, ύψωνε τη φωνή του πάνω από τον ορυμαγδό της μάχης. «Μορ! Που να σου καεί το τομάρι, Άσα’μαν! Τσακίσου κι έλα εδώ!» Δόξα τω Φως, δεν διαλαλούσε πως ο Άρχοντας Δράκοντας ήταν πεσμένος.
Καταβάλλοντας μεγάλη προσπάθεια, ο Ραντ κατάφερε να γυρίσει ελάχιστα το κεφάλι του. Αρκετά, πάντως, για να δει τους Ιλιανούς και τους Σαλδαίους να βαδίζουν βόρεια. Οι Σωντσάν θα πρέπει να είχαν υποχωρήσει.
«Μορ!» Το όνομα ξεπήδησε με έναν γρυλισμό μέσα από τα μουστάκια του Μπασίρε κι ο Μορ ξεπέζεψε άτσαλα από ένα άλογο που κάλπαζε, πέφτοντας σχεδόν πάνω στην Αναγιέλα, Η γυναίκα φάνηκε δυσαρεστημένη από το γεγονός ότι δεν της ζήτησε καν συγγνώμη παρά μόνο γονάτισε δίπλα στον Ραντ, τραβώντας τα μαύρα του μαλλιά από το πρόσωπό του. Έκανε πίσω με γοργά βήματα μόλις συνειδητοποίησε πως ο άντρας σκόπευε να διαβιβάσει. Η Άιλιλ σηκώθηκε κάπως πιο τεμπέλικα, αλλά δεν άργησε κι αυτή να απομακρυνθεί όσο πιο γρήγορα μπορούσε, τοποθετώντας ταυτόχρονα στο θηκάρι που ήταν περασμένο στη ζώνη της ένα εγχειρίδιο με ασημιά λαβή.
Η Θεραπεία ήταν απλό πράγμα, μολονότι όχι και τόσο ευχάριστο. Τα φτερά έσπασαν και το βέλος τραβήχτηκε σε όλο του το μήκος από τη σάρκα του, κάνοντας τον Ραντ να τιναχτεί απότομα, πράγμα που έφερε στα χείλη του έναν στεναγμό πόνου. Ήταν όμως απαραίτητο για να προχωρήσει η γιατρειά. Οι βρωμιές και τα ελαφρώς μπηγμένα θραύσματα θα απομακρύνονταν με τον καιρό καθώς η σάρκα θα έδενε, αλλά μονάχα ο Φλιν και μερικοί άλλοι είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν τη Δύναμη για να απομακρύνουν οτιδήποτε βρισκόταν στο εσωτερικό. Ακουμπώντας δύο του δάχτυλα στο στήθος του Ραντ, ο Μορ δάγκωσε με τα δόντια του τη γλώσσα του και με μια έκφραση συγκέντρωσης στο πρόσωπό του άρχισε να υφαίνει τη Θεραπεία. Έτσι έκανε πάντα. Με διαφορετικό τρόπο δεν λειτουργούσε. Δεν επρόκειτο για τις περίπλοκες υφάνσεις που χρησιμοποιούσε ο Φλιν. Ελάχιστοι μπορούσαν να καταφέρουν κάτι παρόμοιο, και κανείς τόσο καλά όσο ο ίδιος ο Φλιν. Αυτό εδώ ήταν απλούστερο και πιο χονδροειδές. Κύματα θερμότητας διαπέρασαν το κορμί του Ραντ, αρκετά έντονα για να τον κάνουν να μουγκρίσει και να αναγκάσουν τον ιδρώτα να ξεπηδήσει από τον κάθε του πόρο. Άρχισε να τρέμει έντονα από την κορυφή έως τα νύχια. Κάπως έτσι θα ένιωθε κι ένα ψητό στον φούρνο.
Ο ξαφνικός χείμαρρος της θερμότητας αποτραβήχτηκε αργά κι ο Ραντ απέμεινε ασθμαίνοντας. Μέσα στο κεφάλι του, ο Λουζ Θέριν φώναζε, λαχανιασμένος κι αυτός Σκότωσέ τον! Σκότωσέ τον! Ξανά και ξανά.
Βουβαίνοντάς τον μέχρι που έγινε αμυδρό βουητό, ο Ραντ ευχαρίστησε τον Μορ —ενώ ο νεαρός βλεφάρισε λες κι εξεπλάγη!— κι έπειτα άρπαξε το Σκήπτρο του Δράκοντα από κάτω και ζορίστηκε να σταθεί στα πόδια του. Μόλις σηκώθηκε, ταλαντεύτηκε ελαφρά. Ο Μπασίρε προσφέρθηκε να του δώσει το μπράτσο του για στήριγμα, αλλά ο Ραντ του ένευσε να κάνει πίσω. Μπορούσε να σταθεί όρθιος δίχως βοήθεια. Σχεδόν. Θα μπορούσε και να πετάξει ακόμα κουνώντας τα χέρια του κι ενώ θα διαβίβαζε. Όταν άγγιξε τα πλευρά του, αντιλήφθηκε πως η πουκαμίσα του γλιστρούσε από το αίμα, ωστόσο το παλιό, στρογγυλό σημάδι κι η πιο πρόσφατη χαρακιά που το διαπερνούσε ήταν πιο απαλά στην αφή. Είχε ήδη μισοθεραπευτεί κι όλοι τους είχαν να νιώσουν τόσο χαρούμενοι από τότε που τους μάζεψε.
Για μια στιγμή, κοίταξε εξεταστικά τις δύο γυναίκες. Η Αναγιέλα μουρμούρισε αόριστα κάτι που έμοιαζε με συγχαρητήρια, και του χάρισε ένα χαμόγελο που τον έκανε να αναρωτηθεί κατά πόσον σκόπευε να του γλείψει τον καρπό. Η Άιλιλ έστεκε τσιτωμένη, ψυχρή σαν να μην είχε συμβεί το παραμικρό. Άραγε, σκόπευαν να τον αφήσουν να πεθάνει; Ή να τον σκοτώσουν; Αν ήταν έτσι όμως, για ποιον λόγο έστειλαν τους οπλίτες τους να ορμήσουν στον εχθρό κι έσπευσαν να τον βοηθήσουν; Από την άλλη, η Άιλιλ όντως είχε τραβήξει το μαχαίρι της όταν έγινε λόγος περί θανάτου του.
Οι περισσότεροι από τους Σαλδαίους και τους Ιλιανούς κάλπαζαν βόρεια ή κατηφόριζαν την πλαγιά από το κορφοβούνι, καταδιώκοντας τους τελευταίους Σωντσάν. Κι έπειτα, εμφανίστηκε ο Γουίραμον από τον Βορρά, καβάλα σε ένα ψηλό στιλπνό μαύρο άτι που τριπόδιζε με αργό ρυθμό, ο οποίος επιταχύνθηκε μόλις ο άντρας είδε τον Ραντ. Οι οπλίτες του βάδιζαν σε διπλή φάλαγγα πίσω του.